Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Βεζούβιος και άλλα

Ακούς Βεζούβιο και τρέμουν τα πόδια σου! Ηφαίστειο μεγάλο και τρανό υποτίθεται, με εκρήξεις και άλλα τέτοια φαντασμαγορικά, ήχος και φως που λένε. Μπούρδες, είναι αυτά, ένα βουνό είναι σαν τον Υμηττό ένα πράγμα, με τον κρατήρα στην κορυφή. Μπορεί κάποτε να ήταν ήχος και φως, τότε... την εποχή που η Πομπηία ήταν πόλη, τώρα όμως είναι μία βρώμα και δυσωδία με πάμπολλα σκουπίδια πεταμένα ολούθε, και με μία τρύπα στην κορυφή, που μάλλον για τεστ κοπώσεως φέρνει.

Όσο σε ανεβάζει στην κορυφή το λεωφορείο, δύο πράγματα έχεις να θαυμάσεις, τα ποτάμια «λάβας» που κατέβηκαν κάποτε από τον κρατήρα και έπνιξαν την ναπολιτάνικη πεδιάδα,


και τα σκουπίδια γύρω τριγύρω. Α! Και κάτι ξεχαρβαλωμένες πινακίδες που σε πληροφορούσαν ότι είναι Εθνικό πάρκο και άλλα τέτοια σαχλά!

Στην παρέα υπήρχε μεγάλη προσμονή να δούμε το 2ον πιο φοβικό ηφαίστειο της Ευρώπης, αν και εμείς που είχαμε πάει στην Νίσυρο πέρσι απλά αναρωτιόμασταν αν θα είναι πιο εντυπωσιακός κρατήρας από τον Πολυβώτη. Και δεν ήτανε! Το μυρίστηκα το πράγμα και μιας και δεν είμαι στην κατάλληλη ηλικία για έμφραγμα, δεν σκαρφάλωσα στην κορυφή, και πολύ καλά έκανα δηλαδή. Οι άλλοι όμως που πήγανε το χάρηκαν και μπράβο τους, κάνανε και τη γυμναστική τους (20 λεπτά ανηφοριά ήταν δηλαδή τίποτα το φοβερό, αλλά για εμένα είναι τεστ κοπώσεως) όλα καλά.

Εντυπωσιασμένοι από τη διαδρομή της λάβας, πήγαμε στην Πομπηία. Κάναμε χοντρό γέλιο βέβαια, γιατί είναι μία πολύ μεγάλη πόλη που θες ένα 4-ωρο να την γυρίσεις. Εμείς τσιγκουνευτήκαμε να αγοράσουμε οδηγό και προσπαθούσαμε να βρούμε τον δρόμο μας σε ένα τεράστιο λαβύρινθο – γιατί αυτό ήταν ουσιαστικά – έχοντας μόνο ένα μάλλον κακό χάρτη της πόλης και τον τουριστικό οδηγό που έλεγε να δούμε αυτά και εκείνα.

Από την πρώτη στιγμή εμείς θέλαμε να δούμε 2 και μόνο πράγματα, το σπίτι-μπουρδέλο με τις γνωστές τοιχογραφίες
και φυσικά τα πτώματα. Μας πήρε 2,5 ώρες να τα εντοπίσουμε και έτσι μαυρίσαμε λιγάκι και στον ήλιο, ωραία ήτανε!


Πήγαμε και στο Κάπρι. Αρχικά η εντύπωση ήταν ... «θύμισε μου γιατί είναι γνωστό ...», αλλά μάλλον το αδικεί αυτή η έκφραση. Είναι ένα όμορφο μικρό νησάκι σαν τα πολλά δικά μας κυκλαδίτικα νησιά, καταπράσινο με τα δύο του χωριά να κρέμονται σαν σταφύλια από ψηλά.


Τα στενά σοκάκια μοσχομύριζαν λουλούδια από τις αυλές. Και βίλες, πολλές βίλες, πανάκριβες βίλες, κοσμικών και πλουσίων που μάλλον έχουν δώσει στο νησάκι το γνωστό του κοσμοπολίτικο αέρα. Ωραίο μεν αλλά έχω δει και πολύ καλύτερα δε! Εκεί λοιπόν υπάρχει και μία «μαγική σπηλιά». Πασίγνωστη παγκόσμια η Μπλού Γκρότο, είναι μάστ να πας μόλις πατήσεις το πόδι σου. Και μάλλον πάνε όλοι, τελικά. Είχα ψηθεί να πάω έτσι και αλλιώς, έτσι με το που φτάσαμε και εντοπίσαμε τα βαρκάκια που σε πάνε, έσπευσα να κλείσω. Οι άλλοι δεν ήταν και πολύ φανατικοί ήταν και πολύ ακριβό το εισιτήριο (μας πήγε 22 το άτομο!), αλλά με το πες πες ψήθηκαν και αυτοί.

Είναι μία μικρή σπηλιά σε ένα κάθετο βράχο, όπου από το πολύ μικρό άνοιγμά της μπαίνει ο ήλιος και έτσι αλλάζει το χρώμα των νερών, κάνοντάς να δείχνουν υπερφυσικά! Ωραία μέχρι εδώ, αλλά .... μέσα στην σπηλιά έμενες 22 δευτερόλεπτα, και όλο αυτό το εκμεταλλευότανε σαφέστατα η μαφία, έχοντας στην είσοδο της σπηλιάς, μία αγκυροβολημένη βάρκα με 3 χοντρούς τύπους, που σου έκοβαν κάτι σαν εισιτήριο και έπρεπε να δώσεις και μπουρμπουάρ στον «χοντρό γονδολιέρη» γιατί μπορεί και να σε πέταγε μέσα και να σε έτρωγαν τα σκυλόψαρα!! Ωραία πράγματα σας λεω, έδωσα μόνο 2 ευρώ (πέραν των 22 που είχα ήδη δώσει, έτσι..) στον χοντρό, επικαλούμενη την κρίση! και αυτός ίσα που μας έβαλε μέσα, ούτε ιστορίες δεν μας είπε, όπως έκανε ο άλλος στο υπόλοιπο της παρέας, που από τον φόβο τους του έδωσε 10-ευρώ, και τους «περιποιήθηκε». Σαφέστατα μούφα η μπλού γκρότο, αλλά τι να κάνουμε έπρεπε να το δούμε και αυτό.

