Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008

Ραντεβού τον Σεπτέμβρη

Τέλος του Ιούλη και κλείνουμε για διακοπές. Πως να το κάνουμε, μπορεί να ανοίξαμε μαγαζί γωνία στη μπλογκόσφαιρα, μπορεί η ανταπόκριση – και η αγάπη μην το ξεχνάμε αυτό! – του κόσμου να είναι μνημειώδης, μπορεί να παίρνουμε «δύναμη και κουράγιο» από αυτή την «αμφίδρομη σχέση» που έχουμε αναπτύξει, ..., αλλά λεω να πάω για κανα μπάνιο, να λιαστώ λίγο και να σταματήσω να συναναστρέφομαι πληκτρολόγια, οθόνες, κωδικούς και log in, για τον επόμενο μήνα, και να δημιουργήσω μία - έστω και εφήμερη σχέση – με την άμμο, το αντηλιακό, τη ζέστη, τα τσίπουρα, άντε και με τίποτις αρσενικά που πιθανών να βρεθούν μπροστά μου (αν και αυτό το τελευταίο δεν το βλέπω).

Ραντεβού τον Σεπτέμβρη λοιπόν, που λένε και οι χειμερινοί κινηματογράφοι, και σας υπόσχομαι, πολλά σχόλια επί παντός επιστητού όπως πάντα, και πολλές πολλές συνταγές!

Από Σεπτέμβρη .... καλά να περάσετε!

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2008

Δημιουργία

Όλος ο κόσμος πιστεύει ότι η μαγειρική είναι απλά θέμα τεχνικής. Θέμα εφαρμογής, στο ακέραιο μίας διαδικασίας, σοτάρισμα, βράσιμο, μαρινάρισμα, κλπ.

Δεν είναι όμως έτσι. Κάποιος πειραματίσθηκε και μπέρδεψε τα υλικά, αναγνώρισε τη γεύση και το άρωμα που προσδίδει το κάθε ένα τους, μέτρησε τις ποσότητες, όρισε την τεχνική και τελικά σύνθεσε μία συνταγή.

Γίνετε πολύ ντόρος τελευταία για το αν η μαγειρική είναι τέχνη, μιας και το αποτέλεσμα είναι εφήμερο και στοχεύει στην στιγμιαία τέρψη. Διότι η μαγειρική όπως την συζητάμε σήμερα, δεν στοχεύει στην επιβίωση. Για να ζήσουμε αρκεί να πάρουμε κάποιες ποσότητες τροφών που μας δίνουν ενέργεια και βιταμίνες και αυτό μπορεί να γίνει πολύ πιο απλά – φτιάχνοντας ένα τουρλουμπούκι με όλα τα υλικά για παράδειγμα – χωρίς να πρέπει να παιδευτούμε με τεχνικές και περίεργες προσμίξεις.

Άρα μιλάμε κυρίως για τέρψη, και λιγότερο για επιβίωση. Φανταστείτε λοιπόν τώρα καλοκαιριάτικα, ένα πιάτο με φασολάκια. Αχνιστό, μόλις το βγάλατε από την κατσαρόλα. Να μυρίζει η φρέσκια ντομάτα, και ο μαϊντανός, ο δυόσμος να κάνει ελαφρά την εμφάνιση σου, και το παρθένο ελαιόλαδο να προσθέτει την τελική νότα, σε ένα πιάτο που σου θυμίζει καλοκαίρι, ήλιο, τζιτζίκια και παραλία.

Σήμερα λοιπόν θα το αλλάξουμε αυτό το πιάτο. Θα παραμείνει Ελληνικό, καλοκαιρινό, και μυρωδάτο, αλλά θα είναι διαφορετικό. Μία άλλη δημιουργία, μία άλλη εκτέλεση, ενός γνωστού κομματιού.

Φασολάκια α λα πολίτα

1 κιλό φασολάκια μπαρμπούνια καθαρισμένα
1 μεγάλο κρεμμύδι τριμμένο
5 καρότα καθαρισμένα κομμένα σε ροδέλες
5 πατάτες καθαρισμένες κομμένες κυδωνάτες
1 φινόκιο καθαρισμένο και κομμένο σε λεπτές ροδέλες
άνιθος ψιλοκομμένος
λάδι, αλάτι, πιπέρι
χυμός από 1 λεμόνι
1 αυγό μεγάλο

Σε μεγάλη κατσαρόλα ζεσταίνουμε το λάδι και σοτάρουμε το κρεμμύδι ώσπου να μαλακώσει. Προσθέτουμε τα φασολάκια, τα καρότα, το φινόκιο και τις πατάτες το αλάτι και το πιπέρι και ανακατεύουμε να σοταριστούν ολα μαζί για λίγο. Ρίχνουμε ½ φλυτζάνι ζεστό νερό, σκεπάζουμε την κατσαρόλα και σιγοβράζουμε τα λαχανικά για περίπου 30 λεπτά μέχρι να μαλακώσουν. Προσοχή μπορεί να χρειαστεί να προσθέσετε νερό, αλλά στο τέλος το φαγάκι πρέπει να έχει λίγα υγρά να μην είναι φασολάκια – μπλούμ. Στο τέλος προσθέτουμε και τον άνηθο. Χτυπάμε το αυγό με το χυμό του λεμονιού. Παίρνουμε με μία κουτάλα λίγο από τα υγρά του φαγητού και το προσθέτουμε σιγά σιγά στο μίγμα του αυγού συνεχίζοντας να το χτυπάμε, ώστε να ανεβάσουμε λίγο τη θερμοκρασία του χτυπημένου αυγού. Ρίχνουμε λίγο λίγο το αυγό στη σάλτσα και κουνάμε την κατσαρόλα καλά ώστε το αυγό να πάει παντού. Αυτό το τελευταίο το κάνουμε με σβηστή την εστία, αλλά το φαγητό πρέπει να είναι πολύ βραστό για να πήξει το αυγολέμονο.

Η γιαγιά μου όταν αυγόκοβε ένα φαγητό του έστελνε ηχηρά φιλάκια ματς μουτς… το κάνω και εγώ έτσι σαν φόρο τιμής στη γιαγιά που ήταν σπουδαία μαγείρισσα. Το κάνουν βέβαια και πολλές άλλες μαγείρισσες. Δεν θέλω να πω ότι αυτή η ερωτοτροπία με το αυγολέμονο πιάνει, αλλά εμένα δεν μου έχει κόψει ποτέ!!!

Όχι τώρα πείτε μου, αυτή η συνταγή δεν είναι δημιουργία;

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2008

Generation Y

Έχει πέσει πολύ δουλειά τελευταία, και πολύ βλακεία! Ο ανταγωνισμός έχει αυξηθεί πολύ. Αυτό βέβαια θεωρητικά δεν είναι κακό, το αντίθετο μάλιστα. Έλα όμως που ο κόσμος είναι γεμάτος απο μετριότητες – και ότι χώρος περισσεύει το γεμίζουν οι βλάκες. Οι μετριότητες λοιπόν αυτές – που υπάρχουν σε όλους τους χώρους βέβαια όχι μόνο στη δικιά μου δουλειά – κάπως πρέπει και αυτοί να ζήσουν. Κάπως να πορευτούν. Τι κάνουν λοιπόν; λαμογιές, ψέματα, πασαλείμματα, κουκουλώματα και βέβαια χαμηλή ποιότητα και πολλά φρου φρου και αρώματα. Αυτό μπορούν να κάνουν αυτό κάνουν.

Άντε τώρα εσύ, που δεν είσαι μετριότητα, που δεν σε χαλάει ο ανταγωνισμός γιατί πραγματικά πιστεύεις ότι λειτουργεί σαν καρότο, που έχεις κάθε καλή διάθεση να κάνεις καλή δουλειά, να μην κοροϊδέψεις κανένα, να μην ρίξεις κανένα να είσαι τίμιος και σωστός, άντε να σταυρώσεις δουλειά.

Και καλά τώρα εγώ, με 20 χρόνια στο κουρμπέτι, έχω δει πολλά και διάφορα, τουλάχιστον δεν εκπλήσσομαι. Τι γίνετε όμως με το generation Y;

Πρόσφατα έμαθα ότι οι γεννημένοι μετά τον πόλεμο και μέχρι και τη δεκαετία του ΄50, λέγονται baby boomers. Η δικιά μου η γενιά του ΄60 και του ΄70, λέγονται generation X, και τα Βενιαμίν της δουλείας, δηλαδή οι γεννημένοι το ΄80 και πέρα, είναι οι Generation Y. Ψάχνουν οι Human Resource Managers και οι ψυχολόγοι στην Αμερική - μόνο εκεί ασχολούνται με τέτοια – ποια είναι λεει τα χαρακτηριστικά αυτών των παιδιών και τι τους κινητοποιεί.

Εγώ δουλεύω με πολλά τέτοια παιδιά, και πρέπει να σας πω ότι αισθάνομαι πολύ άβολα όταν συνειδητοποιώ, ότι το αυτονόητο για μένα είναι άγνωστο για αυτά. Αυτοστιγμεί γίνομαι γριά!, όχι απλά μεγάλη, γριά!!!

Βεβαίως αυτά τα παιδία δεν ξέρουν τι σημαίνει cold war era, ακόμα και να τους το πεις στα Ελληνικά, δεν θα το καταλάβουν, όπως και εγώ βέβαια δεν μπορούσα να καταλάβω πως στην κατοχή που πέθαιναν άνθρωποι από την πείνα. Τι να τους πεις, αφού ζουν στην εποχή της anorexia nervosa. Είναι δεκάδες τα πράγματα που δεν έχουν ζήσει, η Ζέφη ξέρει και τα λεει πολύ καλά, ας τα γράψει σε σχόλιο, αν θέλει.

Όταν όμως έρχεται η ώρα για δουλειά, εκεί καταλαβαίνεις, ότι μάλλον χαμένα είναι τα έρμα – και δεν το λεω καθόλου υποτιμητικά. Σε γενικές γραμμές δεν τους έχει λείψει τίποτα. Απολύτως! Οι γονείς τους φοβούμενοι μην γίνουν καταπιεστικοί, δεν τα ζορίσανε για τίποτα. Ούτε θα γίνεις αυτό, ούτε δούλεψε όπου να΄ ναι, ούτε από κάπου να ξεκινήσεις , τίποτα. Ότι σε ευχαριστεί κάνε! Ότι σε κάνει ευτυχισμένο. Έλα όμως που εγώ δεν ξέρω κανένα στα ΄20 του να ξέρει τι τον κάνει ευτυχισμένο. Εγώ ήμουνα μάλλον τεμπέλα σε εκείνη την ηλικία. Τι με κάνει ευτυχισμένο; οι συνεχείς διακοπές! Αυτό θα έλεγα, αν με ρώταγαν ποτέ. Βέβαια, εμένα δεν με ρώτησαν, η δουλειά ήρθε καπάκι από τις σπουδές χωρίς ανάσα.

Δεν λεω ότι είναι τεμπελάκια, το αντίθετο, θέλουν όλα να δουλέψουν, τι να κάνουν δεν ξέρουν και πως να το κάνουν βέβαια. Βγαίνει λοιπόν στη γύρα η generation Y, και σύμφωνα με τους ψυχολόγους ενδιαφέρετε μόνο για την προσωπική καριέρα, χωρίς αυτή να την βλέπει ως εξέλιξη σε μία δουλειά, ένα αντικείμενο, μία εταιρία, αλλά το αντίθετο, πολλά αντικείμενα, σε πολλές εταιρίες. Όσο πιο πολλά τόσο το καλύτερο. Δεν ξέρω αν ισχύει αυτό, αλλά έτσι λένε οι μελέτες! Σε αντίθεση με την δικιά μου την γενιά που σε γενικές γραμμές έχει -λένε – δείξει μία εντυπωσιακή δέσμευση τόσο σε επαγγελματικά αντικείμενα όσο και σε εταιρίες.

Αυτό όμως χαλάει τη δικιά μου ψυχική υγεία!!! Γιατί καλά και άγια, όλα αυτά, πόσα όμως παιδιά θα εκπαιδεύσω, σε πόσα θα κάνω επαγγελματικό προσανατολισμό, και πόσα ψυχολογικά – δεν ξέρω τι θα γίνω όταν μεγαλώσω – προβλήματα θα λύσω;

Άνθρωπος είμαι δεν είμαι πέτρα!!!

Αυτά για σήμερις, δεν έχει φαγάκια.

Τρίτη 22 Ιουλίου 2008

Λουλούδια

Πριν χρόνια, είχα πάει διακοπές με τον κουμπάρο μου και τη Ζέφη στη Μυτιλήνη. Γεμάτο Λεσβίες το νησί! και Λέσβιους φυσικά. Κανένα πρόβλημα τότε, αντίθετα είχαν και πολλούς τουρίστες ομοφυλόφιλους και μάλλον αυτό τους άρεσε και τους βόλευε. Τώρα τι τους έπιασε και κάνανε όλοι αυτή την ηλίθια φασαρία, με τον χαρακτηρισμό «Λεσβία» δεν το κατάλαβα.

Προσβάλλονται λεει, και άλλες τέτοιες μπούρδες! Μάλλον κάποια συντηρητικά ανθρωπάκια το σκέφτηκαν αυτό και ξεκίνησαν όλη αυτή τη διαδικασία που βέβαια με πανηγυρικό τρόπο την χάσανε και πολύ το χάρηκα.

Τέλος πάντων, δεν ήθελα να σας γράψω αυτό, άλλο ήταν το θέμα μου, αλλά ετσι μου ήρθε και αυτό.

Εκεί λοιπόν στη Μυτιλήνη έχουν φοβερά φαγιά! Πολλά μεζεδοπωλεία, με ούζα και σαρδέλες καλλονής και διάφορους άλλους μεζέδες ντόπιους και ζουμερούς. Ένας από τους πιο συνηθισμένους μεζέδες είναι τα Λουλούδια Όπου και να πας, ακόμα και σε καφενείο, έχουν λουλούδια. Και βέβαια εννοούν τα κολοκυθολούλουδα, που είναι καθαρά παραδοσιακός και νησιωτικός μεζές, με κρητικές καταβολές, απ΄ ότι έχω ακούσει.

Λουλούδια τηγανιτά, γεμιστά με τυριά και τηγανητά, σκέτα βραστά, γεμιστά με ρύζι και μυρωδικά βραστά, ότι μπορείτε να φαντασθείτε. Σκέτος παράδεισος!

Έβλεπα λοιπόν τις προάλλες μία εκπομπή με εκείνο το χαζοχαρούμενο τον Jamie Oliver. Μα είναι δυνατόν Άγγλος μάγειρας. Ποια είναι η συνεισφορά των άγγλων στην παγκόσμια γαστρονομία πείτε μου! Η σάλτσα μέντας; η τα τηγανητά ψάρια με πατάτες: Τέλος πάντων επειδή αυτός μαγειρεύει μεσογειακά έχει γίνει γνωστός, και έχει κάνει μία σειρά από εκπομπές και προσπαθεί να ψήσει τους έρημους τους Άγγλους να τρωνε πιο υγιεινά. Στην εκπομπή που είδα λοιπόν εγώ τους έφτιαχνε κολοκύθια και ως «γκουρμέ touch» τους έλεγε ότι τρώγονται και τα λουλούδια.

Τότε θυμήθηκα την κουμπάρα μου στη Μυτιλήνη, που μιας και είναι ξένη (Σερβικής καταγωγής μεγαλωμένη στο Μόναχο αλλά σπουδαγμένη στην Αμερική – ένα μπάχαλο!) μία μόνο φράση είχε μάθει και έλεγε συνέχεια «ε χ ε τ ε λ ο υ λ ο υ δ ι α;» Την κοίταζαν έκπληκτοι οι μαγαζάτορες και έμπαιναν στο παρασύνθημα και σε απόλυτα Ελληνικά της αράδιαζαν 5-6 διαφορετικές γεμίσεις και 2-3 τρόπους μαγειρέματος. Αυτή τότε μη έχοντας καταλάβει τίποτα έλεγε «ΟΛΑ ΟΛΑ».

Σήμερα λοιπόν θα σας γράψω μία πάρα πολύ ωραία συνταγή για Λουλούδια, που δεν είναι δύσκολή και ακόμα και οι Λόλες μπορούν να την φτιάξουν.

Λουλούδια γεμιστά με σταφίδες και ρύζι

15-18 λουλούδια από κολοκύθια, να είναι φρέσκα, καθόλου χτυπημένα, να τα έχετε πλύνει σε νεράκι, και με το χεράκι σας να τους έχετε κόψει από το εσωτερικό τον ύπερο (ένα πράγμα που προεξέχει στο κέντρο του λουλουδιού – δεν θυμάστε φυσική ιστορία από το δημοτικό;)
1 φλιτζάνι ρύζι μπασμάτι
½ κιλό κρεμμύδια ξερά τριμμένα στον τρίφτη
3 κουταλιές της σούπας κουκουναρόσπορο
4 κουταλιές της σούπας σταφίδες
1 κουταλάκι του γλυκού κανέλα
½ φλιτζάνι λάδι
1 φλιτζάνι νερό ζεστό
αλάτι και πιπέρι.

Σε ένα τηγάνι αχνίζουμε το κρεμμύδι με λίγο νερό και αφού γίνει διάφανο προσθέτουμε το λάδι. Μόλις ροδίσουν ελαφρά τα κρεμμύδια προσθέτουμε το ρύζι, τις σταφίδες το κουκουνάρι, την κανέλα το αλάτι και το πιπέρι και τα ανακατεύουμε για λίγο να γυαλίσει το ρύζι. Αφήνουμε το μίγμα να κρυώσει λίγο και με ένα κουταλάκι και με μεγάλη προσοχή να μην διαλύσουμε τα λουλουδάκια μας, τα γεμίζουμε ένα ένα. Τα τοποθετούμε όρθια με την βάση προς τα κάτω σε μία κατσαρόλα κυκλικά μέχρι να γεμίσουμε μία σειρά τον πάτο της κατσαρόλας. Προσθέτουμε το νερό, και τα καλύπτουμε από πάνω με ένα πιάτο ώστε να εφάπτεται πάνω τους. Πρέπει το πιάτο να είναι λίγο μικρότερο από την διάμετρο της κατσαρόλας ώστε να μπει μέσα της και να πάει να ακουμπήσει ωραία ωραία πάνω στα λουλούδια μας. Τα μαγειρεύετε για 45 λεπτά περίπου (ίσως και να θέλουν και μια ώρα ανάλογα) σε χαμηλή φωτιά να μην μας διαλυθούν. Ζεστά είναι νοστιμότατα, αλλά κρύα είναι υπέροχα.

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008

Ηρώδειο

Μέρα πολιτιστικής εξόρμησης η χτεσινή, πήγαμε στο Ηρώδειο να δούμε τους Όρνιθες του Αριστοφάνη. Επανεκτέλεση της παλιάς παράστασης του Κ. Κουν και του Θεάτρου Τέχνης. Ελάχιστες η διαφορές από εκείνη τη θρυλική πια παράσταση, ο ιερωμένος δεν εμφανίστηκε με χριστιανικά ράσα, και κάποια μικρή, ελάχιστη, επικαιροποίηση του κειμένου, κάπου ακούστηκε και το όνομα του Αλογοσκούφη τέτοια πράγματα.

Η παράσταση ήταν υπέροχη, μουσική του Μάνου Χατζηδάκι – ποιος ποιος ποιος ποιος ποιος είναι αυτός που μας εκάλεσε; - τα σκηνικά και κουστούμια του Τσαρούχη, η χορογραφία της εξαίσιας Ζουζού Νικολούδη. Υπέροχα! Δεν γνωρίζω αν αυτή είναι η μόνη από τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, όπου ο χορός είναι τόσο κυρίαρχος στην παράσταση, ή είναι η χορογραφία τόσο καταπληκτική που προβάλει τον χορό τόσο πολύ. Πραγματικά ισοπεδώθηκαν όλα τα άλλα – κατά τη γνώμη μου – τόσο η μουσική (που έτσι και αλλιώς όμως είναι καταπληκτική) όσο και το παίξιμο των ηθοποιών!

Έτυχε λοιπόν και σε αυτή την παράσταση την διδασκαλία της χορογραφίας να έχει μία φίλη μας, και καλή μαθήτρια της Ζουζούς Νικολούδη, η Μαρίζα Τσίγκα. Τι υπέροχα που ήταν, νόμιζες ότι έβλεπες πραγματικά πουλιά, έτσι που ήταν ντυμένοι με τα φτερά και πούπουλα του Τσαρούχη, σε διαρκή κίνηση όπως είναι πράγματι τα πουλιά, ο τρόπους που κούναγαν τα χέρια τους, τα ράμφη τους! Η Μαρίζα, είναι πάνω κάτω στην ηλικία μου, έχει πατήσει δηλαδή τα 40 η γυναίκα, χρόνια βέβαια χορεύτρια ολκής, όχι αυτά τα χαζά του so you think you can dance!, ήταν συγκλονιστική, κίνηση, αντοχή, ωριμότητα, τα πάντα. Πραγματικά της εύχομαι τα καλύτερα γιατί τα αξίζει.

Το Ηρώδειο βέβαια γεμάτο, με το μάλλον γνωστό κοινό. Γιατί δεν κάνουν διάλειμμα δεν το καταλαβαίνω. Δηλαδή για να δεις μία αξιόλογη παράσταση πρέπει να πάθεις τη μέση σου. Είσαι καθιστός πάνω σε πυρωμένα από τον μεσημεριανό ήλιο μάρμαρα τουλάχιστον 3 ώρες (2 η παράσταση και μία ώρα που πας νωρίτερα να πιάσεις καλή θέση). Και όχι απλός καθιστός, σαρδελοποιημένος, και ακούνητος! Ε πως να το κάνουμε, άνθρωποι είμαστε πιανόμαστε. Επίσης οι κυρίες εξακολουθούν να φοράνε τακούνια. Λιγότερες βέβαια από ότι παλαιότερα, αλλά το τακούνι τακούνι. Δεν μπορούν αλλιώς βλέπεις τα ψώνια. Η ζέστη πολύ, και ο ιδρώτας ακόμα περισσότερος.

Μπροστά μου καθόταν μία κυρία με την κορούλα της, ετών 6. Οποία έμπνευση, να δει το παιδί Όρνιθες στο Ηρώδειο να αποκτήσει κουλτούρα, θα σκέφτηκε η τρισχαριτωμένη μανούλα, χωρίς να σκεφτεί, ότι όλο αυτό το 3-ωρο, είναι κουραστικό για έναν ενήλικα πόσο μάλλον για το 6-χρονο. Και βέβαια χωρίς να σκεφτεί αν το παιδάκι θα καταλάβει κάτι. Τέλος πάντων είναι φαίνεται της μόδας κάτι τέτοια, πολύ «προχώ» καταστάσεις.

Έλα όμως που, 5 λεπτά πριν την έναρξη και ενώ γινόταν ο κακός χαμός από κόσμο που έψαχνε θεσούλα για να κάτσει, και αφού το παιδάκι έχει είδη κάτσει καρφωμένο για μία ώρα, του ήρθαν «Μαμά τσίσα»! Άντε λοιπόν να το πάρεις και σίγα σιγά να κατέβεις τα κυκλώπεια σκαλοπάτια του Ηρωδείου, να πας τουαλέτα. Και στην επιστροφή να έχει αρχίσει η παράσταση, και να μην βρίσκεις τη θέση σου και να γυρνοβολάς το παιδάκι σε λάθος διαδρόμους. Και να είσαι και τυχερή που η κυρία από δίπλα την κράτησε η θέση σου, και άντε με το καλό κάθεσαι, και ηρεμείς. Εσύ όχι όμως το χαριτωμένο το παιδάκι που από το overdose κουλτούρας ήθελε να κάνει εμετό!

Σε 10 λεπτά το παιδάκι τα έβγαζε όλα, χιλιοστά δίπλα από την πλάτη της μπροστινής τους. Αυτό κράτησε περίπου 15 λεπτά, το παιδάκι να ξερνάει, οι γύρω να του δίνουν χαρτομάντιλα, εγώ να έχω αναγουλιάσει γιατί όλο αυτό έγινε ακριβώς μπροστά μου, η Φιφή να μου λεει «μην κοιτάς!!» οι παραπίσω να μην έχουν καταλάβει τι γίνετε και να λένε «σσσσς» και κανένας να μην βλέπει την παράσταση. Και όλα αυτά μέχρι να καταλάβει η κυρία, ότι 1ον το παιδί είναι άρρωστο και πρέπει να το πάρει να φύγει, και 2ον το Ηρώδειο, δεν είναι για παιδιά 6 χρονών. Περίμενε να γίνουν 12-15 και μετά φέρε τα να δουν και Όρνιθες και τα Σπαθιά του Χασατουριάν άμα λάχει. Αλλά μην μας χαλάς εμάς τη διασκέδαση – και εν προκειμένω και το στομάχι – γιατί εσύ θες να το παίξεις προχώ μάνα!

Αυτά λοιπόν από τις χθεσινές μας εξορμήσεις. Φαγάκια τώρα.

Κοτόπουλο με πολύχρωμες πιπερίες και μπύρα

750 γρ φιλέτο κοτόπουλο κομμένο σε μικρές μπουκίστες
3 κουταλιές της σούπας λάδι
2 κουταλιές της σούπας βούτυρο
1 μεγάλο ξερό κρεμμύδι ψιλοκομμένο
1 κίτρινη, μία κόκκινη, μία πορτοκαλί και μία πράσινη πιπεριά, κομμένες σε κυβάκια
μισό ποτήρι μπύρα
3 κουταλιές της σούπας γιαούρτι στραγγιστό
1 κουταλιά της σούπας μουστάρδα
3 κουταλιές της σούπας παρμεζάνα τριμμένη
4 κουταλιές της σούπας αμύγδαλα χοντροκομμένα ή εφιλέ
Αλάτι –πιπέρι

Σε ένα βαθύ τηγάνι καιτε το λάδι και το βούτυρο και σοτάρετε το κοτόπουλο, μέχρι να ροδίσει. Το βγάζετε σε ένα πιάτο και τηγανίζετε το κρεμμύδι και τις πιπεριές για 5-7 λεπτά μέχρι να μαλακώσουν. Τότε ρίχνετε και το κοτόπουλο και τα σβήνετε με την μπύρα. Βράζετε λίγο το φαγητό μέχρι να απορροφηθούν τα πολλά υγρά. Στο τέλος προσθέτετε το γιαούρτι χτυπημένο με την μουστάρδα και την παρμεζάνα. Ανακατεύετε για 2-3 λεπτά. Στο τέλος αλατοπιπερώνετε και ρίχνετε και τα αμύγδαλα. Είναι πολύ ωραίο σκέτο, αλλά μπορείτε βέβαια να το συνοδέψετε και με ρύζι.

Παρασκευή 18 Ιουλίου 2008

Συγνώμη Διάλειμμα

Παλιά στην ΕΡΤ όταν υπηρχε διακοπή στο πρόγραμμα βγάζανε μία ταμπέλα που έγραφε ... Συγνώμη Διάλειμμα.

Ετσι και τώρα ...

είμαι στο Βουκουρέστι και δεν προλαβένω. Θα επανέλθω τη Δευτέρα.

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2008

Πάμε Ηρώδειο;

Η αγαπημένη μου αδελφούλα τελευταία μου τα χώνει, για τις αναρτήσεις μου, τις λεει ηλεκτρονικό ξεκατίνιασμα. Εγώ πάλι που ξέρω ότι μόνο φίλοι και γνωστοί διαβάζουν τα αρθράκια μου, δεν το βλέπω έτσι. Όπως μιλάω σε μία παρέα, έτσι γράφω τα νέα μου και της σκέψεις μου, τίποτε άλλο.

Σήμερα λοιπόν θέλω να σας πω για το θέμα συζήτησης της παρέας τον τελευταίο καιρό. Έχουμε παράσταση αγαπητοί φίλοι και φίλες – και μάλιστα στο Ηρώδειο!!!

Όχι τώρα πείτε μου, πόσοι από εσάς, έχετε την ευτυχία να δείτε ένα κολλητό σας φίλο να δίνει παράσταση στο Ηρώδειο! Αυτό δεν είναι κάτι πολύ σημαντικό που πρέπει να το αναφέρω! Όχι πείτε μου τώρα!

Λοιπόν για να καταλάβετε, όσοι δεν ξέρετε το θέμα. Ο Γιάννης, αν και μεγαλοκοπέλα, πριν αρκετά χρόνια πήγε και γράφτηκε σε μαθήματα Ελληνικών Παραδοσιακών Χορών στο Λύκειο Ελληνίδων. Αυτό το έκανε μάλλον για δύο λόγους, να γνωρίσει κόσμο και να κάνει παρέες, και δεύτερων να γυμναστεί λιγάκι με έναν ευχάριστο και ανώδυνο τρόπο, καθότι γομαράκι.

Έλα όμως που του άρεσε! Έλα που του βγήκε ένα κρυφό ταλέντο, κυρίως στον Ικαριώτικο, έλα που και λόγο παραστήματος – είναι παρελάσιμος ο Γιάννης – έγινε περιζήτητος στους κυκλωτικούς χορούς. Μεγάλο ταλέντο λέμε. Και να οι εκδηλώσεις και να οι παραστάσεις, και να η «Λεβεντιά», όλα τα λεφτά σας λεω. Κάποια στιγμή, έκανε και ο σύλλογος αποκριάτικο πάρτυ, με τους ανάλογους χορούς βέβαια, και να ο κυρ Γιάννης ντυμένος η «Νύφη» να παίρνει το πρώτο βραβείο σαν την καλύτερη νύφη του χορού. Το αστείο βέβαια από εκείνο το βράδυ είναι ότι μας πλησίασε μητέρα χορεύτριας από την ομάδα και έδωσε συγχαρητήρια στη Μιρέλλα (2 μήνες μεγαλύτερη από τον Γιάννη) για το γιο της που είναι τόσο ταλαντούχος.

Με τούτα και με κείνα, μάθαμε και εμείς όλους τους Ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς – είναι άπειροι σας λεω – όλες τις φορεσιές, πήγαμε σε πολλές παραστάσεις σε διάφορα μικρά και περιφερειακά θέατρα, ακούσαμε πολύ μα πολύ κλαρίνο, και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και πλέον σήμερα αγοράσαμε τα εισιτήρια, να δούμε και το Γιάννη στο Ηρώδειο.

Την Παρασκευή λοιπόν στις 9 στο Ηρώδειο στην παράσταση του Λυκείου Ελληνίδων ο Γιάννης θα χορέψει, χορούς της Μακεδονίας (της original). Όσοι πιστοί προσέλθετε, εγώ βέβαια δεν θα πάω γιατί θα είμαι στη Ρουμανία, αλλά απευθύνω δημόσια πρόσκληση σε όλους σας να πάτε, να τον χειροκροτήσετε. Να σηκώσετε και πανό «Γιάννη είσαι πολύ Λεβέντηχ». Αυτό το τελευταίο είναι, παλιό αστείο.

Τον πρώτο χρόνο που χόρευε ήταν ακόμα παθιασμένος με το θέμα, ενθουσιασμένος, και αν και γενικά ο Γιάννης είναι πάρα πολύ συγκρατημένος άνθρωπος, τότε με την πρώτη ευκαιρία, λίγο κλαρίνο να άκουγε, λίγο Πάριο, τσούπ ... πεταγότανε απάνω και άρχιζε να χορεύει. Είχαμε πάει λοιπόν τριήμερο στη Νεάπολη, κάτω στην Πελοπόννησο, σε ένα ξενώνα που η «φιλοξενία» ήταν σε υπερθετικό βαθμό. Βρεθήκαμε λοιπόν ένα βράδυ, μαζί με τους άλλους ενοικιαστές του ξενώνα να μας τραπεζώνει στη βεράντα της η πληθωρική ιδιοκτήτρια. Ανάμεσα στη παρέα ήταν και μία κοπέλα, στα 20 περίπου, λίγο ψευδή, λίγο χαζή, λίγο άβγαλτη δεν καταλάβαμε, με την μαμά της. Άντε και βάζουν Πάριο στο κασετόφωνο, και μάλιστα το «χιτ» του Γιάννη τον Ικαριώτικο. Του κάνει πλάκα η Ζέφη, άντε Γιάννη να χορέψεις, που είσαι επαγγελματίας, τον τραβάνε και οι άλλοι και βρίσκετε ο έρμος να χορεύει για κάποιους απίθανους τύπους. Η κοπέλα, που τον είχε σταμπάρει τον λεβέντη μας, ήταν όλο γλύκες, τον είδε, έτσι να χοροπηδάει, της ήρθε ερωτικός ντουβρουτζάς. Παραμίλαγε λοιπόν δίπλα στη Ζέφη, «αχ τι ωραία του χορεύει ο Γιάννηχ, τι Λεβέντηχ», και απαντάει η άλλη η σκατόψυχη ... «και πολύ καλό παιδί!!!». Με κάτι τέτοια μας έγινε τσιμπούρι η κοπελίτσα, και όλο για τον Γιάννη τον Λεβέντηχ μίλαγε, και όλο από πίσω τον έπαιρνε, αλλά αυτός τίποτε έτσι πάντα την κλοτσάει την τύχη του αυτό το παιδί.

Αυτός λοιπόν ο Λεβέντηχ, θα χορέψει για 10 λεπτά την Παρασκευή στο Ηρώδειο. Παραπάνω μάλλον δεν αντέχει, δεν είμαστε και μωρά παιδιά άλλωστε, αλλά και τόσο αρκετό είναι. Για αυτά τα 10 λεπτά βέβαια κάνει πρόβες εδώ και 3 μήνες, έχει ξεπατωθεί, αλλά χαλάλι, Ηρώδειο είναι αυτό.

Έτσι για να γιορτάσουμε το γεγονός θα σας γράψω γκουρμεδια σήμερα. Κάποιοι από εσάς το έχουν φαει σπίτι μου βέβαια, δεν είναι πιάτο για το καθημερινό τραπέζι, αλλά τώρα το καλοκαίρι αν κάνετε τραπέζι στο σπίτι, αυτό το πιάτο είναι εντυπωσιακό και μάλλον εύκολο για γκουρμεδά.

Cheesecake με φέτα, ανθότυρο και ντομάτα

Για τη βάση:
200 γρ κριθαρένια κουλούρια, πολτοποιημένα στο μούλτι
70 γρ λάδι
4 κουταλιές της σούπας ρεγγάτο τριμμένο, και λίγο νερό

Για τη γέμιση:
400 γρ ανθότυρο
200 γρ φέτα τριμμένη
250 γρ. κρέμα γάλακτος
2 φύλλα ζελατίνας
μερικά φύλλα βασιλικού
λίγο δυόσμο φρέσκο ψιλοκομμένο
αλάτι – πιπέρι (λευκό καλύτερα να μην σαν χαλάσει οπτικά το αποτέλεσμα)

Για το σερβίρισμα:
2 ντομάτες κομμένες σε κύβους
4 κουταλίες της σούπας λάδι
φύλα βασιλικού και αλάτι

Αναμιγνύουμε σε ένα μπολ το παξιμάδι μα το λάδι και το τυρί και λίγο λάδι (κανα 2-3 κουταλιές) μέχρι να γίνουν μία σφιχτή ζύμη. Αν έχετε τσέρκι τότε σκεπάζετε με λαδόκολλα μία λαμαρίνα βάζετε στο κέντρο το τσέρκι και στρώνετε τη βάση με το μίγμα, όπως κάνετε για το cheesecake. Αν δεν έχετε τσέρκι και το φτιάξετε σε βάση για τάρτα, τότε απλά στρώστε τη βάση με το μίγμα και πατήστε το να πάει παντού και να δημιουργηθεί μία βάση.

Αυτή τη βάση την ψήνετε σε προθερμασμένο φούρνο για 10 λεπτά και την αφήνετε να κρυώσει. Μεταφέρετε την βάση μαζί με το τσέρκι σε πιατέλα, αν έχετε χρησιμοποιήσει ταρτιέρα το αφήνετε ως έχει..

Σε ένα μπολ, λιώνετε με πιρούνι το ανθότυρο και τη φέτα και μετά τα χτυπάτε λίγο με το μίξερ να γίνουν αλοιφή. Προσθέτετε τη μισή κρέμα γάλακτος, τον ψιλοκομμένο βασιλικό και δυόσμο, το αλάτι και το πιπέρι και τα χτυπάτε όλα μαζί να ομογενοποιηθούν. Σε ένα κατσαρολάκι ζεστάνετε την υπόλοιπη κρέμα γάλακτος. Λίγο πριν βράσει την βγάζετε από την εστία και προσθέτετε τα φύλα ζελατίνας που τα έχετε μουλιάσει σε νερό για 5-10 λεπτά, ανάλογα με της οδηγίες. Ομογενοποιείτε το μίγμα των τυριών με την κρέμα γάλακτος με τη ζελατίνα και με αυτό σκεπάζετε τη βάση του cheesecake. Το βάζετε στο ψυγείο για 4-5 ώρες μέχρι να σταθεροποιηθεί και να δέσει το μίγμα. Λίγο πριν το σερβίρετε απλώνετε από πάνω τους κύβους τις ντομάτας που τους έχετε αλατίσει και στραγγίσει να φύγουν τα πολλά υγρά. Στο τέλος περιχύνετε με ένα μίγμα ελαιολάδου και βασιλικού που έχετε χτυπήσει στο μούλτι.

Είναι πάρα πολύ ωραίο και αρωματικό.

Υ.Γ. Πέραν της πλάκας ο Γιάννης και τα υπόλοιπα παιδία στο Λύκειο χορεύουν συγκλονιστικά και υπάρχουν άγνωστοι Ελληνικοί Παραδοσιακοί χοροί που είναι υπέροχοι, αν μπορείτε να πάτε.

Τρίτη 15 Ιουλίου 2008

Ο Γρηγόρης και η Μαρίνα

Τα διδύμια της παρέας μου, τα ξέρουν σχεδόν όλοι. Είμαστε φίλες σχεδόν 30 χρόνια τώρα, και λογικά έχουμε φαει μαζί ψωμί και αλάτι. Ο κύριος Γρηγόρης και η κυρία Μαρίνα, είναι οι γονείς τους, και βέβαια όλη η παρέα έχει φαει, πιει και διασκεδάσει, σπίτι τους, είτε στην Αθήνα παλιά είτε στον Ωρωπό τελευταία.

Από το Σάββατο η Μαρίνα είναι στην εντατική. Αυτό από μόνο του ακούγεται τρομερό, για όσους δεν ξέρουν την Μαρίνα, γιατί για εμάς που την ξέρουμε καλά, μόνο νέο δεν είναι. Πάλι η Μαρίνα στην εντατική θα έπρεπε να είναι ο τίτλος!

Η έρημη η γυναίκα είναι αυτό που λέμε φιλάσθενη, αλλά ταυτόχρονα είναι και ο λόγος να σχίσουν οι γιατροί τα πτυχία τους. Από μικρή έχει διαγνωσμένη σκλήρυνση κατά πλάκας, έχει χρόνια διαβήτη, έχει ένα νεφρό πάρα πολλά χρόνια τώρα, έχει αφαιρέσει όλα τα γυναικολογικά όργανα βεβαίως, τα εμφράγματα και τα εγκεφαλικά έχουμε σταματήσει να τα μετράμε, ομοίως και τις εγχειρήσεις που έχει κάνει για διάφορους λόγους. Τώρα στα 70 +, μπαινοβγαίνει στο νοσοκομείο όπως άλλες γυναίκες θα πήγαιναν κομμωτήριο, και είναι καλά!!

Μπορεί να σας κάνει εντύπωση που κάνω πλάκα με το θέμα, αλλά έτσι είναι η Μαρίνα και αυτή κάνει πλάκα με την κατάστασή της. Βέβαια με τα πολλά που έχει περάσει τα χάνει μερικές φορές, όπως τότε που είδε τον Γρηγόρη με την ρόμπα που σου δίνουν για να μπεις στην Εντατική και τον ρώτησε «Γρηγόρη μου τι έχεις; γιατί σε βάλανε στην εντατική;», ή την άλλη φορά που έβριζε τη Μιρέλα γιατί ενώ ήταν στην εντατική δεν της είχε φέρει καλλυντικά να μακιγιαριστεί.

Οι γιατροί όταν την εξετάζουν πρώτη φορά, δεν πιστεύουν το ιστορικό της. Οι κοπέλες βαριούνται πλέον να εξηγούν και να μην τους πιστεύουν και έτσι τα έχουν όλα γραμμένα και απλά τα δίνουν στον νέο γιατρό που τυχαίνει να την αναλάβει ως περιστατικό. Στην αρχή, που δεν ξέρουν με τι έχουν να κάνουν, παίρνουν τεθλιμμένο ύφος και λένε ... «άσχημα τα πράγματα! Δεν θέλουμε να σας δώσουμε ελπίδες» και άλλα τέτοια, στην πορεία σχίζουν τα διπλώματά τους, γιατί η κα Μαρίνα είναι ο Λάζαρος προσωποποιημένος! Πέντε γιατρούς έχει πεθάνει!!

Ούτε ο κυρ Γρηγόρης, δεν είναι κανα θηρίο υγείας. Και αυτός με τα εγκεφαλικά του και τα εμφράγματα, αλλά κρατιέται καλά, και βέβαια φροντίζει και τη Μαρίνα.

Όλη η παρέα σήμερα θα βγάλει έξω τον κυρ Γρηγόρη. Θα τον πάμε βόλτα να ξεσκάσει ο άνθρωπος.

Όταν ήμασταν πιο μικρά το σπίτι αυτών των ανθρώπων ήταν πάντα ανοιχτό. Υπήρχε μια μεγάλη κουζίνα, με ένα τραπέζι που μας χώραγε όλους. Παίζαμε μπιρίμπα με τις ώρες, πίναμε φραπέδες με παγωτάκι που μας έφερνε ο κυρ Γρηγόρης από το ζαχαροπλαστείο κάτω από το σπίτι. Ερχότανε ο άνθρωπος κατάκοπος από τη δουλειά πάντα αργά το απόγευμα, και εμείς είχαμε κάνει κατάληψη στο σπίτι του. Όχι μόνο δεν γκρίνιαζε για την φασαρία μας, και την αναρχία που φέρναμε στο σπίτι του, αλλά πάντα μας παράγγελνε πίστες, ή σουβλάκια, μας έκανε πλάκα και μας έλεγε απίθανες ιστορίες, τρελαινόμασταν όλοι για τις ιστορίες του κυρ Γρηγόρη.

Η κυρία Μαρίνα, δεν είχε ποτέ φαγητό στο σπίτι, ήταν καλομαθημένη, και αρχόντισσα, καμία σχέση με της άλλες μαμάδες, του «φάε» και του «μη», της άρεσε που πηγαίναμε σπίτι της, αδιαφορούσε για την ακαταστασία που δημιουργούσαμε και τη βρώμα, δεν την ένοιαζε αν υπάρχει φαγητό για τον άνδρα της και τα παιδιά της, αλλά το μακιγιαζ ήταν πάντα τέλειο, και το χτένισμα κομμωτηρίου στην ημερήσια διάταξη. Με ένα τσιγάρο στο χέρι, μας έκανε τράκα, και είχε ένα χιούμορ τόσο καυστικό, που μερικές φορές σε έφερνε σε δύσκολη θέση.

Τα καλύτερά μου χρόνια τα θυμάμαι στο σπίτι στην Ιλιδος, παρέα με τον Φώτη, και τις δίδυμες, το τσιγάρο της κυρίας Μαρίνας και τις ιστορίες του κυρίου Γρηγόρη.

Είμαι σίγουρη ότι σύντομα η Μαρίνα θα βγει από την εντατική, λίγο καταβεβλημένη, λίγο πιο «σπασμένη» βέβαια, αλλά όλο αυτό δεν μου αρέσει. Πιστεύω ότι για αυτή τη γυναίκα, τόσο κοκέτα, τόσο καθωσπρέπει, τόσο αρχόντισσα, όλη αυτή η ταλαιπωρία πλέον είναι εξευτελισμός. Αλλά τι να κάνεις;

Ούτε για τον κύριο Γρηγόρη πάλι είναι ευχάριστη αυτή η κατάσταση. Την λάτρεψε αυτή τη γυναίκα, δεν της χάλασε ποτέ χατίρι, και τώρα παιδεύεται, τυραννιέται και να την φροντίζει και να την αισθάνεται έτσι να σβήνει, σιγά σιγά.

Για μένα και οι δυο τους είναι γονείς, όπως οι δίδυμες είναι αδελφές, και αυτό που κρατάω είναι οι όμορφες αναμνήσεις και η τρέλα αυτών των ανθρώπων, που ακόμα εκφράζετε με τον τρόπο της ... με την Μαρίνα που δεν της αρέσει η νυχτικιά της εντατικής, και με τον Γρηγόρη που θέλει να πετάξει τα παλιά έπιπλα και να πάρει από το ΙΚΕΑ, τα μοντέρνα ... «αυτά με το πλέξιγκλας».

Sui Generis άνθρωποι.

Τι φαγάκι να σας γράψω τώρα; Λεω να σας γράφω για ψαράκι, που είναι και το αγαπημένο μου πιάτο άλλωστε.

Τσιπούρα Γεμιστή

4 μικρές τσιπούρες (300 γρ. η κάθε μία)
½ ποτήρι ελαιόλαδο
ξύσμα από 1 λεμόνι
1 ποτήρι λευκό κρασί, ξηρό
αλάτι και πιπέρι

4 φέτες ψωμί μπαγιάτικο
1 ποτήρι γάλα
2 μέτρια κρεμμύδια ψυλοκομμένα
1 φλιτζάνι μαϊντανό ψιλοκομμένο
1 αυγό

Μουλιάζετε το ψωμί στο γάλα και το στύβετε καλά να βγάλει όλα τα υγρά. Το ανακατεύετε με το αυγό, το κρεμμύδι και τα 2/3 από τον μαϊντανό να γίνει ένα ομοιογενές μίγμα. Πλένετε τις τσιπούρες και τις σκουπίζετε καλά με απορροφητικό χαρτί. Τις αλατοπιπερώνετε και εσωτερικά και τις γεμίζετε με το μίγμα. Τις δένετε με ένα σπάγκο κουζίνας, για να διατηρηθεί το σχήμα τους και να μην χυθεί η γέμιση. Βάζετε τις τσιπούρες σε ταψί, τις περιχύνετε με το λάδι και τις πασπαλίζετε με τον υπόλοιπο μαϊντανό και με το ξύσμα του λεμονιού. Τις ψήνετε σε προθερμασμένο φούρνο για 20 λεπτά στους 220 βαθμούς πάνω κάτω. Στη μέση του ψησίματος τις περιχύνετε με το κρασί. Ταιριάζουν πολύ με πατατοσαλάτα, ή κολοκύθια βραστά.

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

Είσαι ψώνιο ρε φίλε …

Πρόσφατα έμαθα ότι μία γνωστή μας, κόρη φίλης της μητέρας μου, χωρίζει με τον άνδρα της, ή είναι σε μαλώματα τέλος πάντων. Ως εδώ τίποτα περίεργο, πολλά είναι τα ζευγάρια που χωρίζουν, αποτέλεσμα των βιαστικών γάμων και των γρήγορων αποφάσεων.

Το ζευγάρι αυτό, είναι μία περίεργη κατάσταση. Η κοπέλα, από παλιά αστική οικογένεια της Αθήνας, παιδί χωρισμένων γωνιών και αυτή με μία σχετική οικονομική επιφάνεια, καλές σπουδές, πιάνο, μπαλέτο, κλπ, μέχρι που μιλάει στην μητέρα της στον πληθυντικό. Όμορφη και χαριτωμένη, στα 40 της σήμερα, είναι μία γυναίκα με ουσία και υπόσταση.

Ο σύζυγος, λίγα χρόνια νεώτερος, χοντρούλης, αδιάφορος θα έλεγα, από οικογένεια της Αθήνας μέτριου οικονομικού υπόβαθρου, υπάλληλοι οι γονείς, όπως όλοι μας ένα πράγμα. Καλές σπουδές και αυτός, ασχολείται με δημόσιες σχέσεις και άλλα τέτοια φρου-φρου και αρώματα, σε μεγάλη πολυεθνική εταιρία.

Χρόνια τώρα μαθαίνουμε νέα τους μέσω των γονέων, και να τα «κουτσομπολιά» και να τα «νέα». Άντε και να τους δούμε σε τίποτα χριστουγεννιάτικα τραπέζια. Έτσι με τον καιρό μάθαμε για τη Βίλα που νοίκιασαν στην Εκάλη, γιατί οι «επαγγελματικές τους υποχρεώσεις» είναι μεγάλες και πρέπει να «δεξιώνονται» αντίστοιχα, για τα αυτοκίνητα 4x4, SUV, cabrio, κλπ, που αγοράζουν γιατί πάλι έτσι επιβάλετε από τους επαγγελματικούς τους κύκλους, για το ότι διακοπές πηγαίνουν μόνο σε νησιά του Ειρηνικού με εξωτικά ονόματα, γιατί εκεί πηγαίνει ο κύκλος τους και τέλος πάντων η «Ελλάδα είναι βαρετή», και άλλα τέτοια σαχλά.

Στην αρχή έλεγα ότι όλα αυτά είναι κομπασμοί της οικογένειας γιατί κάπως έτσι βλέπουν αυτοί οι άνθρωποι την επιτυχία. Στην πορεία βέβαια, η ίδια η κοπέλα μου είπε ότι πηγαίνει κάθε δεύτερη μέρα στο κομμωτήριο το πρωί πριν πάει στη δουλειά, και ότι αυτή και το στεφάνι της ψωνίζουν μόνο από το Ντουμπάι, γιατί μόνο εκεί βρίσκουν αυτά που θέλουν στις τιμές που θέλουν. Έμαθα επίσης ότι ο καλός της κανονίζει σαββατοκύριακα έκπληξη για λογαριασμό της, σε περίεργα μέρη με περίεργα μεταφορικά μέσα, ότι κάνουν συχνά τραπέζια σε συνάδελφους από τις πολυεθνικές που εργάζονται και προσλαμβάνει Σεφ να τις μαγειρέψει, ότι έχει φιλιπινέζα live – in, αλβανό κηπουρό, ρουμάνο οδηγό, βούλγαρο γυμναστή, και ινδό καντιλανάφτη, και επίσης έχει πολύ δουλειά, πολύ πολύ δουλειά! Έτσι είναι αυτά τα πράγματα.

Πέρναγε λοιπόν ο καιρός, μέσα στη ρουτίνα της χαράς και εργασίας, και της παράλληλης ενασχόλησης με το προσωπικό που απασχολούσαν, άντε και με κανένα σκύλο. Παιδιά γιοκ όμως, όπως οι περισσότεροι εξάλλου αυτής της γενιάς. Αποτέλεσμα κακού σεξ, ή καθόλου σεξ ή γενικότερης υπογονιμότητας που έτσι κι αλλιώς χαρακτηρίζει τη γενιά μας, ή άγχους – το πιο πιθανό – πάντως παιδιά γιοκ, και άρα άντε να κάνουμε και μερικές εξωσωματικές μπας και γίνει κάτι. Αντε και κάνουν, βάζουν και τους φιλιπινέζους να ρίξουν κανα βουντού, βάζουν και τις μανάδες να κάνουν κανα τρισάγιο, και τσουπ, κάτι γίνετε αλλά δυστυχώς μείναμε από λάδια στα μισά, τρόμαξε και η κοπέλα, «δεν θα πεθάνω εγώ από τα πειράματα είπε, μη σώσω και γίνω μάνα!!» και βέβαια είχε απόλυτο δίκιο το κορίτσι.

Με τούτα και με κείνα, και με μερικά garden party στη βίλα της Εκάλης, περνάει ο καιρός, και κάπου στην πορεία καταλαβαίνουμε ότι το στεφάνι μας, που μας λατρεύει, που δεν του αρέσει που δουλεύουμε γιατί κουραζόμαστε και έτσι και αλλιώς αυτός βγάζει λεφτά, που μας κοιτάει στο στόμα και από τις πολλές εκπλήξεις που μας κάνει από αγάπη έχουμε χάσει τον προσανατολισμό, που για χάρη του βάλαμε και λίγη σιλικόνη στο στήθος που ποτέ δεν είχαμε, και που για κάποιο λόγο μία ανασφάλεια την έχουμε, εκεί λοιπόν πάνω σε αυτή την πορεία, καταλάβαμε ότι το στεφάνι μας δεν ήταν στο ξενοδοχείο που έλεγε ότι ήταν σε κάποιο από τα ταξίδια του στην συμπρωτεύουσα, και μάλλον το στεφάνι μας ... μας δουλεύει ψιλό γαζί.

Και μιας και το στεφάνι, που μαζί με τον μισθό του από την πολυεθνική αυξάνετε και το νούμερο των ρούχων του, και αντίστοιχα μειώνετε ο αριθμός των μαλλιών του, τώρα τελευταία μας λεει διάφορα περίεργα για τον κύκλο που κινούνται που αποτελεί τον φυσικό τους χώρο και όχι η γειτονιά στην ανθούπολη που μεγάλωσε με τους υπαλλήλους γονείς του, αυτό το στεφάνι μας τα έχει σπάσει με την μεγαλομανία του και την ψωνάρα του, είπαμε λοιπόν να τον αφήσουμε σύξυλο, και να γυρίσουμε πίσω στην μαμά μας, στην καμαρά μας της παιδική.

Η δε μαμά, εκεί που όλο περηφάνια, ο γαμπρός αυτό και ο γαμπρός εκείνο, και που τέλος πάντων ερχότανε η στιγμή που αισθανόσουνα χοντρός μαλάκας που εσύ δεν έχεις αυτά που έχει εκείνος, και που έπρεπε να απολογηθείς στη δικιά σου μάνα γιατί είσαι τόσο μα τόσο αποτυχημένη, ήρθε λοιπόν η ώρα που αυτή η ηρωική μάνα, είπε το γαμπρούλη μας «ψωνάρα» και ήρθε και εμάς ο κύκλος μας και ηρέμησε, και γύρισαν τα πράγματα στην φυσιολογική τους θέση.

Ετσι λοιπόν αγαπητοί μου μλογκόφιλοι, φαίνετε ότι έληξε άλλη μία ιστορία αγάπης, και πάθους!!

Φαγάκια τώρα!

Μιας και το μπριάμι αρέσει σε πολλούς, και είναι και εύκολο φαγητό, έψαξα και βρήκα τη συνταγή του γαλλικού Μπριάμι, που πρόσφατα έγινε και όνομα ήρωα ταινίας κινουμένων σχεδίων, το περίφημο Ρατατούιγ!! Κατά τη γνώμη μου ένα καλοφτιαγμένο ρατατούιγ είναι πολύ ποιο νόστιμο και αρωματικό, από ένα κλασικό μπριάμι, και σας προτείνω να προσπαθήσετε να το φτιάξετε έτσι τουλάχιστον μία φορά.

Ρατατούιγ (για 4 άτομα)


6 μικρά άσπρα κρεμμυδάκια (αν γίνετε σαν αυτά του στιφάδου, αν δεν βρείτε βάλτε κανονικά αλλά να είναι μικρά)
3 σκελίδες σκόρδο
1 πράσινη πιπεριά
1 κόκκινη πιπεριά
2 κολοκυθάκια
4 μέτριες ντομάτες
2 μέτριες μελιτζάνες
2 κλωνάρια φρέσκο θυμάρι, ή 2 κουταλιές του γλυκού τριμμένο ξερό θυμάρι
2 φύλλα δάφνης
2 κλωνάρια φρέσκο δενδρολίβανο ή 2 κουταλιές του γλυκού ξερό δενδρολίβανο
3 φύλλα βασιλικού
2 φύλλα φασκόμηλο
½ ποτήρι λάδι
αλάτι και πιπέρι

Ξεφλουδίζουμε τα κρεμμύδια και το σκόρδο, και τα αφήνουμε ολόκληρα, δεν τα ψιλοκόβουμε. Σε βραστό νερό ζεματάμε για 5 λεπτά τις πιπεριές ολόκληρες, τις σουρώνουμε τις κόβουμε στα δύο και αφαιρούμε τους σπόρους. Πλένουμε τα κολοκύθια και τις μελιτζάνες και τα κόβουμε σε χοντρά κομμάτια. Ζεματάμε τις ντομάτες για 1 λεπτό, τις σουρώνουμε, τις ρίχνουμε σε κρύο νερό, τις ξεφλουδίζουμε, τις κόβουμε στα τέσσερα και αφαιρούμε τα σπόρια. Σε βαθιά και μεγάλη κατσαρόλα ρίχνουμε τα λαχανικά με το λάδι, και τα αρωματικά, αλατοπιπερώνουμε και τα βράζουμε σε χαμηλή φωτιά για 20 λεπτά με σκεπασμένη κατσαρόλα χωρίς να ρίξουμε καθόλου νερό. Μετά αφαιρούμε το καπάκι, και συνεχίζουμε το μαγείρεμα μέχρι να χυλώσει η σάλτσα. Το σερβίρουμε ζεστό ή σκέτο με τυρί είτε ως συνοδευτικό κρέατος. Εάν χρησιμοποιήσετε κλωνάρια από φρέσκο θυμάρι και δενδρολίβανο, θα καταλάβετε την αρωματική υπεραξία που δίνουν αυτά τα μυρωδικά σε ένα τέτοιο πιάτο.

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008

Μαντόνα (μίο που λένε και οι Ιταλοί)

Τις προάλλες διάβαζα ένα άρθρο για την θεία Μαντόνα, από τα πολλά που υπάρχουν λόγω της συναυλίας της στην Ελλάδα.

Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι γενικώς μου αρέσει η κοπέλα, και τώρα και παλιότερα την εποχή της νιότης μου και του material girl. Μάλλον θα πήγαινα στην συναυλία αν ήμουν στην Αθήνα εκείνη την ημέρα, αλλά μίας και δεν θα είμαι, γλίτωσα το 80-αρι. Τώρα τι δεν είμαι;

Δεν είμαι φανατική οπαδός της, και πως να είσαι άλλωστε αφού έχει μέτρια φωνή, και βγάζει γενικώς χαζοτράγουδα, με τα οποία όμως γενικά διασκεδάζεις. Αυτή λοιπόν η ελαφρότητα και η μετριότητα δεν μπορεί να σε κάνει φανατική οπαδό.

Δεν πιστεύω ότι είναι φαινόμενο. Είναι βέβαια στην κορυφή πάρα πολλά χρόνια όχι όμως για την καλλιτεχνική της αξία αλλά για τον τρόπο που χειρίζεται το μαρκετινγκ και την ικανότητά της να χτίζει το μύθο της και να προκαλεί.

Δεν πιστεύω ότι είναι όμορφη, ή καλή χορεύτρια με ωραίο σώμα.

Δεν πιστεύω ότι επειδή έκανε δύο παιδία και έγραψε και μερικά παιδικά παραμύθια ξαφνικά έγινε η άγια μητέρα – πρότυπο.

Δεν πιστεύω ότι είναι αξιόλογος άνθρωπος, δεν χρησιμοποίησε ποτέ τη δόξα της και τη δύναμή της για να μιλήσει για τον πόλεμο, για το περιβάλλον, για την πείνα.

Διαβάζοντας λοιπόν τη συνέντευξη έμαθα, για όλα της τα βίτσια και της τρελές απαιτήσεις που άνθρωποι σαν αυτή έχουν κατά τη διάρκεια των τουρ που κάνουν. Για τα καπάκια της τουαλέτας που πρέπει να αλλάζουν κάθε μέρα, για τα άσπρα μπουμπούκια από τριαντάφυλλα που πρέπει να τα αλλάζουν και αυτά κάθε λίγες ώρες, για το συγκεκριμένο νερό που πίνει και το φέρνουν δεν ξέρω και γω από πού, και όλα τα άλλα που βέβαια πλάθουν και διατηρούν ανθρώπους – μύθους.

Επειδή παράλληλα διάβασα ένα άλλο άρθρο για το πόσο απλή είναι η Μεριλ Στριπ, που ήρθε στην Ελλάδα για το Μαμα Μία, και για το πόσο ΔΕΝ το παίζει βεντέτα και για το πόσο ΔΕΝ ζήτησε παράλογα πράγματα. Δεν μπόρεσε έκανα τη συγκρίσει και είπα μέσα μου πετώντας το περιοδικό με το άρθρο για τη θείτσα Μαντόνα ...

... «Δεν μας χέζεις ρε Μαντόνα» ...


Σήμερα δεν προλαβαίνω να γράψω συνταγή. Από Δευτέρα.

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2008

Διάθεση

Σήμερα δεν έχω διάθεση, έχω και πολλά άλλα να κάνω που έχουν μείνει πίσω, μου έτυχαν και διάφορα που με χάλασαν περισσότερο. Χάλια σας λεω. Δεν ...

Δεν έχει σχολιασμό σήμερα, αλλά θα σας γράψω τη συνταγούλα ώστε να μην πεινάσουν τα παιδάκια σας!

Κρέμα με ροδάκινα

4 μεγάλα ροδάκινα ή νεκταρίνια
750 ml γάλα
125 γραμμάρια βούτυρο
150 γραμμάρια ζάχαρη
90 γραμμάρια αλεύρι
3 αυγά
1 κλωνάρι βανίλια σχισμένο κάθετα ή μία κάψουλα βανίλιας
½ πακέτο πτι-μπερ ψιλοκομμένα

Σε μία κατσαρόλα βάζουμε το γάλα και τη βανίλια και το ζεσταίνουμε σε χαμηλή φωτιά, χωρίς να βράσει. Σε ένα μπολ ανακατεύουμε τη ζάχαρη, το αλεύρι και τα αυγά. Προσθέτουμε λίγο από το χλιαρό γάλα στο μίγμα σιγά σιγά και ανακατεύουμε. Αδειάζουμε αυτό το μίγμα στην κατσαρόλα με το υπόλοιπο γάλα και ανακατεύουμε συνεχώς μέχρι να πήξει. Το αφαιρούμε από τη φωτιά και προσθέτουμε το βούτυρο. Αν έχουμε βάλει κλωνάρι βανίλιας το αφαιρούμε, αφού το ξύσουμε λίγο με ένα μαχαιράκι να βγουν όλα τα υπέροχα μαύρα σποράκια που έχει. Απλώνουμε την κρέμα σε ένα ταψάκι για να κρυώσει αλλά την σκεπάζουμε με πλαστική μεμβράνη για να μην κάνει κρούστα (η μεμβράνη πρέπει να εφάπτεται με την επιφάνεια της κρέμας). Καθαρίζουμε τα ροδάκινα και τα κόβουμε σε λεπτές φέτες. Σε ένα τσέρκι – ή αν δεν έχετε σε ένα ταψάκι, στρώνουμε μία στρώση με μπισκότα, καλύπτουμε με κρέμα και βάζουμε πάνω φέτες ροδάκινου. Επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία με μία δεύτερη στρώση μπισκότου – κρέμας – ροδάκινου, μέχρι να τελειώσουν τα υλικά. Αφού κρυώσει το βάζουμε στην κατάψυξη. Μία ώρα πριν την κατανάλωση το βγάζουμε από την κατάψυξη αν και παγωμένο είναι το ίδιο ωραίο.

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

Κάψουλας ήταν και πέρασε

Δεν μου λετε ρε παιδιά, έκανε κάψουλα και δεν το κατάλαβα; Εντάξει τη ζέστα του την είχε, άλλα δεν θα το έλεγα κάψουλα. Βέβαια από αιρ κοντισιον σε αιρ κοντισιον πάω εδώ και δύο μέρες, αλλά για παράδειγμα χτες που ήμουν καλεσμένη σε τραπέζι στα βόρεια προάστια και τρώγαμε έξω στον κήπο, δεν θα έλεγα ότι έβραζε ο θεός τον κόσμο.

Τζάμπα φασαρία, και βέβαια πανικός. Αλλά μήπως τώρα τελευταία έχουμε γίνει πολύ μη-μου-απτου; μπιζουδάκια; Έχουμε κακοσυνηθίσει, με την σταθερή θερμοκρασία είτε στο αυτοκίνητο είτε στη δουλειά, και μας κακοφαίνεται, το καλοκαιράκι και η ζέστα του; Μήπως μας αρέσει ο πανικός; έτσι να τρέχουμε πανικόβλητοι, πάνω κάτω και να γκρινιάζουμε «κάνει ζέστα!!!» «κάνει ζέστα!!!», λεω εγώ τώρα, μήπως;

Μήπως τη βρίσκουμε να ακούμε χαζοχαρούμενους ρεπόρτερ, με live link από της κατάμεστες και βρωμερές παραλίες στης Γλυφάδας – πιο μακριά δεν πάνε, δεν φτάνει το budget – να ρωτάνε αργόσχολους (αλλιώς γιατί δεν είναι στη δουλειά τους;) αν προσπαθούν να ξεπεράσουν με το κολύμπι τον καύσωνα! Τόσο ευφάνταστα ερωτήματα. Τέλος πάντων δεν ξέρω, εγώ κάψουλα δεν ένιωσα σήμερα.

Πέραν τούτου όμως έχω να σας θέσω ένα ερώτημα, πολύ σημαντικό για εμένα και για την αυτοεκτίμησή μου. Το κύριο Βέλτσο τον ξέρετε; εκείνον τον καθηγητή του πανεπιστημίου, φίλο του κου Σημίτη, άντε γεια σου αυτόν!

Τον καταλαβαίνετε; γιατί εγώ μόνο τα άρθρα καταλαβαίνω από της προτάσεις του!

Έχω πρόβλημα με αυτό! Δεν τολμάω να το πω σε κανένα μην με περάσουν για καμία χαζή χωρίς κουλτούρα, χωρίς γνώσεις κλπ. Ο τύπος είναι σπουδαίος, γκουρού, διαβασμένος, ασχολείται με σοβαρά ζητήματα, άντε λεω είναι σε άλλο επίπεδο ...

Μέχρι χτες που έπεσε στα χέρια μου μία συνέντευξη που έδωσε σε περιοδικό κυριακάτικης εφημερίδας, σε έντυπο δηλαδή πολύ light και μαζικής κατανάλωσης, όχι σε καμία επιστημονική επιθεώρηση φιλοσοφίας και κοινωνιολογίας. Πιστέψτε με το διάβασα 4 φορές και σε διαφορετικές φάσεις όχι συνεχόμενα, και ούτε το θέμα δεν κατάλαβα, όχι τι ήθελε να πει, αλλά για πιο θέμα μιλούσε!!! Χαζή δεν είμαι, ίσως να στερούμαι ειδικών γνώσεων κοινωνιολογίας, όπως πολύς κόσμος άλλωστε, αλλά τόσο χαζή που να μην καταλαβαίνω για πιο πράγμα μιλάει, δεν θα έλεγα.

Το περίεργο είναι ότι είναι καθηγητής στο Πάντειο πανεπιστήμιο και διδάσκει επικοινωνία. Μα πως διδάσκει κάτι που ο ίδιος δεν εφαρμόζει; Αυτός ο άνθρωπος κάνει προφανώς τα αδύνατα δυνατά για να ΜΗΝ επικοινωνήσει. Είναι σαν τον χειρουργό που διδάσκει χειρουργική αλλά δεν έχει χειρουργήσει ποτέ, ή σαν τον γλύπτη που διδάσκει γλυπτική, αλλά δεν έχει σκαλίσει ούτε μία πέτρα.

Η επικοινωνία είναι η τέχνη της δημιουργίας συνθηκών κατανόησης και συναντίληψης ενός θέματος, το να λεει ο ένας άσπρο και να καταλαβαίνει ο άλλος μαύρο, ή να μην καταλαβαίνει, αυτό δεν είναι επικοινωνία. Και για να βγαίνει ο κύριος αυτός με συνέντευξη σε ένα τέτοιο περιοδικό σημαίνει, ότι κάτι ήθελε να πει που να το καταλάβουν οι αναγνώστες του περιοδικού, αλλιώς γιατί έδωσε συνέντευξη. Αν τώρα δεν τον ενδιαφέρει αν τον καταλαβαίνουν, τότε και πάλι δεν είναι καλός στην επικοινωνία, μιας και οι βασικές αρχές λένε ότι το βάρος της επιτυχίας της επικοινωνίας πέφτει στις πλάτες αυτού που εκπέμπει το μήνυμα και όχι σε αυτόν που το λαμβάνει.

Τέλος πάντων, αφού έκανα φιλότιμες πραγματικά προσπάθειες να καταλάβω το θέμα και την ουσία τουλάχιστον, και ας μου ξέφευγαν οι λεκτικές λεπτομέρειες, κατάληξα στα εξής λογικά συμπεράσματα: α) χαζή δεν είμαι, απλά αυτός δεν ενδιαφέρετε να επικοινωνήσει με άτομα σαν εμένα β) κάτι πίνει και δεν μας λεει, γ) μπας και τον βάρεσε ο κάψουλας; δ) ο κος Σημίτης καταλαβαίνει τι του λεει ο φίλος του ή απλά άλλα λεει ο ένας άλλα ο άλλος και είμαστε όλοι μία ευχάριστη οικογένεια;

Αυτά για σήμερα.

Το σημερινό φαγάκι είναι απλό και καθημερινό. Σκοπεύω σύντομα να αρχίσω να γράφω και πιο περίπλοκες συνταγές που δεν είναι για όλους ούτε για όλες τις ώρες. Αλλά αυτό το σημερινό φαγάκι είναι εύκολο και θα το φτιάξετε σας λεω.

Πέννες με ντομάτα και βασιλικό

½ κιλό πέννες
½ κιλό φρέσκες ώριμες ντομάτες, αρκετά σφιχτές όμως
1 ματσάκι βασιλικό
4 κουταλιές λάδι
παρμεζάνα τριμμένη

Βράζουμε τις πένες σύμφωνα με τις οδηγίες του κουτιού. Βάζουμε σε δεύτερη κατσαρόλα, άφθονο αλατισμένο νερό να βράσει και όταν κοχλάζει ρίχνουμε τις ντομάτες - που έχουμε χαράξει ένα σταυρό στον πάτο τους - για 1 λεπτό. Τις στραγγίζουμε και τις ρίχνουμε σε παγωμένο νερό για άλλο ένα λεπτό. Με αυτό τον τρόπο ξεφλουδίζονται πολύ εύκολα η ντομάτες, χωρίς να πρέπει να πετάξετε την μισή τους σάρκα. Τις κόβουμε στη μέση και πετάμε τα σπόρια, την σάρκα την κόβουμε σε μικρούς κύβους. Πλένουμε τα φύλλα του βασιλικού τα σκουπίζουμε και τα ψιλοκόβουμε. Σε μία μικρή κατσαρόλα ρίχνουμε το λάδι, ρίχνουμε την ντομάτα, σκεπάζουμε την κατσαρόλα και τα αφήνουμε να αχνιστούν για 5 λεπτά σε μέτρια φωτιά. Τότε αλατοπιπερώνουμε προσθέτουμε και τον βασιλικό και τα αφήνουμε για άλλα 5 λεπτά. Όταν σουρώσουμε τις πένες τις ανακατεύουμε στην κατσαρόλα με την σάλτσα και τις σερβίρουμε αχνιστές, πασπαλίζοντας με τριμμένη παρμεζάνα.

Τρίτη 8 Ιουλίου 2008

Pink Martini και γκόμενες

Πολύ καλοί οι Pink Martini χτες βράδυ σε μία όμορφη και κατάμεστη για τον Λυκαβηττό βραδιά. Αυτά τα παιδία από το Ορεγκον της Αμερικής, είναι πολύ έντεχνα, με πολλά όργανα – 10 μουσικοί έπαιζαν χτες – και μια καταπληκτική φωνή.

Βέβαια, δεν ξέρω πόσο συναυλιακοί είναι, με την έννοια που δίνουμε εμείς εδώ στις συναυλίες σαν αυτές του Λυκαβηττού. Θέλω να πω ότι οι άνθρωποι ξεκίνησαν με το Bolero του Ravel, έπαιξαν πολλά τραγούδια από διάφορες χώρες, στα κινεζικά και στα κροατικά, είχαν βιρτουόζους μαζί τους να παίζουν έργα για Βιολί και Τσέλο, ωραία πράγματα αλλά, μάλλον όχι για το κοινό που είχε μαζευτεί χτες στο θέατρο.

Το απόγευμα πριν τη συναυλία έλεγα σε ένα φίλο ότι θα πάω με «αυτούς και εκείνους», και μου είπε «ο Βασίλης έρχεται για τις χαζογκόμενες που θα μαζευτούν!». Αυτό μάλλον αδικεί τον Μπιλ που δεν είναι τέτοιος τύπος καθόλου, παρ΄ όλα αυτά η διαπίστωση παραμένει, οι χαζογκόμενες θα πήγαιναν χτες να δουν Pink Martini στο Λυκαβηττό.

Όπως καταλαβαίνετε είχα μία έγνοια, μία αγωνία. Θα έχει τέτοιες; και πως είναι δηλαδή; Μέσα στο άγχος μου το μεγάλο, έκανα και πολύ αισιόδοξες εκτιμήσεις για το πως θα πάμε εκεί. Είπαμε να πάμε με το αυτοκίνητο νωρίς, να το παρκάρουμε «πάνω». Καλή η σκέψη πιθανών αλλά στην εκτέλεση αποτύχαμε γιατί κανονικά για να μας αφήσουμε να πάμε απάνω έπρεπε να είμαστε εκεί κατά τις 6 το πρωί, αλλιώς δεν έχεις πιθανότητες. Εμείς, σαν τη τρελή χαρά φύγαμε από το σπίτι στις 7:50, για να δούμε συναυλία στις 9:30, λες και έπρεπε να πάμε στη Θήβα και όχι στο καράκεντρο της Αθήνας. Μέσα από ασύλληπτη κίνηση, Δευτέρα απόγευμα με καύσωνα μιλάμε τώρα, καταφέραμε να είμαστε στη περιφερειακή του Λυκαβηττού στις 8:35, όπου επικρατούσε ο κακός χαμός, με μία συνεχόμενη ουρά μέχρι την στροφή για να ανέβεις προς το Θέατρο. Εκεί κάτσαμε κανα 20-λεπτό, όπου και αγχωθήκαμε μίας και πέρναγε η ώρα, ήταν σαφές ότι το αυτοκίνητο δεν μπορούσαμε να το ανεβάσουμε απάνω, και άρα κάτι έπρεπε να το κάνουμε! Αφού αφήσαμε μερικούς να ανέβουν με τα πόδια, μίας και είχαμε τα εισιτήρια όλης της παρέας μαζί μας, τρέχαμε σαν τρελοί, εγώ και η Φιφή στο κολωνάκι να βρούμε να παρκάρουμε και μετά να δούμε πως θα ανέβουμε απάνω. Τελικά παρκάραμε κάπου, με τρεχάλα φτάσαμε στο Τελεφερίκ, όπου δεκάδες τουρίστες περίμεναν να ανέβουν να θαυμάσουν τη θέα, ενώ εγώ είχα το εγκεφαλικό στο στόμα, λόγω τρεξίματος, καθυστέρησης και φυσικά ζέστης! Άντε και φτάνουμε στη κορυφή, άλλο τρέξιμο να πάμε στο θέατρο (δεν είναι μικρή η απόσταση σας λεω), να βρεθούμε τελικά στο θέατρο στις 9:35, έχοντας χάσει κανα κιλό ιδρώτα. Εκεί δύο άτομα κράταγαν θέσεις για 8, αλλά τελικά καλά τα είχαν καταφέρει.

Ο κόσμος; πολλές «κοπελιές» δηλαδή, ρομαντικές κοριτσούδες, με τις φίλες τους, γυναικοπαρέες που τους αρέσει η Latin και τρελαίνονται με το Amando Mio. Πολλές φοιτήτριες και αρκετές γιάπισσες θα έλεγα, με τα σινιέ αλλά light φουστανάκια! Μια χαρά δηλαδή. Γέλασα ιδιαίτερα με μερικούς τύπους που είδα, όπου προφανώς τους είχε σύρει η γκόμενα μαζί, γιατί δεν τρελάθηκαν με κάθε γνωστό Latin που έπαιζε η μπάντα, ούτε θεωρούσαν το Come stas Yiolanda (έτσι γράφετε;) ρομαντική ευκαιρία να αγκαλιαστούν στο φεγγαρόφωτο. Ήταν προφανές ότι προτιμούσαν μια άλλη συναυλία, αλλά πως να το πεις αυτό στην «Δανάη» (πάντα κάπως έτσι τις λένε αυτές) χωρίς να σου κάνει μούτρα για κανα μήνα!

Είχα την αίσθηση ότι όλοι αυτοί μάλλον απογοητεύτηκαν, γιατί κάτι άλλο περίμεναν, κάτι πιο δυνατό, πιο χορευτικό και ξεσηκωτικό και λιγότερο έντεχνο, αλλά δεν πειράζει. Υπήρχαν και μερικοί, λίγοι βέβαια, που έφυγαν στη μέση, ήταν προφανές ότι για κάτι άλλο είχαν προετοιμαστεί.

Τέλος πάντων, είχε αρκετές χαζογκόμενες, άλλα όχι με την έννοια της ρουβίτσας, μάλλον στο πιο κουλτουρέ θα έλεγα. Ωραία ήταν όμως, χάσαμε και τα κιλά μας με την ανάβαση – κατάβαση, είχε και δροσιά, δεν έπεσε και το θέατρο να μας πλακώσει, πέρασε και αυτό!

Α! Να μην το ξεχάσω ήταν και εκείνη η σκουλικαντέρα, το δεξί του ρουσό; που βγαίνει με την περήφανη φαλάκρα και λεει «ουδέν σχόλιο», λες και κόλλησε η κασέτα! Αυτός ντε! Ήρθε κύριος με το υπουργικό, αυτόν προφανώς τον αφήκανε να ανέβει απάνω, 20 δευτερόλεπτα πριν αρχίσει στις 9:50, γεμάτο το θέατρο, αλλά μίας και ήταν free sitting, κάτι φουσκωτοί του κράταγαν θέσεις από νωρίς. Καταχάρηκα όμως γιατί δεν έβλεπε τίποτα και μίας και του είχαν κρατήσει θέσεις κάτω και στο κέντρο, έβλεπε τις πλάτες αυτών που είχαν κατακλύσει την αρένα!!! Έτσι είναι δικέ μου, πριν ασκήσεις την εξουσία σου, πριν βάλεις κάποιους να σου κρατάνε θέσεις, φρόντισε να μάθεις αν θα γεμίσουν την αρένα η όχι, Λυκαβηττός είναι αυτός, όχι Ηρώδειο!

Αυτά τα χτεσινά, επειδή κάποιοι πανικοβλήθηκαν με τη πρόταση γάμου που έγραψα, να σας πω ότι είναι ο Μικρός ο Αποστόλης που παντρεύετε την Ξανθή! Πάρτε τον να του ευχηθείτε!

Ένα «ελαφρύ» φαγάκι σήμερα, μίας και κάνει ζέστη. Αλλά μην μου πείτε ότι δεν το έχετε φαει σε κάποιο φοιτητικό ταξίδι στην άγονη με το «Αιγαίο»; αν όχι δεν είμαστε στην ίδια γενιά!

Μακαρονάδα Καραβίσια

½ κιλό μακαρόνια με τρύπα
4 φλιτζάνια ζωμό κρέατος από 1 κύβο
1 κρεμμύδι ψιλοκομμένο
5 κουταλιές της σούπας βούτυρο φρέσκο και μυρωδάτο
2 κουταλιές κορν φλάουερ
αλάτι, πιπέρι και μπόλικο τριμμένο κεφαλοτύρι

Βράζετε τα μακαρόνια σύμφωνα με την συσκευασία, και παράλληλα φτιάχνετε τη σάλτσα. Στο μισό βούτυρο σοτάρετε το κρεμμύδι, μέχρι να μαλακώσει, σβήνετε με τον ζωμό και αφήνετε να βράσει μέχρι να μείνει το 1/3. Αλατοπιπερώνουμε, και δένουμε τη σάλτσα με το κορν φλάουερ. Αφού βράσουν τα μακαρόνια τα καιμε με το υπόλοιπο βούτυρο, και τα περιχύνουμε με την πηχτή σάλτσα. Με το κεφαλοτύρι συμπληρώνουμε λίγο τις θερμίδες μιας και απ΄ ότι καταλάβατε αυτό το πιάτο είναι μάλλον «ελαφρύ»!!

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2008

Αντουάν

Μάλλον τα έχουμε παίξει τελείως! Τυχαία χτες, ετοιμαζόμουνα να πάω σινεμά και είδα τον ξάδελφο, στην τηλεόραση. Αυτός ο άνθρωπος πάντα μου έφερνε ότι το παίζει κάτι που δεν είναι, όπως και ο Θείος του άλλωστε. Που και που βλέπεις σκηνές από την εποχή του ΄50 και του ΄60 με διάφορα ανθρωπάκια, ντυμένα με λευκά φράκα, στα βασιλικά σαλόνια και στα ανάκτορα, και απλά γελάς, μίας και γνωρίζεις πάρα πολύ καλά πως ήταν η Ελλάδα εκείνη την εποχή, και τι σχέση έχουμε εμείς με τα φράκα και τα παπιγιόν!

Τέλος πάντων, όπως ο Θείος του έτσι και ο Μισέλ, έχει ένα ύφος 65 καρδιναλίων, λες και είναι απ΄ ευθείας απόγονοι της Μαρίας Αντουανέτας και στις φλέβες τους ρέει βασιλικό αίμα. Έτσι και ο «μικρός» χτες παρμένος που τόλμησαν οι πληβείοι να αμφισβητήσουν την εντιμότητά του, μίλησε στα κανάλια, με μεγάλη καθυστέρηση βέβαια, αναφερόμενος στον εαυτό του στο τρίτο ενικό με τον τίτλο του. Ο Υπουργός! Μα είναι δυνατόν να αμφισβητούμε τον Υπουργό; που ακούστηκε!!! Τα συμφέροντα λεει χτυπάνε τον Υπουργό.

Ανεξάρτητα από τι είπε, και το αν πλήρωσε ο ίδιος ή όχι το τουρ στην Ευρώπη, έτσι και αλλιώς το σκάνδαλο δεν είναι τα λίγα ευρώ που κόστισε αυτό το ταξίδι, το ουσιαστικό είναι ότι αυτός και όλες οι υπόλοιπες σκουλικαντέρες, κάνουν κολλητή παρέα με τον κύριο προμηθευτή του Υπουργείου του. Αυτή είναι η ουσία. Στη δημοκρατία αυτό το πράγμα ονομάζετε σύγκρουση συμφερόντων – conflict of interest. Θέλει δεν θέλει από την στιγμή που επέλεξε να γίνει πολιτικός, που επιδίωξε να γίνει Υπουργός, αυτού του είδους οι παρέες πρέπει να περιοριστούν, αλλιώς και εγώ έχω κάθε δικαίωμα να πιστεύω ότι θέλω, και καμία Αντουανέτα με υφάκι σαν το χτεσινό δεν θα μου αλλάξει τα μυαλά.

Εχω και εγώ φίλους – στο εξωτερικό όχι στην Ελλάδα – που η δουλεία τους έχει άμεση σχέση με το επάγγελμα μου. Έχω βρεθεί σε δύσκολη θέση, έχω βρεθεί σε δίλημμα, έχω αποφασίσει να μην κάνω παρέα με κάποιους ή να μην συμμετάσχω σε διαγωνισμούς, όταν η σχέση μου θα μπορούσε να παρεξηγηθεί. Ας κόψουμε τα σάπια, ο Μισέλ δεν μπορούσε να αποχωριστεί την παρέα του Εθνικού μιζαδόρου όσο καιρό ήταν Υπουργός Μεταφορών; Τόσο δεμένοι είναι; Και τι μπούρδες είναι αυτές που μας τσαμπουνάνε όλοι περί κοινωνικού «στραγγίσματος» των πολιτικών! Κανένας δεν τους είπε να μην έχουν φίλους και να μην κάνουνε παρέες. Αλλά πρέπει να κάνουν κολλητή παρέα με αυτόν που μονοπωλεί της προμήθειες στους εποπτευόμενους οργανισμούς του Υπουργείου του;

Πέραν όμως αυτού, ξέρω πολύ καλά ότι ο κομματικός φανατισμός κάνει πολλούς ανθρώπους να μην βλέπουν έτσι τα πράγματα, και να νομίζουν ότι ο άνθρωπος πράγματι αδικείτε, δικαίωμά τους, αλλά το ύφος αυτού του ανθρώπου και ο τρόπος που μίλησε στον Ελληνικό Λαό, ήταν βαθύτατα απαξιωτικό και εξέπεμπε μία δόση ελιτισμού. Βλέπεις ο τύπος – δεν είναι ο μόνος βέβαια – ανήκει σε πολιτικό τζάκι (λες και είμαστε στην Αγγλία των λόρδων και του αστισμού, και όχι στην αγροτική μέχρι πριν 30 χρόνια Ελλάδα) και ο λόγος του πρέπει να είναι συμβόλαιο για τους υποτελείς δουλοπάροικους!

Τέλος πάντων πολύ ασχολήθηκα πάλι μαζί τους, έτσι και αλλιώς τι σχέση έχω εγώ με αυτούς; εμένα η οικογένειά μου (όπως και όλων των Ελλήνων άλλωστε) ήταν ξυπόλητη πριν 40 χρόνια, και τέλος πάντων κάτι κάναμε κάπως προοδεύσαμε, αυτοί είναι που πρέπει να μας πουν τι ήταν και πως γίνανε αυτό που γίνανε.

Λόγω ζέστας πρέπει να τρωτε ελαφρά φαγάκια και σαλατούλες. Έφτιαξα λοιπόν μία πάρα πολύ ωραία μελιτζανοσαλάτα χτες και είπα να σας την γράψω. Κατα τύχη μου βγήκε τόσο καλή γιατί μιας και δεν είχα καρύδια σπίτι, που έλεγε και η βασική συνταγή, έβαλα αμύγδαλα, είναι όμως πραγματικά πολύ νόστιμη και δροσιστική.

Μελιτζανοσαλάτα


1 κιλό μελιτζάνες φλάσκες
½ φλιτζάνι αμύγδαλα λευκά ή καρύδια
2-3 σκελίδες σκόρδο
½ φλιτζάνι ελαιόλαδο
2 κουταλιές της σούπας λεμόνι
2-3 κουταλιές της σούπας ξύδι

Καθαρίστε τις μελιτζάνες από το κοτσάνι τους και βάλτε τις σε ένα ταψάκι στο φούρνο στους 200 βαθμούς πάνω-κάτω για περίπου 1 ώρα (ίσως και παραπάνω ανάλογα με το μέγεθος τους) να ψηθούν. Έτσι όπως είναι ολόκληρες. Όταν ψηθούν καλά, και τις ζουλίξετε πρέπει να είναι πολύ μαλακές, σαν άδεια σακιά ένα πράγμα. Μόνο όταν γίνουν έτσι θα τις βγάλετε από τον φούρνο. Θα τις αφήσετε να κρυώσουν και μετά θα τις ανοίξετε και με ένα κουτάκι θα πάρετε όλη την ψίχα που είναι πλέον πολύ μαλακία. Στο μούλτι χτυπάτε το σκόρδο με τα αμύγδαλα ή τα καρύδια και το λάδι. Όταν γίνουν μία μάζα προσθέτετε τη μελιτζάνα το λεμόνι και το ξύδι, αλάτι και πιπέρι. Τα χτυπάτε όλα μαζί αρκετά μέχρι να γίνουν μία ασπρουδερή κρέμα. Βάλτε την στο ψυγείο να κρυώσει για λίγες ώρες πριν τη φάτε.

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2008

Εχω λέγετε ....

Μποσανόβες, τσατσαδάκια, μάμπο, σάμπες, πολύ Pink Martini, μία κασάσα, μία τεκίλα, ένα ρούμι, μία βότκα, μισό ουίσκι, μπόλικα limes και δυόσμο να φτιάξεις χιλιάδες κεφτέδες, μία πρόταση γάμου και αρκετός ιδρώτας είναι ο απολογισμός της χτεσινής νύχτας. Κέφι και όρεξη να έχουμε παιδία και όλα τα άλλα έπονται.

Μετά από τέτοια κραιπάλη, δικαιούμαι λοιπόν να σας πω τι γνώμη μου για τον Μισέλ μίας και πολλοί ασχολούνται με το θέμα.

Υπάρχει ένας μανάβης στην Αίγινα που περνάει με την ντουντούκα το απόγευμα και φωνάζει ... «έχω λέγετε!!!». Έτσι και στη χώρα μας, βγαίνουν στην γύρα διάφορα πλάσματα και φωνάζουν ... «έχω λέγετε!!»

Πριν πολλά χρόνια ο στρατηγός Θόδωρος, πήγε βολτούλα με το κότερο του Κόκκαλη στη Τζια και μίας ήταν στο νησί είπαν να πάρουν ένα τηλεφωνάκι τον άλλο Θόδωρο, να περάσει να τους πει τα φρέσκα ανέκδοτα. Ο μουρλόθόδωρος, όμως, που του είχε πέσει βαριά η αστακομακαρονάδα που είχε φαει και δεν είχε όρεξη για ανέκδοτα, τσαντισμένος που του χαλάσανε τον ύπνο, τον έδωσε στεγνά.

Ο κακός χαμός, έβγαιναν τα στρουμφάκια (γαλάζια παιδιά) στην TV και ωρύονταν, και με το δίκιο τους άλλωστε μίας και τι δουλειά είχε ένας μικροφαρμακοποιός στέλεχος τοπικής οργάνωσης της πράσινης φυλής στο κότερο μίας σκουλικαντέρας; Βέβαια έλεγαν τότε τα πράσινα ανθρωπάκια ότι ποινικοποιείται η κοινωνική συναναστροφή, και ότι δεν αποδεικνύεται συναλλαγή. Σε λίγο καιρό τον στρατηγό τον φάγανε οι βρούβες και ας ήταν κολλητός του κου Καθηγητή.

Με τούτα και με κείνα, το βασίλειο της αφασίας, βαρέθηκε τα πράσινα ανθρωπάκια, που αποδεδειγμένα πλέον είχαν ροπή προς την πολυτέλεια και είπε να προσλάβει τα στρουμφάκια, που τέλος πάντων είχαν μία ηθική υπεροχή. Η περίοδος της παλιάς βασιλείας των στρουμφακίων είχε μάλλον ξεχαστεί, και κανένας δεν έκανε παραλληλισμούς με τους κατσαπλιάδες της δεκαετίας του ΄60, τα νέα στρουμφάκια είναι διαφορετικά!

Οι πρώτες γραφές της 2ης αυτής βασιλείας, συνοψιζόταν σε μία λέξη, ανικανότητα. Έγινε ένας χαμός ουσιαστικής ακυβερνησίας μέχρι να καταλάβουν τα στρουμφάκια πως παίζετε το νέο παιχνίδι, και σε σχετικά σύντομο διάστημα, άρχισαν και αυτοί τα ταξίδια με τα Λίαρ Τζέτ. Ο ίδιος κακός χαμός, η ίδια ποινικοποίηση της κοινωνικής συναναστροφής, τώρα τα πράσινα ανθρωπάκια χτυπιόνται στη TV, ενώ τα στρουμφάκια, πάσχουν από καταρράκτη και δεν βλέπουν συναλλαγή. Οι ίδιες παπαρολογίες στα κανάλια με τους μεν και τους δε να προσπαθούνε να αποδείξουν ότι είναι άμεμπτοι και ηθικοί. Ο μεγάλος δε, παίζει ρακέτες στη Ραφήνα, μιας και ακόμα δεν έχει καταλάβει ότι κυβερνάει, και βέβαια δεν πρόκειται ποτέ να στείλει τον ξάδελφο σπίτι του γιατί θα του θυμώσει η θεία Ευλαμπία.

Τώρα μπορεί ο Μισέλ να δικαιούται, λόγω οικογενειακής καταβολής να κάνει παρέα με εκείνο τον κατσαπλιά (αλήθεια γιατί δεν είναι φυλακή είπαμε; μου διαφεύγει), ενώ ο Θόδωρος δεν είχε τέτοιο δικαίωμα γιατί δεν ανήκε ποτέ στην αστική τάξη. Αλλά και για τους δύο ο «απλός λαός» που λέγαμε χτες, λεει δήξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι!

Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι οι βόλτες με τα κότερα και τα αεροπλάνα. Δεν πάνε να κάνουν ότι θέλουν, την δουλειά τους μπορούνε να κάνουν όμως; Ε λοιπόν ούτε αυτή μπορούν να κάνουν, η ανικανότητα και η μεγαλομανία είναι το κύριο χαρακτηριστικό όλων των βασιλέων σε αυτή τη χώρα! Για μένα υπάρχει η διαφθορά της μίζας, όπου πέφτουν όλοι σαν ακρίδες πάνω στο στάρι, πεινασμένα ανθρωπάκια, και η πιο ουσιαστική διαφθορά, αυτή της κοινωνίας. Η διαφθορά του ωχαδερφισμού, της αγένειας και του «να πιάσω την καλή» που μας διαπερνά από πάνω μέχρι κάτω. Γιατί αν τα πρότυπα είναι ο Μισέλ και ο Θόδωρος, άνθρωποι που δεν έχουν δουλέψει δευτερόλεπτο στη ζωή τους (ας μου απαντήσουν γιατί έγιναν πολιτικοί!), που αν ο Μισέλ δεν ήταν ανιψιός του Θείου, στην καλύτερη θα ήταν δικηγορίσκος στην Ξάνθη. Τότε τι να πω. Η διαφθορά του τυχάρπαστου δημόσιου υπαλληλίσκου, που ενδιαφέρετε μόνο για το πως δεν θα κάνει τίποτα. Η διαφθορά της ανήθικης κοινωνίας.

Πρόσφατα έχω εμπειρία συνεργασίας με κάποια τέτοια τυπάκια, που αφού κάνανε τα πάντα να τρυπώσουν στο δημόσιο, αφού παίρνουν 3 και 60 (δραχμή παραπάνω δεν τους αξίζει), αφού κανένας δεν τους σέβεται γιατί απλά δεν κάνουν και κάτι, όταν μπορούν γίνονται εξουσιαστές και κομπλεξικοί δυνάστες σε όποιον μπορούν. Αυτό όμως είναι άλλη ιστορία που θα σας διηγηθώ άλλη μέρα. Και τώρα μην πέσετε να με φάτε όλοι οι γνωστοί δημόσιοι υπάλληλοι, μπορεί να είστε ή και να μην είστε σε αυτή την κατηγορία, αλλά δεν μπορείτε να πείτε ότι αυτά τα τυπάκια δεν κυριαρχούν στον δημόσιο τομέα.

Πως λοιπόν μία αειπάρθενος κορασίς σαν εμένα να ξεπεράσει όλα αυτά; με μαγειρέματα λοιπόν που είναι αγχολυτικά και δημιουργικά. Ένα πιάτο λοιπόν αφιερωμένο σε όσες σουπιές υπάρχουν γύρω μας που κάνουν ένα μπράφ και αμολάνε μελάνι.

Σουπιές με το μελάνι τους (για 6 άτομα), από μία συνταγή του κυρ Ηλία Μαμαλάκη

1 κιλό σουπιές ολόκληρες ακαθάριστες
1 κρεμμύδι ξερό ψιλοκομμένο
1 ποτηράκι ελαιόλαδο
½ ποτήρι λευκό κρασί
½ φλιτζάνι άνηθο ψιλοκομμένο
ελάχιστη κρέμα γάλακτος

Σε μία βαθιά λεκάνη καθαρίζετε τις σουπιές αφαιρώντας πρώτα με ένα μαχαιράκι το στόμα τους και τα μάτια τους. Εντοπίζετε την μελανοκύστη και την σπάτε να χυθεί το μελάνι μέσα στη λεκάνη και να σας κάνει χάλια. Δεν πλένετε τις σουπιές πετάτε μόνο τα κοκάλα και τα μάτια. Τεμαχίζετε τις σουπιές σε κομμάτια μέτρια όχι πολύ μικρά. Σε μία μεγάλη κατσαρόλα σοτάρετε το κρεμμύδι με το λάδι μέχρι να γίνει διάφανο, ρίχνετε μέσα στις σουπιές όχι όμως το μελάνι και τα υπόλοιπα ζουμιά που κρατάτε για αργότερα, και αφού σοταριστούν λίγο και οι σουπιές σβήνετε με το κρασί. Όταν εξατμιστεί λιγάκι το αλκοολ, ρίχνετε στην κατσαρόλα το μελάνι και τα υπόλοιπα ζουμιά και σιγομαγειρεύετε το φαγάκι για περίπου 1 ώρα μέχρι να δέσει η σάλτσα. Στο τέλος ρίχνετε και λίγο κρέμα γάλακτος και ανακατεύετε καλά. Σερβίρετε πασπαλίζοντας αρκετό άνηθο σε κάθε πιάτο.

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2008

Λαός και Κολωνάκι

Έχω μία απορία, ακούμε τελευταία πολύ συχνά την έκφραση «ο απλός λαός», μάλιστα μάλλον την έχω χρησιμοποιήσει και εγώ "εν τη ρύμη του λόγου μου", που λένε.

Και ερωτώ ποίος είναι αυτός ο απλός λαός; και δηλαδή υπάρχει και περίπλοκος λαός; όπως μονόχρωμα και εμπριμέ; όπως minimal και kitsch, όπως 1000-αρι και τούρμπο;

Επίσης αφού υπάρχει ο απλός και ο μη-απλός λαός, ποιοι είναι οι μεν και ποιοι οι δε; Εγώ και οι φίλοι μου σε πια κατηγορία είμαστε, στους απλούς ή στους εμπριμέ; σημείωση, δεν έχω κανένα φίλο που να με κερνάει ταξιδάκια, καμιά μπύρα άντε να με κεράσουν, μήπως αυτό με εντάσσει αυτόματα στον απλό λαό;

Ακούω τους αγαπητούς δημοσιογράφους, να μιλάνε για τον απλό λαό, λες και είμαστε ζώα! και δεν καταλαβαίνουμε όλα αυτά τα υψηλά νοήματα που θα έπρεπε να ταλανίζουν τη ζωή μας, όπως αν ο Μισέλ έκανε βόλτα στας Ευρώπας με άλλες σκουλικαντέρες, και ασχολιόμαστε με ποταπά ζητήματα όπως το ότι ο ρημάδης ο μισθός τελειώνει γύρω στις 20 του μήνα, ή ότι σε λίγο θα καούν και οι πέτρες στην Πεντέλη και θα πέσει το χώμα να πλακώσει όλη την Αθήνα.

Τώρα οι βόλτες του Μισέλ είναι ένα ζήτημα σοβαρότατο τόσο για την χώρα, όσο και για τη δημοκρατία. Και βέβαια δεν περιμένω να στείλει κανένας τον Μισέλ ή τον Θόδωρο φυλακή. Θα έρθει όμως η ώρα που εγώ ο απλός λαός θα ψηφίσω, και τότε να δεις τι θα πάθουν όλοι αυτοί που αρέσκονται σε κότερα και λίαρ τζετ. Το σίγουρο όμως είναι ότι καίγομαι για 22 χιλιάδες άλλα θέματα, αυτή τη στιγμή.

Λοιπόν φαίνετε ότι κάποιες Μανταμ Σουσούδες, τράβηξαν μία διαχωριστική γραμμή και είπαν αυτοί είναι ο απλός λαός, και εμείς είμαστε οι εμπριμέ. Μπίθουλας και Κολωνάκι, και καλά πάντα υπήρχε αυτή η διάκριση μεταξύ αστών και μη, αλλά τώρα αυτή η διάκριση έχει περάσει στην διανοητική ικανότητα του καθενός μας. Ο Απλός Λαός είναι βλάκες και οι Εμπριμέ είναι οι έξυπνοι. Και άρα εμείς, και κατοικούμε στο Μπίθουλα, και βλάκες ήμαστε! Ωραία.

Άντε να μην το πάω άλλο το θέμα γιατί εμείς οι βλάκες-απλός λαός έχουμε και δουλειές, μίας και οι έξυπνοι-εμπριμέ δεν δουλεύουν. Μιας και ετοιμάζω μάζωξη σπίτι για τις αρχές του καλοκαιριού, να σας δώσω μία ωραιότατη και απλή συνταγή που μου προέκυψε χθες βράδυ.

Μους Πέστροφας

1 πακέτο πέστροφα καπνιστή
1 κουταλία της σούπας κάπαρη
½ κούπα μάραθο ψιλοκομμένο
½ μπουκαλάκι κρέμα γάλακτος 3%

Στο μούλτι χτυπάτε την πέστροφα μέχρι να διαλυθεί. Προσθέτετε τον μάραθο και ομογενοποιείτε τα υλικά, σε δόσεις προσθέτετε και τη κρέμα γάλακτος μέχρι να γίνει μία αφράτη κρέμα κατάλληλη για άλειμμα. Την βγάζετε από το μούλτι, προσθέτετε την κάπαρη και ανακατεύετε καλά. Μπορείτε να την χρησιμοποιήσετε σαν ντιπ, ή αλοιφή σε τραγανά ψωμάκια και παξιμαδάκια, ή σε μία σαλάτα. Νοστιμότατο!

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2008

Rooms to Let

Τον τουρισμό και τα μάτια σας! Προσοχή στον τουρισμό, το μόνο αναπτυσσόμενο τομέα της ελληνική οικονομίας! Λένε και ξαναλένε οι αναλυτές, και λοιποί μαϊντανοί. Το κακό τους τον καιρό, μην πω τίποτα πιο βαρύ!!!

Προς τι όλα αυτά τα νεύρα; Αμέσως, εδώ είμαστε να σας εξηγήσω.

Λοιπόοοοον, ως γνωστό οι διακοπές είναι ιερό πράγμα. Για εμένα ειδικά, είναι πάρα μα πάρα πολύ ιερές. Θέλω να περνάω καλά, να ξεκουραστώ, να μην ταλαιπωρηθώ, να διασκεδάσω, και να έχω στοιχειώδεις ανέσεις ανάλογες με τα χρήματα που θα ξοδέψω. Παράλληλα, επειδή πάω διακοπές τον Αύγουστο, όταν κλείνει η εταιρία, όταν μπορεί και η υπόλοιπη παρέα, όταν πάει και η υπόλοιπη Ελλάδα δηλαδή, προσπαθώ να μην πέσω θύμα κερδοσκοπίας να μην πληρώσω χρυσάφι αυτές τις 10 μερούλες δηλαδή. Έτσι κανονίζω όσο πιο νωρίς γίνετε, και μάλλον έχω καλύτερη αντιμετώπιση, και ίσως καλύτερη ποιότητα από αυτούς που αφήνουν τα πράγματα τελευταία στιγμή, είτε γιατί δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς είτε γιατί έτσι και αλλιώς είναι άνθρωποι της τελευταίας στιγμής.

Αυτά θεωρητικώς, βέβαια γιατί πρακτικώς μόνο έτσι δεν είναι τα πράγματα. Μάλλον εγώ είμαι ο μαλάκας πού από τον Μάιο έχω προπληρώσει σχεδόν όλες τις διακοπές του Αυγούστου.

Σας έχω πει ότι φέτος θα πάμε Νίσυρο. Σας έχω περιγράψει την περιπέτεια να βρούμε δωμάτια στο νησί, που δεν είναι τουριστικό και άρα δεν υπάρχουν πολλά. Με τα πολλά κλείσαμε σε ένα Rooms to Let στην πόλη, μίλησε η Φιφή με την κυριούλα, κλείσανε ημερομηνίες, όλα τέλεια. Ζήτησε η θείτσα να στείλουμε τα λεφτά με ταχυδρομική επιταγή, μιας και δεν παίζουν τράπεζες στο νησί. Έτρεχα μέσα στο μεσημέρι, αρχές Ιουνίου να στείλω τα 300 ευρώ να τα κλείσουμε τα ρημαδοδωμάτια, να έχουμε κάπου να μείνουμε.

Μέχρι που χτες είπαμε να την ξαναπάρουμε την κυριούλα να της θυμίσουμε την κράτηση, και να της ζητήσουμε για πολλοστή τα δωμάτια να βλέπουν θάλασσα, και τέλος πάντων να βεβαιωθούμε ότι όλα πάνε καλά. «Ναι βέβαια, για πότε θέλετε;» ήταν η πρώτη απάντηση. Καμία σχέση με την ερώτηση: «Γεια σας, έχουμε κλείσει δύο δίκλινα για τον Αύγουστο, σας στείλαμε και 300 ευρώ, τα έχετε λάβει;». Η όλη συζήτηση κύλησε γύρω από την γιαγιάκα που νόμιζε ότι πήραμε για να κλείσουμε δωμάτια, και την αδελφή μου που προσπαθούσε να καταλάβει αν έχουν όντως πάρει τα λεφτά και αν τελικά έχουμε δωμάτια. Με τα πολλά, και μίας δεν έβγαινε άκρη τελειώνει η Φιφή τη φιλοσοφική συζήτηση και της λεει ότι θα ξαναπάρει αύριο.

Ελπίζαμε, ότι δύο τινά θα συνέβαιναν, είτε θα μιλάγαμε με κάποιον άλλο και άρα θα συνεννογιόμασταν, είτε η γιαγιάκα θα είχε πάρει τα χάπια του Αλστχαιμερ, και ίσως έτσι βγάζαμε άκρη για το αν τελικά έχουμε δωμάτια ή όχι.

Το σημερινό τηλέφωνο ήταν το ίδιο αστείο, η μεν γιαγιάκα, δεν φάνηκε να έχει γραμμένα κάπου ονόματα και κρατήσεις, ο δε παππούς που εισπράττει τα λεφτά από το ταχυδρομείο, μάλλον τα πίνει τσίπουρα! Στο τέλος μας είπαν το αφοπλιστικό, «καλά τι ανησυχείτε αφού στείλατε λεφτά!» Είναι όμως δυνατόν να μην ανησυχείς που και λεφτά έστειλες και διαπιστώνεις ότι δεν σε έχουν γραμμένο! Ή μάλλον για την ακρίβεια σε έχουν μόνο γραμμένο.

Βεβαίως αυτό δεν είναι η πρώτη φορά που μας συμβαίνει. Σχεδόν πάντα, έχουμε πρόβλημα με τις κρατήσεις, είτε μιλάς με γιαγιάκα, είτε μιλάς με ντόπια ξενοδόχα με το Χοτελ Μελπομένη, πάντα κάτι παρουσιάζετε. Κυρίως με το γνωστό check in & check out. Κανένας δεν καταλαβαίνει τη διαφορά της τελευταίας μέρας και της τελευταίας νύχτας. Προσπαθείς να είσαι όσο πιο σαφής γίνετε, «ερχόμαστε Δευτέρα και φεύγουμε Κυριακή, άρα ΚΟΙΜΟΜΑΣΤΕ και το Σάββατο, αλλά ΟΧΙ την Κυριακή». Καμία σημασία, αυτοί θα γράψουν στο ρημαδόχαρτο ότι θέλουνε. Και καλά να σου ζητάνε να πληρώσεις και την Κυριακή, αλλά να μην έχεις δωμάτια το Σάββατο, και ειδικά αν είσαι σαν εμένα και τα έχεις όλα κανονίσει μήνες πριν, δεν γίνετε τον παθαίνεις τον ντουβρουτζά και είσαι έτοιμος να πνίξεις την χαριτωμένη γιαγιούλα που σου θυμίζει τη γιαγιά σου!

Πριν χρόνια στη Λέρο, σε μάλλον πολυτελείας Hotel, αναγκαστήκαμε και κοιμηθήκαμε ένα βράδυ 9 άτομα σε ένα studio. «Σας βόλεψα», έλεγε περήφανος ο κυριούλης. Το θέμα αγαπητέ μου δεν είναι «να βολευτούμε» αλλά όλα να γίνουν έτσι όπως τα ζητήσαμε, τα γράψαμε και τα πληρώσαμε.

Πριν λίγο καιρό στη Τήνο, αντί για 4 δωμάτια που είχαμε ζητήσει μας περίμεναν 3. Μπερδεύτηκε η κυριούλα. Μας βόλεψε όμως και αυτή.

Πέρσι στη Νάξο, αλλάξαμε 3 φορές δωμάτιο, πακετάριζε – ξεπακετάριζε, κάθε τρις και λίγο. Οταν βέβαια είσαι διακοπές, είσαι και πιο χαλαρός και δεν τα παίρνεις όσο θα έπρεπε με τέτοια πράγματα, αλλά όπως και να το κάνουμε γιατί κάποιος να παίζει έτσι με τον πολύτιμο χρόνο των διακοπών σου;

Όλοι αυτοί οι τύποι, καθόλα άσχετοι με τον τουρισμό και καθόλου επαγγελματίες, πήραν ένα δανειάκι, μία επιχορήγηση στην καλύτερη των περιπτώσεων, βάλανε και την οικογένεια να τρέχει την επιχείρηση στο νησί και έτσι γίνανε ξενοδόχοι τρομάρα τους! Έχουν δε όλοι, ένα κοινό παρανομαστή. Το ρημαδόχαρτο! Έχετε δει καθόλου τα χαρτάκια που φτιάχνουν – όπως βολεύονται – και σημειώνουν τις κρατήσεις και τις πληρωμές; Συνήθως είναι ένα φύλλο από το τετράδιο του γιου τους, όπου νορμάλ άνθρωπος άκρη δεν βγάζει, δεκάδες σημειώσεις, τηλέφωνα και ονόματα, λίγο λάδι από τα φασολάκια, χιλιοδιπλωμένο και κατασκισμένο, όταν δε σε βλέπουν έτοιμο να βγάλεις καπνούς από τη μύτη, στο μοστράρουν ως αποδεικτικό στοιχείο της αθωότητας τους, και τις ανικανότητάς τους θα έλεγα.

Για να μην σας πω για τις εκπλήξεις που βρίσκεις όταν τελικά πηγαίνεις στο νησί, που η θέα θάλασσα είναι συνήθως «το βλέπεις το λόφο του Αϊ Νικόλα; ε, από πίσω έχει μία θάλασσα!!», η πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα, είναι ένα ποτήρι του νερού, ένα γκαζάκι και το κοινόχρηστο ψυγείο στη σκάλα, και πού όλα τα κρεβάτια είναι 1,35 μέτρα - δίκλινα. Πήγαμε στη Μήλο μια χρονιά, 3 αγόρια και εγώ, φτάσαμε πολύ μετά τα μεσάνυχτα και μέχρι να παρκάρω βλέπω τον Γιάννη να βγαίνει τρέχοντας και να μου λεει, «πάω να πιω»!! Σύντομα καταλάβαμε ότι είχαμε 2 ημι-διπλα κρεβάτια να κοιμηθούμε και οι 4, παρόλο που σε επανειλημμένα τηλέφωνα είχαμε ζητήσει μονά κρεβάτια. Πάμε την άλλη μέρα να συνεννοηθούμε και αφού ο μπάρμπας δέχεται με άνεση ότι εγώ και ο Βαγγέλης δεν είμαστε ζευγάρι και άρα θέλουμε 2 μονά κρεβάτια στο δωμάτιο μας, εκπλήσσεται όταν και οι άλλοι ζητάνε μονά στο δικό τους δωμάτιο. Και λεει στον Γιάννη, και τον Αποστόλη, «ούτε εσείς είσαστε ζευγάρι»!!! Οποία έκπληξης!

Έτσι λοιπόν, ακόμα και για τον πιο προνοητικό και για τον πιο οργανωμένο, οι διακοπές στα Ελληνικά νησιά, από όνειρο όλου του χειμώνα, γίνονται στην καλύτερη περίπτωση περιπέτεια. Για την Νίσυρο, δεν φοβάμαι ότι θα κοιμηθούμε στην παραλία, είναι όμως εξαιρετικά πιθανόν και πέσουμε θύμα της περιβόητης ελληνικής φιλοξενίας και είτε εμείς, είτε κάποιοι άλλοι που έχουν επίσης κλείσει το ίδιο δωμάτιο στη γιαγιούλα, να κοιμηθούν τελικά στο πατρικό του παππού, στο ξάδελφο τον Νίκο, ή στο στάβλο. Ολά αυτά μας έχουν τύχει. Ίδωμεν ...

Τέλος για σήμερα, ένα καλοκαιρινό φαγάκι που βρήκα πρόσφατα και είμαι σίγουρη ότι θα σας αρέσει. Μία άλλη πιο νόστιμη εκδοχή των Βλίτων.

Βλίτα Τσιγαριστά

1 κιλό βλίτα
λαδάκι και 1-2 κουταλιές της σούπας βούτυρο
1 μεγάλο κρεμμύδι ψιλοκομμένο
2 σκελίδες σκόρδο λιωμένες
2 μεγάλες ντομάτες τριμμένες
αλάτι, πιπέρι
1 ποτήρι τριμμένη φέτα, ή μανούρι

Πλένετε καλά τα βλίτα και κρατάτε μόνο τα τρυφερά φύλα και τις κορφές. Πετάξτε όλα τα σκληρά κοτσάνια. Σε μία κατσαρόλα, σοτάρετε το βούτυρο, το λάδι και το κρεμμύι με το σκόρδο, μέχρι να μαλακώσουν και να γίνουν διάφανα. Αν σας αρέσουν τα πικάντικα μπορείτε να προσθέσετε λίγο καυτερή πράσινη πιπερίτσα. Ρίξτε και τα βλίτα και ανακατεύετε όλα τα υλικά μαζί για λίγα λεπτά. Προσθέστε την τριμμένη ντομάτα, το αλάτι και το πιπέρι και τα μαγειρεύετε σε χαμηλή φωτιά για 8-10 λεπτά περίπου. Κανονικά δεν θέλει νερό, γιατί και τα βλίτα βγάζουν υγρά. Αλλά αν τα δείτε σκούρα τα πράγματα προσθέστε λίγο. Στο τέλος βάζετε τη φέτα και την αφήνετε να λιώσει και να ανακατευτεί μα τα χορταράκια. Τρώγετε ζεστό και μπόλικο φρέσκο ψωμάκι!!

Τρίτη 1 Ιουλίου 2008

Ο Αγγελος

Είμαστε στη βάρκα, έχει γεμίσει το μεσημέρι, ο ήλιος ντάλα, και βέβαια έχουμε τρελή όρεξη για τσίπουρο και μεζέδες.

Μετά από σύντομο brainstorming – τι σκατά consultant είμαστε άλλωστε – αποφασίζουμε να πάμε στον Άγγελο. Πλησιάζει η βάρκα στην μίνι ιδιωτική προβλήτα που έχει φτιάξει ο τύπος, ως προέκταση του μαγαζιού. Πάνω στη θάλασσα κυριολεκτικά. Σχεδόν γεμάτη η προβλήτα με άλλες βάρκες αλλά και ένα θηριώδες γιότ από αυτά που είσαι σίγουρος ότι δεν τα έχουν Έλληνες, αλλά κάποιος «πλούσιος ξένος».

Τρέχει ο Άγγελος, που αναγνώρισε βέβαια τη βάρκα και την παρέα, διαταγές αριστερά-δεξιά, μας ρίχνουν τα σκοινιά, δένουμε. Μέχρι να βγούμε όλοι, μας έχουν μετρήσει, έχει στρωθεί το τραπέζι και έχει σερβιριστεί παγωμένο νερό! Εξυπηρέτηση πολλών αστέρων το ταβερνείο. Και να τα λόγια, και να οι διαταγές του κυρ Αγγέλου στους γύρο, στα παιδιά του δηλαδή και στην υπόλοιπη οικογένεια, και να η παραγγελία, φέρε και απ΄ αυτό, φέρε και τούτο, φέρε και κείνο, κανά μισάωρο κράτησε αυτό το φέρε, τι να κάνουμε πεινασμένα παιδιά σε ανάπτυξη είμαστε. Μας έβαλε και μερικούς «ψαγμένους» μεζέδες που ξέρει ότι είναι οι αγαπημένοι μερικών στην παρέα, μας διαβεβαίωσε ότι τους φτιάχνει μόνο για εμάς, εμείς κάναμε ότι τον πιστέψαμε, τέλεια.

Ξεκινάμε και τα τσίπουρα, και να τα στην υγεία μας, και να τα καλό καλοκαίρι, και να ο Άγγελος κάθε λίγο και λιγάκι όρθιος από πάνω μας να αγορεύει. Περιβόλι ο άνθρωπος, τοπικός παράγοντας της κυβερνητικής παράταξης, βρήκε αθηναίους και αρχίζει να μας αναλύει το έργο της κυβέρνησης μπας και δεν το έχουμε καταλάβει καλά εμείς δω κάτω στην Αθήνα. «Προσευχηθείτε να έχει ο θεός καλά τον Γιωργάκη, γιατί αν περιμένουμε από τον δικό μας, κλάψε μας». «Αφού όταν έπεσε από το ποδήλατο το παιδί, τρόμαξα, να πάθει καμιά ζημιά, να τρέχουμε να μην φτάνουμε» Και τι δεν είπε ο άνθρωπος! Με τη χαρακτηριστική προφορά του κάμπου, να μιλάει και γρήγορα, δεν προλαβαίναμε να καταπιούμε από τα γέλια! Μάθαμε πολλά, ότι κυβερνάει ο Σουφλιάς, ότι το νούμερο ένα πρόβλημα της χώρας είναι η ενοποίηση των δήμων που θέλει λεει να κάνει ο Πάκης, ότι θα δώσει σύνταξη στις αγρότισσες στα 60 και τότε ο κάμπος θα τον ψηφίζει μονοκούκι εσαεί, τι να σας πω, άλλος κόσμος, σε άλλο μήκος κύματος. Αλλά με πλάκα, πολύ πλάκα, μιλάει κάθε μέρα με Ρηγίλλης και «συντονίζει»! Είναι και νέος, κάτω των σαράντα, ντερέκι και μορφωμένος, μαθηματικός!

Πάνω στην πλάκα κάνω και εγώ η έρμη, μία κριτική στο θεάρεστο έργο της κυβέρνησης, «δεν΄ ναι δκιά μας» (έτσι με μασημένα τα φωνήεντα) ρωτάει την ομήγυρη, με τεράστια έκπληξη! Λες και είναι δεδομένο ότι όλοι είναι Νέα Δημοκρατία. Αυτή είναι Αριστερή του λένε! Και εκεί αρχίζει το νταβαντούρι! Δεν θυμάμαι τι έλεγε, γέλαγα κιόλας, το μόνο σίγουρο είναι ότι για αυτόν Αριστεροί = Κομουνιστές. άλλοι δεν υπάρχουν, Συνασπισμός δεν υπάρχει, εξωκοινοβουλευτική αριστερά τίποτα. Για να μην πω ότι γενικά δεν υπάρχουν άλλοι, ένα είναι ο κόμμα! Μία η ιδεολογία, λήξης! Τι για τους ομοφυλόφιλους, τι για τις ταυτότητες και το θρήσκευμα, όλα φύρδην μίγδην και με ρυθμό οπλοπολυβόλου. Όρθιος από πάνω μας, να αγορεύει και ταυτόχρονα να παίρνει παραγγελίες, να δίνει διαταγές στα παιδιά του, και να κυβερνάει τη χώρα! Απίθανος τύπος, παράγοντας!. Και το πιο αστείο είναι ότι έχει σπουδάσει στη Σερβία, μαθηματικός, και «ξέρει αυτός»!! Έχει και τα καλά του το σύστημα, έλεγε στους άλλους, εγώ βλέπετε τα ήξερα τα καλά από πρώτο χέρι, και να αραδιάζει «καλά». Κάτι αρνητικό δεν είπε βέβαια, μάλλον εννοούνται αυτά.

Μέσα στο χαμό, αστείων για τους αριστερούς και σοβαρών πολιτών σχολίων για τη χώρα και τη διακυβέρνηση, πήραμε πρέφα, ότι ο θηριώδες γιότ το είχε Έλληνας τελικά. Ο τύπος μάλλον είχε ντιρλιάσει και κοιμόταν κάπου στις καμπίνες, η κυρία όμως 385 τόνων ντυμένη στα φουξιο-ροζ, με ένα τεράστιο ροζ κοκαλάκι στα πλατινέ μαλλιά, ήταν στο ντέκ και σε άπταιστα τρικαλινά έδινε οδηγίες στο εκ Φιλιππίνες πλήρωμα.

Θυμάστε το ανέκδοτο με την νεόπλουτη οικογένεια εκ Τρικάλων που κατέβηκε στον Αστέρα βουλιαγμένης για διακοπές και αφού οι γονείς είχαν επιβάλει στα παιδιά να τους προσφωνούν στην αγγλική – για να μην φανούν βλάχοι ντε – τα σκασμένα φώναζαν από τη θάλασσα, «μάμμυ, ντάντι τήρα με που μπλατσανάου», ένα τέτοιο πράγμα σας λεω!

Μάθαμε βέβαια ότι ο κύριος έχει λεφτά και αντιπροσωπείες αυτοκινήτων, και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο. Καλά κάνει και τα χαίρετε βέβαια! Εμάς δεν μας πέφτει λόγος,

20 καραφάκια ήπιαμε εκείνη τη μέρα, δεν σπάσαμε ρεκόρ, αλλά ο φίλος μας ο Άγγελος, με το μοναδικό μπρίο και τεράστιο ταλέντο στην πολιτική, μας κέρασε τα 4, γιατί είμαι φτωχιά αριστερή!!

Τέλεια σας λεω, μακάρι να πέφτουμε πάντα πάνω σε τέτοια περιβόλια, και έχει πολλά η Ελλάδα.

Φαγάκια τώρα, τέρμα η ιστορίες!

Για σήμερα σκέφτηκα να σας γράψω μία νοστιμότατη μακαρονάδα, λίγο διαφορετική από αυτές που φτιάχνονται στα σπίτια, αν και στα Ιταλικά εστιατόρια τι βρίσκεις πάντα.

Ριγκατόνι με Τόννο (2 μερίδες)

Μισό πακέτο ριγκατόνι
1 κονσέρβα τόνου σε νερό ελαφρά στραγγισμένη
2 κουταλιές της σούπας κάπαρη
αρκετός μαϊντανός ψιλοκομμένος, ανάλογα με το γούστο σας
1 μεγάλο ξερό κρεμμύδι ψιλοκομμένο
1 μέτρια ντομάτα σε κύβους
½ μπουκάλι κρέμα γάλακτος 3%
Λάδι, αλάτι, πιπέρι
τυρί τριμμένο

Βράζετε τα μακαρόνια σύμφωνα με τις οδηγίες στο πακέτο. Σε ένα τηγάνι σοτάρετε το λάδι με το κρεμμύδι για 7-8 λεπτά σε χαμηλή θερμοκρασία μέχρι να γίνει διάφανο, ρίχνετε τον τόνο την κάπαρη και την ψιλοκομμένη ντομάτα και με μία κουτάλα ανακατεύετε να διαλυθούν τα κομμάτια του τόνου και να αναμιχθούν τα υλικά. Προσθέτετε το πιπέρι και δοκιμάζετε πριν βάλετε το αλάτι συνήθως δεν θέλει γιατί τόσο ο τόνος αλλά κυρίως η κάπαρη είναι αλμυρά. Δυναμώνετε τη φωτιά και ρίχνετε τη κράμα γάλακτος και τον μαϊντανό και ανακατεύετε μέχρι να πάρει μία βράση. Δεν το μαγειρεύετε πολύ γιατί δεν θέλετε να πήξει η κρέμα γάλακτος, η σάλτσα αυτή πρέπει να είναι πολύ ζουμερή. Στο μεταξύ έχετε σουρώσει τα ριγκατόνι και τότε ρίχνετε τη σάλτσα στα ζυμαρικά μέσα στη κατσαρόλα και ανακατεύετε καλά να παέι η σάλτσα παντού και κυρίως μέσα στις τρύπες από τα ριγκατόνι. Σερβίρετε ζεστά με τριμμένο τυρί και ... καλή όρεξη.