Το ωραιότερο μέρος του ταξιδιού ήταν το Ποζιτάνο, αυτή η θέα του χωριού από ψηλά είναι συγκλονιστική.

Σε όλους άρεσε πάρα πολύ, αν και σε έμενα για άγνωστους λόγους μου άρεσε το Αμάλφι περισσότερο. Υπέροχο ήταν επίσης και το Σορέντο και γενικά, πέραν της γκρίνιας, όλη αυτή η περιοχή έξω από την Νάπολη είναι καταπληκτική και αξίζει πραγματικά τον κόπο να πάει κάποιος.

Ποιος είναι ο κόπος; μα φυσικά οι μετακινήσεις. Υπάρχει ένα χαοτικό σύστημα με τρένα, λεωφορεία, και καραβάκια, που πάνε από σχεδόν παντού σε σχεδόν παντού και το να προσπαθήσεις να το καταλάβεις, και να προγραμματίσεις κάτι βατό και όχι εξωφρενικό ώστε να δεις τα περισσότερα σε 2-3 μέρες, και μάλιστα αν δεν μιλάς Ιταλικά, είναι κάτι ανάλογο με την κβαντική θεωρία για 12-χρονα. Έτσι και εμείς πήραμε το τρένο μέχρι το Σορέντο και προσπαθήσαμε να γυρίσουμε την περιοχή με λεωφορεία χωρίς όμως να είμαστε σίγουροι ότι κάναμε το βέλτιστο από πλευράς χρόνου και χρημάτων, πάντως καταφέραμε και είδαμε πολλά αν και λίγο σύντομα.

Το να οδηγήσεις σε αυτούς τους στενούς δρόμους με γκρεμίδια γύρω τριγύρω και πουλματζίδες που πήγαιναν σαν τρελοί, δεν ενδείκνυται και ήταν προφανές ότι όσοι τουρίστες το τολμούσαν είχαν ασπρίσει οι άνθρωποι από το φόβο τους, ερχόμενοι αντιμέτωποι με τεράστια πούλμαν σε κάθε βουβή στροφή αυτής της καρμανιόλας. Εμείς κύριοι, χαρήκαμε την απίστευτη βρώμα του τρένου, και τη ζαλάδα του πούλμαν, αλλά επιβιώσαμε!

Αυτά τα ωραία, από το ταξίδι τούτο, ήταν απ΄ ότι καταλάβατε υπέροχο, να πάτε και εσείς, εμείς έχουμε ήδη αποφασίσει να το επαναλάβουμε!

Να σας γράψω λεω κανένα φαγάκι Ιταλικό σήμερα, έτσι για να τιμήσω την κουζίνα πόβερα της νότιας Ιταλίας.

Πένες με μελιτζάνες, στο χαρτί
½ κιλό πένες
ελαιόλαδο κατά το δοκούν
2 σκελίδες σκόρδου ψιλοκομμένες
1 κονσέρβα ντοματακια κονκασέ
15 ντοματίνια
1 κουταλάκι ζάχαρη
2 μέτριες μελιτζάνες σε κυβάκια
1 μικρό ματσάκι φρέσκο βασιλικό
1 φλιτζάνι τριμμένη παρμεζάνα
2 μπάλες μοτσαρέλα σε κυβάκια
αλάτι και πιπέρι

Βράζουμε τις πένες στον μισό χρόνο απ’ όσο λέει το πακέτο. Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 200 βαθμούς, αέρα. Σε ένα τηγάνι σοτάρουμε σε λίγο ελαιόλαδο το σκόρδο μέχρι να μαλακώσει και προσθέτουμε το κονκασέ, τη ζάχαρη και λίγο αλάτι. Ανακατεύουμε για 10 λεπτά σε δυνατή φωτιά να δέσει η σάλτσα και ύστερα ρίχνουμε και τα ντοματίνια ολόκληρα. Τα μαγειρεύουμε για 2-3 λεπτά με τη σάλτσα, προσθέτουμε τον βασιλικό χοντροκομμένο και κατεβάζουμε τη σάλτσα από τη φωτιά. Σε ένα άλλο τηγάνι σοτάρουμε σε ελαιόλαδο τα κυβάκια της μελιτζάνας, ανακατεύοντας συνεχώς σε δυνατή φωτιά ώσπου να μαλακώσουν. Παίρνουμε ένα βαθύ πυρέξ, κόβουμε 3 μεγάλα κομμάτια λαδόκολλας διπλάσια από το μέγεθος πυρέξ, και τα βάζουμε το ένα πάνω στο άλλο μέσα στο πυρέξ, έχοντας ένα μέρος του χαρτιού να προεξέχει. Βάζουμε μέσα τις πένες, τα τυριά, τη σάλτσα, τις μελιτζάνες και μπόλικο πιπέρι. Ανακατεύουμε απαλά και κλείνουμε καλά την επιφάνεια με το χαρτί που περισσεύει. Αν το σκεύος έχει καπάκι, ακόμα καλύτερα να το καπακώσουμε. Το ψήνουμε για 30 λεπτά, μέχρι να λιώσουν τα τυριά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: