Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

Του '60 οι εκδρομείς

Κοράκου χρώμα τα μαλλιά κι’ ασπρίσανε, από τη μεριά της εξορίας γυρίσανε ....

Τώρα κρυμμένος στο ποτάμι, ανασαίνεις, Φο-Μι-Τσιν ανασαίνεις με καλάμι με καλάμι ...

Την παιδική μου φίλη, την είδα ξαφνικά, να στέκει και να με κοιτά ....

Έλσα σε φοβάμαι για όσα μ' αναγκάζεις, γι' αυτό το αίμα γι' αυτές εδώ τις φράσεις, είναι μια παγίδα και μια υποταγή, είν' η αγάπη μου η τρελή ..... (Ελσα=LSD μάλλον!)

Πόσο πολύ έχει αλλάξει αυτή η πόλη, Βάλε την τσαγιέρα στη φωτιά, Η νύχτα έρχεται, η μπόρα δυναμώνει, κι όλα είναι χαμένα και προπολεμικά ....

Ε ε σύντροφέ μου αχ τι κακό, μέρα μ' ένα ήλιο σαν κι αυτό, να την τρώει τ' αφεντικό ....

Να μας πάρεις μακριά, να μας πας στα πέρα μέρη, φύσα θάλασσα πλατιά
φύσα αγέρι φύσα αγέρι ....

Δε με λένε Σταύρο και κυρ Σταύρο, και αφέντη Τσουτσουλομύτη. Μόνο Σταύρο με λένε, μόνο Σταύρο...

.. τσιφτετέλληνες, με γονείς ληστές, των συντρόφων τους θύτες για αμνηστία αλήτες, τώρα διοικητές....

Μας βαρούν κλαρίνα και τραβάμε ίσια, σε ανηφοριές γνωστές με κυπαρίσσια.

Μια θάλασσα μικρή, μια θάλασσα μικρή είναι το καλοκαίρι μου, ο έρωτάς μου, ο πόνος μου ...

Νιώθω σαν κάτι κοριτσάκια, πού 'χουνε σύρματα στα δόντια ή σπυράκια
- αν δεν σας φαίνεται μελό -, το εαυτό μου αντιπαθώ....

Θύρα επτά και Θύρα κάτω απ' τις ερπύστριες, Όλα διαβήκαν απ' τις γλώσσες τις στραγγαλίστριες ...

Τόση ομορφιά δεν είδες πουθενά, τους μάγους, τους παλιάτσους με τα κόκκινα σκουφιά....

Όταν ο κόσμος μας θα καίγεται, όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται
εγώ θα είμαι εκεί να σας θυμίζω, τις μέρες τις παλιές....

Ζει τα ωραία πράματα μ' αίμα και με θυσίες, προς το συμφέρον όλων σας και το κοινό καλό ...

Όπου κοιτάζω να κοιτάζεις, όλη η Ελλάδα ατέλειωτη παράγκα, παράγκα, παράγκα, παράγκα του χειμώνα, κι εσύ μιλάς σαν πτώμα ....

Πόση καλοσύνη γύρω μου και εντός, από του παντώς τη μεγαλοσύνη, Βάρκα με προσμένει μ’ ανοιχτό πανί, κι οι εφτά ουρανοί πάνω μου ανοιγμένοι .... (και μετά σου λενε κάποιοι μαλάκες, ότι η Μακρόνησος δεν είναι ιερός τόπος)

Ο πρώτος προβοκάτορας απ' όλους στη ζωή μου, είναι η αφεντιά σου που αντιγράφει την φωνή μου, άλλαξες το σώμα μου με έπιπλα και σκεύη, σαν τον σοσιαλισμό που σε βολεύει. ....

Σημαία από νάιλον υψώνουμε σημαία πλαστική, ο κόσμος δεν έχει τίποτε να χάσει και τίποτε να βρει ....

Η πλατεία ήταν γεμάτη , με το νόημα που 'χει κάτι απ' τις φωτιές. Στις γωνίες και τους δρόμους από συντρόφους οικοδόμους, φοιτητές, και συ έφεγγες στη μέση όλου του κόσμου, κι ήσουν φως μου , κατακόκκινη νιφάδα σε γιορτή σε γιορτή που δεν ξανάδα στη ζωή μου τη σκυφτή....

Την ασχήμια των γονιών τους θα πληρώσουνε ακριβά, Κάποια μέρα σαν χαμένα θα σταθούν στην εκκλησιά. Η μαμά τους θα δακρύζει - συγγενείς, πεθερικά, Τα κορίτσια τα καημένα κι ούτε λέξη πια γι' αυτά ....

Πώς να κρυφτείς απ' τα παιδιά; Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα. Και μας κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά όταν ξυπνούν στις δύο η ώρα ...

Η οθόνη βουλιάζει σαλεύει το πλήθος εικόνες ξεχύνονται με μιας
πού πας παλικάρι ωραίο σαν μύθος κι ολόισια στο θάνατο κολυμπάς ...


Τι να πρωτογράψεις για τον Νιονιο; Δεν έχω λόγια, μόνο τα δικά του.

Αρχίζουμε τις εορταστικές μας εκδηλώσεις, και δεν θα έχω χρόνο να σας γράφω συνταγούλες πλέον. Σήμερα λοιπόν θα σας γράψω μία συνταγή που αρέσει πολύ στην αδελφή μου, και της είχα υποσχεθεί ότι θα τη γράψω. Είναι ότι πρέπει για το επίσημο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι σας.

Κολοκυθόσουπα

1 κιλό κολοκύθα κίτρινη, καθαρισμένη και κομμένη σε μικρά κομματάκια
50 γραμμάρια ελαιόλαδο
50 γραμμάρια βούτυρο
500 γραμμάρια κρεμμύδια κομμένα σε φετούλες
800 γραμμάρια ζωμό κοτόπουλου
80 γραμμάρια μαύρη ζάχαρη
25 γραμμάρια ξύδι
100 γραμμάρια κρέμα γάλακτος ελαφρά χτυπημένη να αποκτήσει παχύρρευστη μορφή
αλάτι και πιπέρι

Σε μεγάλη κατσαρόλα σοτάρουμε τα κρεμμύδια στο λάδι και το βούτυρο, μέχρι να γίνουν διάφανα. Προσθέτουμε την κολοκύθα και αλατίζουμε. Σοτάρουμε καλά και την κολοκύθα, σε μέτρια φωτιά μέχρι να μαλακώσει. Σβήνουμε με το ζωμό, και προσθέτουμε τη ζάχαρη και το ξύδι. Μαγειρεύουμε σε μέτρια φωτιά μέχρι να μαλακώσει καλά. Αλέθουμε τα υλικά στο μπλέντερ, μέχρι να γίνει μία παχύρρευστη σούπα. Σερβίρουμε ζεστή γαρνίροντας με την κρέμα γάλακτος και μπόλικο πιπέρι. Αντί για κρέμα γάλακτος μπορούμε να βάλουμε μία κουταλιά της σούπας τυρί Φιλαδέλφεια σε κάθε πιάτο.


Καλές Γιορτές, καλά τραπέζια και υπέροχα μαγειρέματα.

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2009

Χρόνια (μου) Πολλά

Γενέθλια σήμερις. Με την ανάστροφη πορεία που έχω αποφασίσει να ακολουθήσω κλείνω τα 40 και μπαίνω στα 39. Δεν κατάλαβα δηλαδή, κακό είναι να μετράμε ανάποδα; Γιατί για τη πρωτοχρονιά μετράμε ανάποδα; Γιατί για την εκτόξευση πυραύλων μετράμε ανάποδα; Έτσι και για τα δικά μου γενέθλια μετράμε ανάποδα!

Θα γιορτάσω τα γενέθλια με τους γνωστούς κολλητούς στον κυρ Νιόνιο. Ο Σαββόπουλος είναι η δικιά μου τεράστια αγάπη. Ξέρω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι τον θεωρούνε απλά καλό, εγώ όμως έχω κόλλημα μαζί του (όπως και με ένα παμπάλαιο συγκρότημα τους Supertramp), σε κάθε εκδρομή, σε κάθε ταξίδι πρώτα οι συνεπιβάτες στο αυτοκίνητο θα ακούσουν τα Άπαντα του Σαββόπουλου και μετά θα παίξει άλλο σιντι στην τοστιέρα! Η φίλη μου η Εφη μία μέρα είχε ζαλιστεί τόσο πολύ με τη Σαββοπουλίαση, που είπε «Τι θα γίνει επιτέλους με αυτά τα κομουνιστικά!!!».

Βέβαια αυτό μόνο τυχαίο δεν είναι. Ο αδελφός της μητέρας μου, είχε ένα τεράστιο «πράμα» με μπομπίνες και άκουγε με μανία Σαββόπουλο, όλα τα τρυφερά μου χρόνια, το ίδιο και η θεία Ιουλία, που όμως είχε μανία και με τον Χατζηδάκη. Κάθε φορά που πήγαινα στο σπίτι της Γιαγιάς, με έβαζαν να ακούσω είτε το Φορτηγό, είτε το Χαμόγελο της Τζοκόντας, είτε το Χάπι Ντέι, είτε τον Μεγάλο Ερωτικό. Τραγικά πράγματα και ακούσματα για μωρό παιδάκι δηλαδή. Με τον καιρό αγοράσαμε και εμείς πικ-απ και μπορεί μεν ο πρώτος δίσκος που μπήκε σπίτι να ήταν το Breakfast in America, των Supertramp, o δεύτερος όμως ήταν τα 10 χρόνια κομμάτια.

Ο κυρ Νιόνιος όμως δεν είναι μεγάλος γιατί έγραψε καταπληκτική μουσική, αυτό το έχει κάνει καλύτερα ο Χατζηδάκης ίσως, ή γιατί τραγούδησε υπέροχα τα τραγούδια του, αυτό το έκανε καλύτερα η Μπέλου (Ζεϊμπέκικο) και η Δόμνα Σαμίου (Τι να τα κάνω τα τραγούδια σας), αλλά γιατί είναι ένας παμμέγιστος ποιητής, από τους λίγους που έχει αυτή η χώρα. Αν κάποιος διαβάσει απλώς τους στίχους του, χωρίς να μουρμουρίσει τη μουσική θα το καταλάβει.

Με μοναδική απλότητα έχει γράψει ... μη μιλάς άλλο για αγάπη, η αγάπη είναι παντού, στην καρδιά μας, στη ματιά μας, τρωει τα χείλη τρωει το νου.. ... σαν βγω απ’ αυτή τη φυλακή κανείς δε θα με περιμένει, οι δρόμοι θα είναι αδειανοί και η πολιτεία μου πιο ξένη .... σ’ αυτό το τόπο όσοι αγαπούνε (αν αγαπούνε) τρωνε βρώμικο ψωμί, και οι πόθοι τους ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή.... άσε τα θαύματα τη μάσκα πέταξε, εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε γέλασε.

Αυτά λοιπόν θα κάνουμε σήμερα, δεν μπορώ να φανταστώ κάτι καλύτερο για τη μέρα!

Δεν πρόλαβα να φτιάξω κεράσματα για το γραφείο, έτσι πήγα και πήρα διάφορα κις και κέρασα τους συναδέλφους. Πήρα όμως και λίγα μικρά φινανσιέρ που είναι πολύ νόστιμα και τόσο μικρούλια! Είχα ξαναπάρει τέτοια και ήξερα ότι αρέσουν πολύ, αλλά δεν φανταζόμουνα τέτοιο χαμό. Υποσχέθηκα ότι θα γράψω τη συνταγή σήμερα για όσους θέλουν να τα κάνουν σπίτι. Δεν είναι δύσκολα, μόνο που θέλουν ειδικές φορμίτσες σιλικόνης με μικρές θηκούλες για να γίνουν αυτά τα μικρούλικα γλυκάκια, και είναι λίγοι αυτοί που θα έμπαιναν στον κόπο να αγοράσουν φορμίτσες. Σας προτείνω να τα φτιάξετε και σε πρώτη φάση να τα βάλετε σε μεγάλες φόρμες, αυτές για μάφιν για παράδειγμα, και αν δείτε ότι σας αρέσουν, τότε αγοράστε και τις μικρές σιλικονούχες φορμίτσες με τις οποίες άλλωστε μπορείτε να κάνετε και άλλα πράγματα, σοκολατάκια ας πούμε.

Φινανσιέρ

Λιωμένο βούτυρο για βουτύρωμα της φόρμας
140 γραμμάρια ασπρισμένο αμύγδαλο, λιωμένο στο μούλτι μέχρι να γίνει πούδρα
210 γραμμάρια άχνη
70 γραμμάρια αλεύρι για όλες τις χρήσεις
185 γραμμάρια ασπράδια (από 5-6 αυγά)
185 γραμμάρια βούτυρο γάλακτος
μία πρέζα αλάτι

Βουτυρώνετε πολύ πολύ καλά με ένα πινέλο τις φορμίτσες. Πρέπει να βουτυρωθούν πολύ καλά γιατί έχουν τη τάση να κολλάνε ακόμα και σε φόρμα σιλικόνης. Βάλτε τη βουτυρωμένη φόρμα στο ψυγείο να παγώσει το βούτυρο (βοηθάει να μην κολλάνε τόσο πολύ). Προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 230 βαθμούς (πάνω κάτω). Σε ένα μεγάλο μπολ κοσκινίζουμε την άχνη και προσθέτουμε τη πούδρα αμυγδάλου, και ανακατεύουμε. Σε άλλο μπολ κοσκινίζουμε το αλεύρι και προσθέτουμε μία πρέζα αλάτι. Ανακατεύουμε τα δύο μίγματα, άχνης και αλευριού.

Τώρα θα φτιάξετε beurre noisette! είναι ένα ειδικά επεξεργασμένο βούτυρο, που μυρίζει υπέροχα σαν καβουρδισμένα φουντούκια και το χρησιμοποιούν πολύ συχνά στη ζαχαροπλαστική για να δώσει άρωμα. Λιώνουμε σε σιγανή φωτιά το βούτυρο, αφού λιώσει, θα δούμε ότι το λίπος διαχωρίζεται από τα συστατικά του γάλακτος και ανεβαίνει στην επιφάνεια, ενώ τα συστατικά του γάλακτος, ένα άσπρο πράγμα δηλαδή, παραμένουν κάτω. Συνεχίζουμε να ζεσταίνουμε το μίγμα, τα συστατικά του γάλακτος θα θερμανθούν και σιγά - σιγά θα αρχίσουν να αλλάζουν χρώμα και να γίνονται καφέ. Όταν αποκτήσουν το χρώμα του φουντουκιού, αποσύρουμε το μίγμα από τη φωτιά και το αφήνουμε να κρυώσει λίγο.

Ρίχνουμε ένα ένα τα ασπράδια στο μίγμα με το αλεύρι, το αμύγδαλο και την άχνη και τα ανακατεύουμε καλά, να ομογενοποιηθούν. Στο τέλος προσθέτουμε και το βούτυρο και ομογενοποιούμε επίσης. Το μίγμα αυτό είναι αρκετά υγρό και για να γεμίσουμε με αυτό τις φορμίτσες καλό είναι να χρησιμοποιήσουμε κορνέ, αλλά αν βαριέστε χρησιμοποιήστε κουτάλα και απλά γεμίστε τον τόπο! Επίσης μπορείτε να τα κάνετε σοκολατένια προσθέτοντας λίγο κακάο στο μίγμα, ή να βάλετε ένα ξινούτσικο βατόμουρο (είτε από τα κατεψυγμένα είτε από κονσέρβα) σε κάθε ένα φορμάκι. Απλά ακουμπήστε το απάνω και αυτό θα μπει σιγά σιγά μέσα όσο ψήνετε.

Τώρα για το ψήσιμο: θέλουν ελάχιστο ψήσιμο και αρκετή προσοχή, ώστε να μην γίνουν μπισκότα. Ψήστε τα για 7 λεπτά στους 230 βαθμούς. Μόλις αρχίζουν να φουσκώνουν χαμηλώστε τη θερμοκρασία στους 205 βαθμούς και αφήστε τα για άλλα 7 λεπτά, να πάρουν χρώμα. Σβήστε το φούρνο και αφήστε τα μέσα για άλλα 2-3 λεπτά. Βγάλτε τα και αφήστε τα να κρυώσουν αρκετά πριν τα ξεφορμάρετε.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Παρίσα

Δεν προλάβαμε να φτάσουμε στη πόλη και αμέσως στον Λούβρο τρέξαμε. Είμαστε βλέπετε πολύ της τέχνης παιδάκια, και χωρίς 4-5 πίνακες δεν περνάει η μέρα μας. Το μετρό του Παρισιού είναι τεράστιο, τεράστιο λέμε. Όπου και να είσαι βρίσκεσαι κοντά σε μία στάση, και όταν λέμε κοντά, εννοούμε 300-500 μέτρα, δυο βήματα δρόμος δηλαδή. Αυτό εκτός από άνεση και ευκολία, σημαίνει και άλλα πράγματα, βρώμα για παράδειγμα, ή δαιδαλώδης διαδρόμους, ή χιλιάδες σκαλάκια. Δεν είναι δυνατόν να έχεις τέτοιο εκτεταμένο δίκτυο και ταυτόχρονα να μπορείς να το έχεις σε συνθήκες-επίπεδο Αθηναϊκού Μετρό. Δεν γίνετε.

Με το μετρό λοιπόν φτάσαμε το Καρουσέλ του Λούβρου, το υπόγειο δηλαδή κάτω από την πλατεία με την περίφημη πυραμίδα, που είναι γεμάτο μαγαζιά και να τα μάρμαρα, και να οι γρανίτες, τι να σας λεω, άλλο πράγμα. Αφού είχαμε αγοράσει τα εισιτήρια μας χωρίς ουρά (πράγμα που το φοβόμαστε πολύ) βρήκαμε ένα σημείο που έλεγε «προς Λούβρο» και στηθήκαμε και εμείς σε μία ούρα, από τις πολλές που βλέπεις σε αυτή τη πόλη. Εκεί που καθόμασταν και κάτι περιμέναμε, δεν ξέρω και εγώ τι, ακούμε τις σειρήνες να ουρλιάζουν όχι πολύ δυνατά είναι η αλήθεια, και τα μεγάφωνα να λένε σε διάφορες γλώσσες, «παρακαλούμε πολύ να βγείτε αμέσως από το κτήριο, υπάρχει πρόβλημα!».

Όσο και να θες να το παίξεις ψύχραιμος, ένας πανικός σε πιάνει, πως να το κάνουμε. Είσαι σε ένα υπόγειο, σε ένα χώρο που δεν γνωρίζεις, με χιλιάδες κόσμου, σε ξένη χώρα, που μόλις έφτασες, δεν γίνετε να μην χεστείς απάνω σου. Γυρνάγαμε γύρω γύρω να βρούμε την έξοδο, μαζί με όλους τους άλλους. Βέβαια καπνό δεν βλέπαμε, φωτιά δεν μυρίζαμε, αλλά ένας χαμός γινότανε. Μέχρι τέλος πάντων να βρούμε το δρόμο μας, και να ανέβουμε απάνω, προσπαθούσα να μετρήσω όλους τους εχθρούς των Γάλλων, και το αν έχουν στείλει στρατό στο Αφγανιστάν, και τι στάση έχουν κρατήσει στο Ιράν.

Τελικά μπήκαμε στο Λούβρο. Και βέβαια είναι ένα τεράστιο μουσείο, όπου και 2ο ζευγάρι πόδια να είχες, πάλι δεν θα μπορούσες να το δεις. Επιλέξαμε να δούμε τα Ελληνικά, τα Αιγυπτιακά και τα άλλα τέτοια εκθέματα και όχι τόσο πολύ τους πίνακες, μιας και από πίνακα άλλο τίποτα στη ζωή μου, έλεος δεν μπορώ άλλο. Δύο πράγματα μπορώ να σας πω, α) βρώμα! Ρε παιδάκι μου μιλάμε ότι όλες οι προθήκες έζεχναν. Μέσα στη σκόνη και στις αράχνες, αρχαία αριστουργήματα, εκτίθενται χωρίς καμία ντροπή. Πάρτε ένα άζαξ, ένα κάτι και καθαρίστε λιγάκι βρέεεεε! β) ελάχιστοι επιβλέποντες! Το μουσείο αυτό, πέραν από τεράστιο έχει μοναδικά εκθέματα, είναι απαράδεκτο να μην υπάρχει κάποιος να επιβλέπει, ο κάθε τρελός μπορεί να κάνει μεγάλη ζημιά. Αυτό βέβαια οφείλετε στο ότι οι προϋπολογισμοί των μουσείων στη Γαλλία έχουν μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια, μιας και ο «πολιτισμένος» κύριος Σαρκοζί θεωρεί ότι τα μουσεία δεν χρειάζονται τόσο προσωπικό. Μάλιστα οι εναπομείναντες υπάλληλοι κάνουν που και που απεργίες, αλλά ποιος τους ακούει. Βέβαια το σωστό είναι ότι αφού δεν είναι σε θέση η Γαλλική Πολιτεία να φροντίζει σωστά όλους αυτούς τους θησαυρούς που άλλοι λαοί έφτιαξαν και αυτοί απλά έκλεψαν, να τους γυρίσει πίσω να τελειώνουμε. Άντε γιατί α!

Μετά το Λούβρο, ως κλασικοί τουρίστες, έπρεπε να πάμε στον Πύργο του Αϊφελ. Σάββατο μεσημεράκι, όλοι εμάς περίμεναν απ΄ ότι καταλάβατε. Φτάσαμε και βρήκαμε μία εντυπωσιακή λαοθάλασσα, χιλιάδες κόσμου να περιμένουν να ανέβουν στην κορυφή από το ένα και μοναδικό ασανσέρ που ήταν ανοιχτό. Μεταβολή και σπίτι, που θα κάτσουμε στο απόλυτο κρύο να περιμένουμε κανένα 4-ωρο για να ανέβουμε να δούμε τη θέα. Υπάρχει και ο τουρ ντε Μονπαρνάς, όπως μας πληροφόρησε Έλληνας εμιγκρές που ζει 35 χρόνια στην πόλη, με πολύ καλύτερη θέα, και χωρίς ουρά. Ο συγκεκριμένος κυριούλης μας ενημέρωσε για πολλά απίθανα πράγματα όπως ότι ο καφές στο Ριτζ κάνει μόνο 7 ευρώ και εκεί τον πίνει πάντα ο Νίκος μας (τι ποιος Νίκος μας; ο Αλιάγας ντε!), που οι βρωμογάλλοι του κόψανε την εκπομπή του παιδιού, και ότι στο Μπούντα Μπαρ, το Σάββατο το βράδυ πίνει το ποτό του ο Στέλιος μας (όχι ο Καζαντζίδης, ο Παρλιάρος), και ότι η Όπερα την Κυριακή έχει μία παράσταση που δυσκόλεψε πολύ την Μαρία μας, και που 40 χρόνια περίμενε για να την δει. Μην ρωτήσετε ποια Μαρία, μία είναι η Ελληνίδα Μαρία που τραγούδαγε Όπερες! Και δεν είναι η Πενταγιώτησα. Επίσης μάθαμε ότι Γάλλοι είναι ηλίθιοι που ψήφισαν τον Σαρκοζί, και αύξησε τα όρια της σύνταξης στα 69, αλλά την άλλη τη Σοσιαλίστρια δεν την θέλανε γιατί είχε δεν-ξέρω-και-γω-πόσα παιδιά με δ ι α φ ο ρ ε τ ι κ ο υ ς άνδρες παρακαλώ!

Τι άλλο κάναμε; πήραμε το Χοπ ον Χοπ οφ και γυρίσαμε γύρω γύρω. Εκκλησιαστήκαμε στη Παναγία των Παρισίων, που την έχουν πλύνει από την τελευταία φορά που πήγα, ακούσαμε το κήρυγμα στα Γαλλικά και χριστό δεν καταλάβαμε, βολτάραμε στη Μονμάρτη, μαζί με 6 εκατομμύρια άλλους τουρίστες, γυρίσαμε 2 φορές το Μουσείο Ορσέ, ψάχνοντας να βρούμε τη Σφαγή της Χίου του Ντελακρουά, που τελικά βρίσκετε στο Λούβρο, περιμέναμε μισή ώρα μέσα στο βρωμόκρυο στη Βαστίλη το λεωφορείο να περάσει και αναρωτιόμασταν γιατί η κολώνα που στήθηκε ακριβώς στο σημείο της γκιλοτίνας, γράφει Ιούλιος του 1830 και όχι 1789 που έγινε και η επανάσταση; και βέβαια ψάχναμε να βρούμε που θα φαμε τα περίφημα γαλλικά πιάτα, χωρίς να χρειαστεί να πουλήσουμε και τα 3 σπίτια που έχουμε στην κατοχή μας (συνολικά).

Η Γαλλική κουζίνα είναι η πιο περίπλοκη και η πιο τεχνική κουζίνα του κόσμου. Πέραν της ιστορίας με του γνωστούς σεφ και τα αστεράτα εστιατόρια, τα κρασιά και τα γλυκά, το πόσο έχει εξελιχθεί η γαστρονομία στη χώρα αυτή το καταλαβαίνεις ακόμα και από το σάντουιτς στα όρθια που λένε. Ήθελα να πάω σε ένα τουλάχιστον καλό εστιατόριο, αλλά δεν ήθελα και να δώσω 300 ευρώ για ένα πιάτο φαΐ (δεν είναι υπερβολή). Η αλήθεια είναι ότι το ψάξαμε δεν το αφήσαμε στην τύχη. Φάγαμε λοιπόν και πολύ καλά και μάλλον οικονομικά για Παρίσι. Αν πάτε ρωτήστε με!

Τέλος είδαμε διαδήλωση. Ήρεμα τα πράγματα, σε ένα μάλλον μη κεντρικό δρόμο, περίπου 500 άτομα, υπάλληλοι του δήμου ήταν φώναζαν – αν καταλάβαμε καλά – για το ασφαλιστικό. Μπροστά πήγαινε το αυτοκίνητο της αστυνομίας, ακολουθούσαν ένα ένα τα κόμματα, πρώτο το ΚΚ και πίσω τα άλλα, με πλακάτ, με ντουντούκες λέγον συνθήματα, τραγούδια, και ήσυχα ήσυχα πήγαιναν στο δημαρχείο. Εκεί κάθισαν μπροστά στην είσοδο, δεν ενοχλούσαν κανένα, έλεγαν τα δικά τους, κανένας δεν τους έδινε σημασία και όλα καλά όλα ανθηρά. Επειδή δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι κόμματα ήταν από τα αρχικά τους, πήραμε το Γιάννη και μας κατατόπισε, μιας και δεν υπάρχει κόμμα στον κόσμο που δεν ξέρει τα αρχικά του αυτό το παιδί!

Ωραία ήταν, πολύ ωραία! Έτσι για να τιμήσουμε το ταξίδι, θα σας γράψω μία κλασική γαλλική συνταγή, Μούς Σοκολάτας. Έχετε υπόψη σας ότι υπάρχουν γενικά 3 ειδών μους σοκολάτας, αυτά με τα πολλά αυγά, αυτά με τα λίγα αυγά και τη σαντιγί και αυτά με καθόλου αυγά. Η τελευταίες είναι βέβαια η πιο εύκολες αλλά και η πιο βουτυράτες θα έλεγα. Εμένα το μίγμα σαντιγί με σοκολάτα δεν με τρελαίνει. Αντίθετα η πιο κάτω μους είναι πραγματικός θάνατος, και βέβαια είναι η απόλυτα αυθεντική συνταγή. Πρέπει να σας πω, ότι παρασυρόμενη από τη έντονη φιλολογία για την μοριακή γαστρονομία, έφτιαξα και μία μους σοκολάτας με νερό, που θεωρητικά είναι ασύνδετα υλικά. Υπάρχει μία πανεύκολη συνταγή, που μάλιστα μου είπαν ότι μία παραλλαγή της έφτιαξε πρόσφατα και ο Παρλιάρος στην τηλεόραση, που όλοι μπορούν να φτιάξουν χωρίς τα συμπράγκαλα που συνήθως θέλει η μοριακή μαγειρική. Λοιπόν την έφτιαξα και μπορώ να σας πω ότι καλά κάνει η θεωρία και λεει ότι νερό με σοκολάτα δεν πάνε. Δεν είναι το ζητούμενο να φτιάξουμε κάτι απλά και μόνο για να το φτιάξουμε, αέρα από μελιτζάνες ιμάμ για παράδειγμα!, όσο τεχνικό και περίπλοκο και να είναι αυτό δεν παύει να είναι αέρας! Το ζητούμενο είναι να φτιάξουμε κάτι νόστιμο. Και η μους με σοκολάτα και νερό, μπορεί να είχε την υφή μίας μους, νόστιμη δεν ήταν.

Μους Σοκολάτας

320 γραμμάρια μαύρη σοκολάτα (τουλάχιστον 52% κακάο, αλλά αν βρείτε παραπάνω ακόμα καλύτερα)
6 αυγά μέτρια
60 γραμμάρια βούτυρο (αν γίνετε μισό ανάλατο, μισό αλατισμένο)
30 γραμμάρια ζάχαρη
μία πρέζα αλάτι, ή κρεμόριο για τη μαρέγκα

Λιώστε τη σοκολάτα σε φούρνο μικροκυμάτων ή σε μπεν μαρί. Στο εντωμεταξύ χτυπήστε σε πολύ σφιχτή μαρέγκα τα αυγά με το κρεμόριο ή την πρέζα αλάτι. Στη λιωμένη σοκολάτα προσθέστε τη ζάχαρη, ένα ένα τους κρόκους και στο τέλος το βούτυρο. Ομογενοποιήστε και αφήστε λίγο το μίγμα να κρυώσει. Ανακατέψτε στο μίγμα τη μαρέγκα με ελαφριές κινήσεις και από κάτω προς τα πάνω με μία πλαστική μαρίζ, μέχρι να ομογενοποιηθεί και η μαρέγκα. Βάλτε τη μους σε ποτήρια, ή σε ένα μεγάλο μπόλ και βάλτε την στο ψυγείο για 6 ώρες τουλάχιστον μέχρι να σφίξει.

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Ζήλεια, Ψώρα

Γιατί τέτοια τρέλα με το Παρίσι επιτέλους;;;

Τι είναι μία πόλη όπως όλες οι άλλες με τους πύργους της .....






και κάτι άλλα χαζά, πυραμίδες και πράσινα άλογα ...


Βλακείες δηλαδή, καθήστε σπιτάκι σας τώρα, που θέλετε και τρέχετε!!!
Τα υπόλοιπα αύριο.

Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Φεύγω ........

Α ΠΑΡΙΙΙΙΙΙΙΙ.......

Έτσι δεν λεει και το τραγούδι; φεύγω πάω τριήμερο στα Παρίσα, να δω τους πύργους του αιφελ, και τα λούβρα και μπω στα μπατονμπους (καμία σχέση με τον γνωστό Μπους), και τα σανζ ελυζέ και τα ηλίσια παιδία αμά λάχει, και εσείς να κάτσετε εδώ να σκάσετε, με τις υποβαθμήσεις σας, και τις χρεοκοπίες σας και τον πρετεντέρη σας, και την Ελεονόρα σας, και τον Γιουρι σας (καλέ τι είναι τούτο;;; δεν προλαβαίνω όμως σήμερα άλλη μέρα).

Τα λέμε από Τετάρτη-Πέμπτη την άλλη εβδομάς.

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2009

Γίναμε Νότιος Δανία τελικά

Ακούστε να δείτε πως έχει το πράγμα. Οι νέες περιοχές που δομούνται στην Αθήνα, όπως για παράδειγμα το πάτημα που μένω εγώ, λογικά δεν έχουν τα προβλήματα των περιοχών που δομήθηκαν πριν 50 χρόνια. Έτσι, λογικά πάλι, έχουν φαρδιούς δρόμους, μεγάλα πεζοδρόμια, σπίτια με υπόγειο γκαράζ, ώστε να μην είναι κατειλημμένοι οι δρόμοι από τα αυτοκίνητα, πάρκα και πάλι πάρκα, και τα λοιπά. Οι κάτοικοι, χαρούμενοι και ανέμελοι, παίρνουν το ποδήλατό τους και μαζί με τα παιδάκια τους, το απόγευμα βγαίνουν και ποδηλατούν, είτε πάνε στο σούπερ μάρκετ για ψώνια, είτε πάνε απλά βόλτα.

Όλα αυτά, λογικά, συμβαίνουν στην μακρινή μας Δανία, μπορώ να σας το βεβαιώσω, όπου ο καπιταλιστικός σοσιαλισμός ζει και βασιλεύει, οι άνθρωποι ευημερούν, σέβονται ο ένας τον άλλο, αλλά και το περιβάλλον που ζούνε, και όλα είναι τόσο κοντά στο «τέλεια» που πραγματικά αναρωτιέσαι τι παραπάνω έχει ο παράδεισος που μας προπαγανδίζουν οι διάφορες θρησκείες.

Αυτή τη μακρινή Δανία οραματίσθηκε και ο δικός μας πρωθυπουργός, και έριξε στα πλήθη το συνθηματάκι περί Νότιας Δανίας, για να κοιμούνται ήσυχοι οι ιθαγενείς πιστεύοντας ότι μία μέρα θα ξυπνήσουν Δανοί, 2-μετροι δηλαδή με μπλε μάτια και κατάξανθα μαλλιά που πίνουν μόνο μπύρα.

Πιστοί στο όραμα της ανάπτυξης της χώρας, και οι δήμαρχοι των προαστίων αυτών, αποφάσισαν να συμβάλουν το κάτιτις τους στο όραμα της Νοτίου Δανίας και είπαν να φτιάξουν ποδηλατοδρόμους. Λογικά σκεπτόμενοι πάλι, αυτό σημαίνει ότι οι φαρδιοί δρόμοι θα γινόντουσαν λίγο στενότεροι ώστε να φτιαχτούν διάδρομοι για τα ποδήλατα.

Και έγιναν έτσι τα πράγματα. Τι δεν έγινε όμως; δεν άλλαξαν οι άνθρωποι. Με τον τρόπο που οδηγούν τα αυτοκίνητα, πάνε τώρα με τα ποδήλατα. Αδιάφοροι, αρχηγοί της ασφάλτου! Σου πετάγονται από το πουθενά, γιαγιάδες και χαζοχαρούμενες μαμάδες με ποδήλατα, παιδάκια που τη ζωή τους δεν την θέλουνε προφανώς. Οικολόγοι μπαμπάδες που είδαν το φως τους και κάνουν βόλτα με τον 3-χρονο γιο τους προπονώντας τον για το Τουρ ντε φρανς.

Μιλάμε για τον απόλυτο χαμό. Αν σε αυτό το ποδηλατικό οίστρο, που το Σάββατο πρωί γύρω από το δρόμο με τα σούπερ μάρκετ (έτσι το έχουμε εμείς, ένας δρόμος έχει 3 σούπερ μάρκετ στη σειρά, βγαίνεις από το ένα μπαίνεις στο άλλο) βρίσκεται στην απόλυτη κορύφωσή του, προσθέσουμε και τα δεκάδες αυτοκίνητα που δεν καταλαβαίνουν χριστό, καταλαβαίνετε για τι σας μιλάω.

Κατ΄ αρχήν «τι ποδηλατόδρομοι και μαλακίες, εγώ που θα παρκάρω»! είναι το κύριο ερώτημα πολλών δημοτών. Γιατί μιας και στένεψε ο δρόμος κόπηκε και η μία σειρά παρκαρίσματος και «να το βάλεις στο γκαράζ σου κύριε, που το έχεις κλειστό»!, «άντε μωρή κατσίκα που θα μου πεις που θα παρκάρω» και άλλα τέτοια δανέζικα, μέχρι που στο τέλος παρκάρει πάνω στον ποδηλατόδρομο, «έτσι για να μάθετε!».

Πέραν των παραπάνω διαλόγων, υπάρχουν και κάποια άλλα μικρά θεματάκια, ασήμαντα θα έλεγα, που δεν έχουν λυθεί. Όπως διασταύρωση ποδηλατόδρομου με δρόμο. Εκεί τα λεχθέντα περί προτεραιότητας και κώδικα οδικής συμπεριφοράς, είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Εκεί να δεις Νότιος Δανία !! όχι αστεία.

Για να μην πω ότι για να φτιαχτεί ο ποδηλατόδρομος, κεντρικότατοι δρόμοι ήταν κλειστεί για 1-2 χρονάκια, με αποτέλεσμα, προσθέτοντας και τις μονοδρομήσεις, έκανες μισή ώρα παραπάνω για να πας σπίτι σου, αδειάζοντας ένα ρεζερβουάρ καυσαέρια. Για να ισοσκελιστεί αυτό πρέπει να κάνω ποδήλατο, εγώ τα παιδιά μου και τα εγγόνια μου για πάντα. Και να μου λέγανε τότε ότι αυτά τα μακροχρόνια έργα ήταν ποδηλατόδρομοι δεν θα τους πίστευα, νόμιζα ότι ήταν τουλάχιστον μία διακλάδωση του Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη.

Τέλος πάντων αυτά τα ωραία συμβαίνουν στην περιοχή μας. Έχω να σας συμβουλέψω να μην βιαστείτε και εσείς να γίνετε Νότιος Δανία. Ειδικά που την γειτονιά σας δεν θα την κατοικούν Δανοί, που τουλάχιστον ξέρουν ποδήλατο. Επίσης θέλω να πω σε όλους αυτούς τους Δήμαρχους, να κοιτάξουν να βάλουν καμία αποχέτευση που είμαστε όλοι με βόθρους μολύνοντας όλους τους υδροφόρους ορίζοντες από εδώ μέχρι το Κιάτο, και να σταματήσουν τις μαλακίες με τα παρτέρια και τους ποδηλατόδρομους. Αντε!

Τώρα τα Χριστούγεννα έχουμε συνήθως πολλά τραπέζια, και αν και είναι σχετικά εύκολο να αποφασίσεις για το κρεατικό είναι δύσκολο το συνοδευτικό. Ένα ρυζάκι λοιπόν θα σας γράψω πολύ εύκολο, όσο πρέπει εντυπωσιακό, νόστιμο αλλά ουδέτερο, ώστε να μην κλέψει τη δόξα της γαλοπούλας ή του χοιρινού.

Πιλάφι με σαφράν και μαλλιά αγγέλου

250 γραμμάρια ρύζι για πιλάφι
2 κουταλιές της σούπας φρέσκο βούτυρο
1 πρέζα σαφράν
1 μεγάλο ώριμο ρόδι (για διακόσμηση)
150 γραμμάρια φιδέ (μαλλιά αγγέλου)
1 κουταλιά της σούπας βούτυρο
1 κουταλιά της σούπας ελαιόλαδο
Αλάτι, πιπέρι

Σε μια κατσαρόλα λιώνουμε το φρέσκο βούτυρο. Ρίχνουμε μέσα το ρύζι και το σοτάρουμε καλά μέχρι το ρύζι να απορροφήσει όλο το βούτυρο. Ρίχνουμε 3 ποτήρια νερό και το σαφράν, αλατίζουμε και πιπερώνουμε. Ανακατεύουμε καλά το μείγμα και το αφήνουμε να πάρει βράση. Χαμηλώνουμε τη φωτιά, σκεπάζουμε τη κατσαρόλα και το αφήνουμε να βράση για περίπου 10-12 λεπτά και μέχρι το ρύζι να απορροφήσει το νερό. Το ξεσκεπάζουμε σβήνουμε τη φωτιά και σκεπάζουμε με μια υφασμάτινη πετσέτα και το αφήνετε να στεγνώσει καλά. Σε ένα τηγάνι λιώνουμε 1 κουταλιά της σούπας βούτυρο και 1 κουταλιά λάδι, και ρίχνουμε μέσα τον ωμό φιδέ. Τον σοτάρουμε μέχρι να σκουρύνει και να γίνει χρυσός. Τον αποσύρουμε από τη φωτιά, τον σπάμε σε μικρά κομμάτια τον προσθέτουμε στο κίτρινο πιλάφι και ανακατεύουμε καλά. Ξεσπυρίζουμε το ρόδι και ρίχνουμε τους σπόρους μέσα στο πιλάφι. Ανακατεύουμε, το βάζουμε σε μια στρογγυλή φόρμα την οποία ξεφορμάρουμε σε μια στρογγυλή πιατέλα λίγο πριν το σερβίρουμε.

Τετάρτη 9 Δεκεμβρίου 2009

Μπαμπάς ετών 50 και κάτι

Τελικά έχω πρόβλημα με τη νέα γενιά. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα, κάτι από εδώ κάτι από εκεί, την ανικανότητα της ρημαδογενιάς του πολυτεχνείου, να μεγαλώσει σωστά τα παιδιά της θα την πληρώσουν τα πιτσιρίκια.

Λοιπόν φαντασθείτε μπαμπά ετών 50, καθηγητή λυκείου, κατά προτίμηση μαθηματικό ή φυσικό, που «συμμετείχε» στο τότε πολυτεχνείο (αυτό ελέγχετε ιστορικά), με γιο γύρω στα 20, σημερινός φοιτητής. Και οι δύο συμμετέχουν σε όλες μα όλες τις πορείες, διαδηλώσεις, καταλήψεις και αποχές, για να διαμαρτυρηθούν για τα πάντα, από τα σοβαρά όπως η δολοφονία του πιτσιρικά πέρσι και το άρθρο 16 για την παιδεία, μέχρι τα πιο γελοία όπως το Θιβέτ και οι Πουκαμάρος.

Ο κύριος Καθηγητής ως νέος ήταν μέλος της Πασπουνδαστικής, μοίραζε Οδηγητή και Ριζοσπάστη, μεγαλώνοντας βρήκε τη φώτιση του και έγινε εσωτερικού, άντε και Πασόκ για κάποιους. Από τον Χαρίλαο πήδησε στον Λεωνίδα ή στον Ανδρέα, όταν κατάλαβε ότι ο Στάλιν δεν ήταν ακριβώς σαν τον Γκάντι ένα πράγμα, αλλά λίγο προς τον Χίτλερ έφερνε το παλικάρι. Ένα βράδυ βλέποντας το τείχος του Βερολίνου να πέφτει από την τηλεόρασή του, έπαθε ένα ντουβρουτζά και μαζί με τους άλλους συντρόφους, έχασε τη λαλιά του για κάποιες βδομάδες. Όταν την ξαναβρήκε, είπε ένα «τα έλεγα εγώ» και έτσι έκλεισε τα νταλαβέρια του με την ιστορία, εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε ήσυχος.

Κάπου εκεί στη δεκαετία του ‘80 διορίσθηκε καθηγητής σε λύκειο, έτσι απλά. Χωρίς κανένα ιδιαίτερο αγώνα, χωρίς να περάσει από ΑΣΕΠ, ΜΑΚΕΣ, ΣΤΑΚΕΣ, χωρίς να μαζέψει μόρια, χωρίς να πρέπει να γίνει πρώτα σταζιέρ, μετά συμβασιούχος, μετά συμβασιούχος που κάλυπτε μόνιμες και διαρκείς ανάγκες και άλλα τέτοια, διορίστηκε καθηγητής γιατί έτσι έπρεπε να γίνει, και γιατί τότε ότι πέρναγε και ότι πετούσε πάνω από το υπουργείο το προσλάμβαναν, και διότι καιρός ήταν να αποκατασταθούν αυτοί που τόσα χρόνια ζούσαν στην μαύρη πλευρά του φεγγαριού και λόγο φακέλου δεν μπορούσαν να διοριστούν στο δημόσιο.

Παράλληλα, έκανε και κάποια ιδιαίτερα, σε παιδιά της γειτονιάς μωρέ, γιατί είχαν αδυναμίες, και το σχολείο (που ο ίδιος δίδασκε) δεν μπορούσε να τα καλύψει. Εξάλλου με αυτό τον τρόπο συμπληρωνόταν το εισόδημα, που έτσι και αλλιώς για τους καθηγητές είναι απαράδεκτο, πως θα ζήσουν με 30 000 δραχμές! (σημερινά κάπου 88 ευρώ).

Στο εντωμεταξύ είχε γεννηθεί και ο γιος του ο Αλκιβιάδης (σιγά μην βγάλουμε το παιδί Παναγιώτη σαν τον πατέρα μου αυτά είναι μικροαστικά κατάλοιπα). Αν και βολεμένος μικροαστός πλέον, είχε πολλά επαναστατικά όνειρα για αυτό το παιδί. Στην ηλικία των 4-ρων ο μικρός ήξερε ότι «δεν πίνουμε κόκα κόλα» όχι γιατί είναι ότι χειρότερο για την υγεία αλλά γιατί «είναι όργανο των καπιταλιστών αμερικανών που στοχεύει στην υποδούλωση των λαών», τώρα πως το έλεγε όλο αυτό ο μικρός ψευδίζοντας κιόλας είναι άλλο θέμα, αλλά όπως έλεγε και ο πατέρας «οι σωστές βάσεις κάνουν το παιδί ενεργό πολίτη» (σ.σ. αυτό το ενεργός πολίτης δεν είμαι σίγουρη ότι είναι της εποχής ή νέο φρούτο, ίσως να έπρεπε να γράψω συνειδητοποιημένο).

Εδώ πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό. Σε αυτή τη φάση διχάστηκε το ταργκετ γκρουπ μας, οι Πασόκοι όντας πλέον αντιπολίτευση γράφτηκαν στην τοπική, ενώ οι «πραγματικοί» αριστεροί (υπάρχει λόγος για τα εισαγωγικά) συνέχισαν αυτό που έμαθαν τόσα χρόνια σε συγκεντρώσεις, και συναντήσεις καθοδήγησης, αντιπολίτευση στα πάντα.

Στην περίπτωση που ο μπαμπάς είχε κάνει μεγάλο άλμα και ήταν Πασοκος, τότε ο πιτσιρικάς είχε συμμετάσχει σε όλες τις αφισοκολλήσεις των δεκαετιών ‘ 80 και ‘ 90, ήταν δε η μασκότ της τοπικής όπου και διάφορες κυρίες, όλες γραμμένες στις ΕΓΕΣ βέβαια, τον ντάντευαν και του μάθαιναν όλα τα μυστικά της Δεξιάς, του προδότη Μητσοτάκη, αλλά και χρήσιμα πράγματα όπως πως να κάνουμε την επιχορήγηση για τα κτήματα στο χωριό, ξηροκάρπια στους ναούς του πολιτισμού που μόλις είχαν ανοίξει στην Συγγρού. Επίσης το παιδί, έμαθε και ξένες γλώσσες Λαλιώτικα (γλώσσα σπάνια την άκουγες μόνο στην Χαριλάου Τρικούπη και το κύριο χαρακτηριστικό της ήταν ότι δεν έβγαζε κανένα χρήσιμο νόημα), Εκσυγχρονιστικά (γλώσσα λιγότερο σπάνια, την απαντούσες παντού στην Ελλάδα, με κύριο χαρακτηριστικό ότι άλλο καταλάβαινες άλλο εννοούσε ο ομιλητής και άλλο κακό σε έβρισκε) και άλλα.

Μεγαλώνοντας ο μπαμπάς, γινόταν όλο και περισσότερο δεξιός-συντηρητικός, ο γιος όλο και περισσότερο τσογλαναράς του στιλ: έχω τα άπειρα δικαιώματα, τη λέξη υποχρέωση δεν μου τη μάθανε, καλό το αυτοκίνητο που μου πήρε ο μπαμπάς αλλά δεν ανεβάζει γκάζια, όνειρό μου είναι να γίνω σύμβουλος υπουργού (αν είναι δυνατόν να με βάλετε σε κανένα ταμείο να παίξω και εγώ λίγο δομημένα), εχθρός μου είναι ο Ονεδίτης και «θα εργαστώ για το καλό του τόπου» αλλά το νετγουόρκινγ είναι απαραίτητο φίλε!

Αυτός ο πιτσιρικάς, πέρσι ήταν στην πορεία για τον φόνο του μικρού Αλέξη, και αυτοί που τα σπάγανε ήταν συναγωνιστές του και παιδιά με πολύ οργή (για τα όνειρα που προδόθηκαν και άλλες τέτοιες μπούρδες τύπου άρλεκιν)! φέτος όμως έχει πάρει αμπάριζα τα μπλογκς, κάνει συμπολίτευση με ποστς, τα χώνει σε όποιον δεν προσκυνάει στο μεγαλείο του Μιχάλη, και οι περσινοί του συναγωνιστές-επαναστάτες είναι τσογλάνια. Ο μπαμπάς όμως είναι περήφανος για τον γιο!

Η άλλη ανίατη περίπτωση γονέα, αυτή του «εγώ είμαι ο μόνος γνήσιος αριστερός και έχω πάντα και μόνο δίκιο», μεγαλώνοντας γίνετε όλο και περισσότερο επαναστάτης. Αν και 50 πλάς, δεν έχει αφήσει απεργία για απεργία, διαδήλωση για διαδήλωση. Βεβαίως και κάνουμε ακόμα ιδιαίτερα που άλλωστε έχουν πληθύνει και η ταρίφα αναλόγως, και όλα αυτά στα μαύρα, βεβαίως, αλλά ως γνήσιος αριστερός «θα υπερασπιστώ μέχρι θανάτου το δικαίωμα στο δημοσιοϋπαλληλίκι με ταυτόχρονη μαύρη εργασία ενάντια στον καπιταλισμό και στην πασοκική λαίλαπα, γιατί η εργασία είναι δικαίωμα».

Εδώ θέλω να κάνω μία μεγάλη παρένθεση και να ζητήσω να μου εξηγήσετε τι σημαίνει η εργασία είναι δικαίωμα. Βεβαίως και είναι δικαίωμα, μα μας στερεί κανένας το δικαίωμα να δουλέψουμε; Ζούμε σε εποχή χούντας που αποφασίζει κάποιος ότι ο άλφα και ο βήτα με τα χι πολιτικά πιστεύω δεν επιτρέπετε να δουλέψει; Όχι βέβαια, θες να δουλέψεις τράβα δούλεψε! Αν τώρα θες να δουλέψεις σώνει και ντε στο δημόσιο, ή σε κάποιες συνθήκες που εσύ έχεις αποφασίσει ότι σου αξίζουν, και τέτοια δουλειά δεν βρίσκεις συγνώμη αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σου στερεί κανείς το δικαίωμα να δουλέψεις. Άτοπο το σύνθημα σύντροφοι! Κλείνει η παρένθεση.

Ο καλός αυτός πενηντάρης έχει πλακωθεί με όλους τους ματατζήδες που έχουν υπηρετήσει στην αστυνομία από το 1970 μέχρι και σήμερα. Παρόλη τη μαζοχιστική αυτή αντιμετώπιση της ζωής του (δικιά του είναι άλλωστε) αισθάνεται περήφανος για την πολιτική του υπόσταση, για τον αγώνα του να μην καταργηθεί το άσυλο, για τον αγώνα του για 24ωρο 3 ήμερη εργασία με όλες τις αποδοχές, την κατάργηση των τραπεζών, και θεσμοθέτηση του 15ου μισθού, φορολογώντας την μαικροσφοτ. Βλέπετε δεν γνωρίζει ο μάγκας ότι η μαικροσοφτ (και τα κέρδη της) δεν είναι ελληνική επιχείρηση, πιστεύει ακόμα ότι έχουμε τόσους πλούσιους σε αυτή τη χώρα που αν τους φορολογήσουμε σωθήκαμε.

Καλά κάνει και τα πιστεύει όλα αυτά, δικαίωμά του είναι άλλωστε, με τούτα όμως και με εκείνα, εκείνο το ρημάδι τον γιο του τον έκανε οπαδό της 27ης συνιστώσας του Σύριζα. Ξέρετε τώρα αυτής της συνιστώσας που υποστηρίζει ότι όταν γίνει η επανάσταση πρέπει να φοράμε μπλουζάκια κόκκινα για να δένουν με το αίμα που θα χυθεί στους δίκαιους αγώνες μας.

Ο πιτσιρικάς λοιπόν, σπουδάζει, και διαδηλώνει. Το στυλάκι είναι λίγο πολύ γνωστό: έχω τα άπειρα δικαιώματα, τη λέξη υποχρέωση δεν μου τη μάθανε, καλό το αυτοκίνητο που μου πήρε ο μπαμπάς αλλά δεν ανεβάζει γκάζια, κλπ, κλπ. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες διαφορές, δεν θέλει το παιδί να γίνει σύμβουλος υπουργού (αν και εκεί θα καταλήξει, μιας και ο προηγούμενος θα γίνει υπουργός), θέλει να ζει την αιώνια επανάσταση! Για να γίνει όμως αυτό, καλό θα ήταν να χωθώ κάπου στο δημόσιο, που δεν θα πρέπει να εργάζομαι τρελά, θα μπορώ να απεργώ για τα πάντα (τόλμα να κάνεις απεργία στον ιδιωτικό τομέα και έλα σφύριξέ μου), θα κάνω διαδηλώσεις και πορείες για τα πάντα (όχι όμως για τα δικαιώματα των ιδιωτικών υπαλλήλων, αυτοί επέλεξαν να υπηρετούν το κεφάλαιο) και θα έχω άπειρο χρόνο να κάνω κριτική. Στο εντωμεταξύ όμως, θα πάω στην πορεία για τον Αλέξη, θα πλακωθώ με τα μπατσόνια, γιατί νέος είμαι βράζει το αίμα μου, και ο μπαμπάς θεωρεί ότι έτσι πρέπει να κάνω. Θα τα κάνω λίμπα γιατί θέλουν να καταργήσουν το άσυλο και έτσι που θα οχυρώνομαι όταν μας κάνουν ντου οι μπάτσοι;, και τέλος πάντων έχω και εγώ δικαίωμα στο δικό μου πολυτεχνείο. Ένα, δύο, τρία, πολλά πολυτεχνεία. Τραλαρί, τραλαρό.

Αυτές είναι μόνο δύο από τις περιπτώσεις μπαμπάδων που υπάρχουν. Για την φανταστακή περίπτωση μπαμπά δεξιό που ακόμα δεν έχει αποφασίσει αν η χούντα έκανε καλό ή κακό στην Ελλάδα, δεν θα σας γράψω, φαντασία έχετε! Φανταστικά πρόσωπα βέβαια, ζωγραφισμένα με υπερβολή. Αλλά όπως είπε και ο Γουντι Αλλεν στην ταινία, «για να κάνεις κάτι σήμερα πρέπει να έχεις κάποιο πιστοποιητικό ικανότητας, για να γίνεις γονιός γιατί δεν υπάρχει τέτοιο πιστοποιητικό;»

Αμυγδαλωτά

600 γραμμάρια αμύγδαλα ασπρισμένα
1/3 του φλιτζανιού σιμιγδάλι ψιλό
3,5 φλιτζάνια άχνη
½ κουταλάκι του γλυκού βανίλια
2-3 ασπράδια
ανθόνερο

Χτυπάμε στο μούλτι λίγα λίγα τα αμύγδαλα μέχρι να τα κάνουμε όλα σκόνη. Βάζουμε σε ένα μπολ, τα αμύγδαλα σκόνη, το σιμιγδάλι, ένα φλιτζάνι άχνη και τη βανίλια. Τα ανακατεύουμε καλά να αναμιχθούν όλα τα υλικά. Σε άλλο μπολ χτυπάμε τα 2 ασπράδια καλά, και τα ανακατεύουμε με τα υπόλοιπα υλικά. Κανονικά πρέπει να γίνει μία εύπλαστη ζύμη. Αν όμως είναι πολύ στεγνή η ζύμη προσθέστε και το 3ο ασπράδι καλά χτυπημένο. Βάλτε τα υλικά στο ψυγείο για 1 ώρα να δέσουν. Με χέρια βρεγμένα με ανθόνερο (ή λαδωμένα με ηλιέλαιο) πλάθουμε μικρά μπαλάκια. Τα απλώνουμε σε λαμαρίνα καλυμμένη με λαδόκολλα, και ψήνουμε στους 180 βαθμούς αέρα για 15 λεπτά. Όσο είναι ακόμα ζεστά τα ραντίζουμε με ανθόνερο και τα τυλίγουμε με άχνη.

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2009

Θα ήθελα

Κάθομαι σπίτι μου Κυριακή απόγευμα και γράφω. Η τηλεόραση είναι ανοιχτή και από την τραπεζαρία ακούω ότι παίζει χαζοχαρούμενα σήριαλ. Ανησυχώ. Αν και είναι μία ήρεμη χειμωνιάτικη Κυριακή, αν και είναι γιορτή, αν και θα πάω να δω τον βαφτισιμιό μου το μεσημέρι, αν και θα πάω θέατρο το απόγευμα, αν και θεωρητικώς όλα είναι καλά, εγώ ανησυχώ.

Γιατί πέρσι τέτοια μέρα ένα φασιστόμουτρο, ένα αντικοινωνικό ζώο, επικίνδυνο για την δημόσια υγεία, δολοφόνησε ένα πιτσιρικά. Σκότωσε ένα παιδί, γιατί αδυνατούσε να καταλάβει τα αυτονόητα, ότι δηλαδή, ένας πιτσιρικάς 15 χρονών είναι μικρό παιδί εντελώς ακίνδυνο, ανυποψίαστο, και τέλος πάντων δεν σκοτώνουμε κόσμο, τελεία και παύλα! Πόσες φορές πρέπει να το πούμε;

Έχουμε μάθει να διαδηλώνουμε. Βγαίνουμε στο δρόμο για κάθε σοβαρή και γελοία αιτία. Καλό είναι αυτό. Αν και τώρα τελευταία έχει εκφυλισθεί. Δυστυχώς όταν ονειρεύομαι είμαι αθεράπευτη, σε τέτοιες φάσεις λοιπόν της ζωής μου, ελπίζω στην Αριστερά. Από την άλλη πλευρά, απογοητεύομαι, η αριστερά με έχει προδώσει πάρα πολλές φορές (δεν με κατέδωσε στους Γερμανούς βέβαια, εννοώ πολύ πιο ήπια προδοσία). Μία μέρα πρέπει να σας γράψω για τη Ρουμανία, και τον τρόπο που αντιδρά ή δεν αντιδρά ο κόσμος εκεί, έτσι για να δείτε τι σημαίνει κακομαθημένος.

Τι σχέση έχουν όλα αυτά; παραμιλώ;

Ναι βαδίζω και παραμιλώ, που λεει και το τραγούδι. Γιατί θα ήθελα να μην είχε δολοφονηθεί ο πιτσιρικάς πέρσι. Θα ήθελα να μην είχε δοθεί η εντολή για απραξία στην αστυνομία. Θα ήθελα να μην είχε καεί η Αθήνα. Θα ήθελα να διαδηλώναμε για πολύ πιο ουσιαστικά ζητήματα και όχι για τα μικροσυμφέροντα της μίας και της άλλης συντεχνίας. Θα ήθελα να μπορούσα να δήξω αλληλεγγύη σε μία κοινωνική ομάδα που πραγματικά πλήττεται. Θα ήθελα να μπορούσα να διαμαρτυρηθώ για αυτή την άδικη δολοφονία. Θα ήθελα η δίκη αυτής της υπόθεσης να γίνει στην Αθήνα, όπως ζητάει η μάνα του πιτσιρικά, χωρίς να φοβόμαστε ότι θα καεί πάλι η πόλη μας. Θα ήθελα να μπορούσα να πάω στην πορεία σήμερα, όπου θα διαμαρτυρόμουνα βουβά για αυτή την αδικία. Θα ήθελα να μπορούσα να πάω θέατρο μετά την πορεία στο κέντρο, να δω το τρίτο στεφάνι που έχω πάρει εισιτήρια.

Αλλά όχι δεν θα πάω στην πορεία. Όπως δεν πάω και στην πορεία του Πολυτεχνείου. Όταν το σκέφτομαι να πάω να μην πάω, αναρωτιέμαι τι δουλειά έχω εγώ εκεί;; Τι δουλειά έχω εγώ σε μία εκδήλωση που θα καταλήξει σε εμπόλεμη ζώνη. Τι δουλειά έχω εγώ με αυτούς τους δεν-ξέρω-πως-να-τους-ονομάσω, που νομίζουν ότι «έχουμε πόλεμο» και άρα πρέπει και να σπάσουμε ότι βρούμε μπροστά μας και να διαλύσουμε το σύμπαν. Και έτσι δεν πάω. Σε μία δημοκρατία, αυτός ο φασιστικός τρόπος σκέψης και συμπεριφοράς, μου στερεί το δικαίωμα να εκφραστώ και εγώ μέσω μίας πορείας.

Βέβαια, χιλιάδες κόσμος θα κατέβει, και μόνο λίγοι είναι αυτοί που θα κάνουν φασαρίες. Έτσι είναι, αλλά αφού οι «χιλιάδες κόσμος» δεν μπορεί να απομονώσει αυτούς τους πυροβολημένους, αφού δεν μπορεί να περιφρουρήσει την πορεία, τότε δεν θέλω να συμμετάσχω σε αυτό το πανηγύρι, όπου ψεφτο-αναρχικοί και βαρεμένοι χουλιγκάνια-αντιεξουσιαστές έχουν στήσει βεντέτα με ανεγκέφαλους μπάστους-πραίτωρες.

Πως να το κάνουμε δηλαδή, δεν είμαι οπαδός καμίας βίας, ούτε της κρατικής ούτε της «άλλης». Ούτε και πιστεύω ότι έχουμε «εξέγερση», όπως λέει ο εκέινος ο γελοίος ο Αλαβάνος. Δεν υπάρχουν σε δυτική χώρα συνθήκες εξέγερσης. Είμαστε ζορισμένοι, και βέβαια είμαστε! Έχουμε τεράστια προβλήματα; και βέβαια έχουμε, την φούσκα που δημιούργησε η πλουτοκρατία θα την πληρώσουμε εμείς; έτσι είναι μην απατάστε. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δικαιούται κανένας στο όνομα καμίας ιδεολογίας να κάνει γιούρια και όποιον πάρει ο χάρος. Όπως δεν δικαιούται καμία ομάδα να με τρομοκρατεί με τέτοιον τρόπο που σήμερα μία όμορφη Κυριακή, φοβάμαι να κατέβω στο κέντρο της Αθήνας να πάω να δω θέατρο. Για εμένα ο όποιος τέτοιος «ιδεολογικός» προβληματισμός εκφράζετε στις εκλογές, και όχι σπάζοντας τα πάντα. Απλά πράγματα. Δεν θέλω να μιλήσω για τις οσφυοκαμψία κάποιων που πιστεύουν ότι πρέπει σώνει και ντε να γίνει επανάσταση, να φέρουμε κάποιους άλλους χουντέους του λαού αυτή τη φορά να μας κάνουν ότι θέλουν. Για αυτούς δεν θέλω να μιλήσω.

Δεν θα πάω στην πορεία σήμερα. Η μικρή η Κατερίνα όμως θα πάει. Ήρθε από τα Γιάννενα για να πάει στην πορεία. Αισθάνεται ότι κάνει κάτι. Μικρό και κακομαθημένο είναι τι να πεις. Πήρε αεροπλάνο, πλήρωσε ένα σκασμό λεφτά, και άφησε ένα σημαντικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, για να αισθάνεται ότι επαναστατεί. Όχι δικά της λεφτά βέβαια, δεν θα τα ξόδευε έτσι αν τα είχε δουλέψει. Θα την παραδεχόμουνα αν αντί να «μυξοκλαίγεται» για τον «συμμαθητή της που έφαγαν οι μπάτσοι» να ήταν στην Κοπενχάγη σήμερα και να διαμαρτυρόταν για τις μαλακίες των μεγάλων. Γιατί αυτές είναι οι πραγματικές και εσκεμμένες μαλακίες, αλλά δυστυχώς πάνε άπατα τέτοια θέματα! Μιλάω σαν συντηρητικός συνταξιούχος τώρα. Το ξέρω, έτσι είναι. Όμως, εγώ δεν θα γίνω συνταξιούχος, δεν θα τα καταφέρω μάλλον, κάπου στο δρόμο μέχρι τα 65 μου που θα έρθει η ώρα μου, θα με βρει το εγκεφαλικό, ο καρκίνος και το έμφραγμα. Και ξέρω ότι αυτά που κάποιοι σήμερα διαλύουν για να κάνουν τον επαναστάτη του κώλου, εγώ τα έχω πληρώσει. Όπως επίσης ξέρω ότι και η ιδεολογική διύλιση του κώνωπα, που κάνουν οι περισσότεροι σύντροφοι, δεν λύνει το πρόβλημα το μεγαλώνει.

Φεύγω τώρα, θα επανέλθω αργότερα.

Γύρισα!

Πήγα στους κουμπάρους μου στην Πολιτεία, άλλος κόσμος! Και επειδή υπάρχει αυτός ο άλλος κόσμος, νομίζουν οι σύντροφοι, ότι προσφέροντας απλόχερα ένα εγκεφαλικό στον Πρύτανη του Πανεπιστημίου, θα τον αλλάξουν. Μαλακίες λεω εγώ.

Άφησα τον άλλο κόσμο λοιπόν, στην ησυχία του, και πήρα το μετρό για την Ομόνοια. Εδώ και μέρες είχα κλείσει εισιτήρια για το τρίτο στεφάνι, που ανεβάζει το εθνικό στο θέατρο Ρεξ. Συγκλονιστικό βιβλίο, ελπίζω να είναι και καλό θεατρικό. Ελπίζω .... γιατί δεν το είδα τελικά. Κατεβήκαμε στην Ομόνοια απλά για να μάθουμε ότι η παράσταση αναβλήθηκε, «λόγω των δύσκολων ημερών που ζούμε», έτσι μας είπαν.

Είχα χρόνια να κατέβω στην Ομόνοια, πολλά χρόνια. Η βρώμα χτες ήταν απερίγραπτη. Το κάτι άλλο!! Έκαναν απεργία βλέπετε οι σκουπιδιάρηδες. Ότι θυμάται χαίρεται ο κάθε ένας σε αυτή τη χώρα! Έτσι να κάνουν απεργία να είναι γεμάτοι οι σκουπιδοκάδοι, εύφλεκτο υλικό για τα τσογλάνια. Εκτός από τη βρώμα όμως, η κατάσταση ήταν απερίγραπτη, δεκάδες οι μετανάστες, οι ναρκομανείς, οι κλοσάρ. Κατά τα άλλα δεν υπήρχαν φασαρίες, τουλάχιστον την ώρα που ήμασταν εμείς. Όλα ήταν ήσυχα, αν και οι ορδές των βαρβάρων είχαν προφανώς περάσει νωρίτερα, είχαν γράψει «έχουμε πόλεμο» παντού, και είχαν κάψει ότι κάδο βρήκαν μπροστά τους. Εγώ από πόλεμο δεν ξέρω, έχω ακούσει όμως και έχω μάθει ότι ο πόλεμος είναι ότι χειρότερο μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο. Ο πιτσιρικάς όμως που την έγραψε τη μαλακία του, δεν του έμαθε κανένας τι σημαίνει πόλεμος.

Μαζέψαμε τα μπογαλάκια μας και φύγαμε από το κέντρο με μία μελαγχολία για το μέλλον, τόσο της πόλης αυτής όσο και των παιδιών της. Γυρίσαμε στο προάστιό μας, και πήγαμε και είδαμε την νέα ταινία του Γούντι Αλλεν. Ένας από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες όλων των εποχών, κατά τη γνώμη μου βέβαια, μας έδωσε χτες το μήνυμα της ημέρας. Οι άνθρωποι είναι χαμηλής νοημοσύνης και αυτοκαταστροφικοί. Μην την χάσετε αυτή την ταινία, δεν πρέπει.

Έχω πάει σε πάρα, μα πάρα πολλές πορείες. Δεν είμαι τόσο συντηρητική και συμβατική όσο νομίζετε. Μέχρι και σήμερα συμμετέχω σε διαδηλώσεις. Και ναι έχω μεγάλο θυμό μέσα μου, αισθάνομαι «ριγμένη» από την κοινωνία. Δεν έχει νόημα να εξηγήσω τι εννοώ, έτσι είναι τα πράγματα. Δεν διανοήθηκα όμως, για χάρη καμίας ιδεολογίας, ή θυμού, ή πόνου, να αδικήσω κάποιον άλλο με την συμπεριφορά μου. Δεν θεωρώ «δικαίωμα μου», την αντικοινωνική συμπεριφορά. Πιστεύω ότι αυτός που θεωρεί δικαίωμα του να «επαναστατεί» σπάζοντάς τα όλα, καλά κάνει, αλλά πρέπει να δέχεται και τους κανόνες και τους νόμους της πολιτείας, αλλιώς να πάει να ζήσει στη ζούγκλα με τον ταρζάν και να αφήσει την πολιτεία που τόσο δεν του αρέσει να πορεύετε με τον τρόπο που αυτή ξέρει.

Και για να κλείσω, πρέπει να σας πω ότι για εμένα οι αστυφύλακες θα είναι πάντα μπάτσοι, και γουρούνια και δολοφόνοι. Απαραίτητοι όμως. Ας είμαστε ικανοί να χτίσουμε μια πολιτεία χωρίς μπάτσους. Δεν είμαστε. Μία πολιτεία που οι μπάτσοι είναι αστυφύλακες, που δεν σκοτώνουν παιδάκια στο δρόμο γιατί έχουν μανίες, που δεν χτυπάνε με την μηχανή τους καθηγήτριες φυσικής γιατί έτσι τους τη βάρεσε, και που δεν συλλαμβάνουν προληπτικά ότι κινείται και ότι πετάει για να τους αφήσουν μετά ελεύθερους. Είναι αστυφύλακες που δεν «κατασκευάζουν» ενόχους, φυτεύοντας ενοχοποιητικά στοιχεία αριστερά και δεξιά, και δεν λειτουργούν «εν βρασμό». Αν δεν μπορέσουν να ελέγξουν τον «βρασμό τους» να κάτσουν σπίτι τους.

Και δεν είμαστε ικανοί να έχουμε τέτοιους αστυφύλακες γιατί θέλουμε να παρανομούμε «ομαδικά» και να μην μας λεει κανένας τίποτα! Γιατί θέλουμε λεει να υπάρχει μία γειτονιά στην Αθήνα, τα Εξάρχεια, που δεν επιτρέπετε να πατήσει αστυφύλακας. Γιατί παρακαλώ;;; Γιατί θέλουμε να υπάρχει ένα πεζοδρόμιο στην Αθήνα, αυτό της πανεπιστημίου μπροστά από τη Πρυτανεία, που είναι λεει Άσυλο Ιδεών, και ως τέτοιο επιτρέπετε να γίνετε τις πόπης από μολότωφ και πέτρες και δεν ξέρω και εγώ τι άλλο γιατί σε αυτή τη χώρα, τη βία την ονομάζουμε ιδέα, και έτσι έχουμε άσυλο, μην χέσω! Γιατί θέλουμε να κάνουμε πορείες για το ασφαλιστικό και απαιτούμε να μπουκάρουμε μέσα στο υπουργείο και αν δεν μας αφήνουν θα τα κάνουμε λίμπα. Έτσι μας επιβάλει η ιδεολογία μας, για να μην πω η κουλτούρα μας. Γιατί από την άλλη υπάρχει κάποιος πολιτικός που «γουστάρει» να απαγορεύσει τη διαδήλωση μπροστά από την Αμερικάνική Πρεσβεία για παράδειγμα και στέλνει καμιά 200-αριά ματ να ρίξουν 5-6 τόνους δακρυγόνα να βρισκόμαστε. Και όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει, όπως λεει και ο Νιόνιος.

Προφανώς σας κούρασα με τις μαλακίες μου, αλλά Κυριακή είναι και αν και αργά το βράδυ πλέον έπρεπε να τα γράψω. Δεν χρειάζεται να συμφωνείτε μαζί μου. Δεν νομίζω ότι αυτά που πιστεύω είναι τα σωστά, και ότι έχω πάντα δίκιο. Ούτε είστε υποχρεωμένοι να τα διαβάσετε. Εγώ όμως τα είπα και καθάρισα.

Η παρακάτω συνταγή είναι της μαμάς μου. Φτιάχνει τα ωραιότερα μουστοκούλουρα του κόσμου, μικρά και τραγανά, σαν μπισκοτάκια. Πήγα μερικά στο γραφείο την περασμένη βδομάδα και τους άρεσαν. Ιδού η συνταγή.

Μουστοκούλουρα

1 ποτήρι – 250 γραμμάρια - μούστο (επειδή ο μούστος υπάρχει συγκεκριμένη εποχή του χρόνου μόνο, μπορείτε να τον αντικαταστήσετε με ½ ποτήρι πετιμέζι και ½ ποτήρι νερό)
1 ποτήρι ζάχαρη (αν τα θέλετε πιο άγλυκα βάλτε λιγότερη)
1 ποτήρι λάδι
1 κιλό αλεύρι που φουσκώνει μόνο του
½ ποτηράκι του κρασιού κονιάκ
1 κουταλάκι κανέλα
1 κουταλάκι γαρίφαλο
1 γεμάτη κουταλιά της σούπας σόδα

Σε μία λεκάνη ανακατεύουμε το μούστο με τη ζάχαρη και το λάδι, μέχρι να λιώσει η ζάχαρη. Αν βαριέστε, αφήστε τα κάποια ώρα στο μπολ και η ζάχαρη θα λιώσει μόνη της μέσα στα υγρά. Προσθέτετε το κονιάκ, τα κανελογαρίφαλα, τη σόδα και στο τέλος το αλεύρι. Ανακατεύετε λίγο μέχρι να πετύχετε μία μαλακιά ζύμη. Πλάστε μικρά μουστοκουλουράκια σε διάφορα σχέδια, αλλά για να γίνουν τραγανά μην τα κάνετε μεγάλα κρατήστε τα μικρά. Αυτή η διαδικασία αρέσει ιδιαίτερα στα μικρά και είναι ο κύριος λόγος να φτιάξετε μουστοκούλουρα μαζί με παιδάκια, που σας υπόσχομαι θα το καταευχαριστηθούν. Τα απλώνετε σε λαδόκολλα πάνω σε λαμαρίνα και τα ψήνετε στον αέρα, στους 200 βαθμούς για πολύ λίγο, 10-15 λεπτά δηλαδή, μέχρι να γίνουν. Βγάλτε τα και αφήστε τα να στεγνώσουν και να κρυώσουν.

Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009

My name is Elena

Χελό μάι νέιμ ις Έλενα εντ αι αμ φρομ ρασια!

Εγραφε το μέιλ που έλαβα σήμερα αλλά και χτες και προχτές και κάθε μέρα σχεδόν τα τελευταία χρόνια.

Μου έλεγε αυτή η Έλενα λοιπόν, που σημειωτέων δεν γνωρίζω, δεν είναι δηλαδή κάποια Έλενα με την οποία έχω συνεργαστεί στη Ρωσία στο παρελθόν, μου έλεγε ότι είναι 32 χρονών, έχει ένα παιδί και ο άνδρας της την παράτησε, ζει με την άνεργη -λόγο κρίσης - μητέρα της και δουλεύει σε δημοτική βιβλιοθήκη. Επίσης μου έγραφε, κάνει κρύο στη Ρωσία, και δεν μπορεί να πληρώσει τους λογαριασμούς γιατί πλέον στην Ρωσία το ρεύμα και η θέρμανση είναι ακριβά. Αυτό το π λ ε ο ν αν δεν το καταλάβατε κρύβει και ένα κουμουνιστικό τόνο στην όλη δραματική κατάσταση.

Η άγνωστη, κακομοίρα Έλενα, συνεχίζει με την φοβερή ιδέα που έχει, να πάρει ένα φουρνάκι, και να καίει ξύλα που αφθονούν στις ρωσικές πεδιάδες, αλλά ... αυτό το ρημαδοφουρνάκι κοστίζει 191 Ευρώ, και δεν έχει τόσα λεφτά!! Τεράστια τραγωδία αν καταλάβατε, ρωτάει λοιπόν η κακομοίρα Ελενα ετών 32, αν έχω ένα παλιό φουρνάκι να τις στείλω, και να επικοινωνήσω μαζί της να μου δώσει τη διεύθυνσή της, αλλά να σημειώσω ότι ζει μακριά από τη Μόσχα, και άρα ... υπαινίσσεται η Έλενα ετών 32, ότι θα μου κοστίσει ένα σκασμό λεφτά να στείλω το παλιό φουρνάκι και άρα ... καλύτερα θα είναι να της στείλω χρήματα να πάρει ένα νέο! Δεν τα λεει, τα υπαινίσσεται όμως.

Τώρα εγώ αν θέλω να είμαι καλός –Δυτικού τύπου- άνθρωπος, πονόψυχη και χριστιανή, ή αν έχω καλή αίσθηση του χιούμορ, θα πρέπει να ψάξω να βρω καμία ξυλόσομπα και να την στείλω στην άτυχη Έλενα ετών 32, να κάνω την καλή μου πράξη και να τελειώνω.

Έλα όμως που Έλενα με τέτοια χαρακτηριστικά μάλλον δεν υπάρχει, αλλά ακόμα και να υπάρχει (Ρωσία είναι αυτή τέτοιες καταστάσεις είναι συνηθισμένες εκεί) δεν είναι αυτή που στέλνει τέτοια μέιλ, και σαφώς δεν περιμένει σόμπες από άγνωστες γυναίκες ή χρήματα.

Επειδή έχω ρέντα, για κάποιο λόγο εκτός από της Έλενες αυτού του κόσμου, λαμβάνω κάθε μέρα και μέιλ από τις χήρες και τα ορφανά διαφόρων αξιωματούχων αφρικανικών δικτατορικών καθεστώτων που για κάποιο λόγο σφαγιάσθηκε ο άνθρωπος τους αλλά αυτοί έμειναν με πολλά δισεκατομμύρια που δεν μπορούν να εκταμιεύσουν και θέλουν εμένα να κάνω κάτι. Αυτά τα μέιλ έχουν άπειρη πλάκα, γιατί είναι γραμμένα με μία κουλτούρα θρησκευτικής έκφρασης παντελώς άγνωστη σε εμάς. Για παράδειγμα γράφουν “the almighty lord chosen you” (ο παντοδύναμος κύριος σε επέλεξε) πράγμα απίθανο δηλαδή, μιας και έχω διακόψει διπλωματικές σχέσεις με κάθε παντοδύναμο κύριο, άλλα λέμε τώρα!

Αυτοί οι τελευταίοι έχουν τρομερή πλάκα γιατί σου περιγράφουν με κάθε λεπτομέρεια πως έπαθαν αυτό που έπαθαν οι άνθρωποί τους, και σημειωτέων συχνά πολύ συχνά, πρόκειται για πρίγκιπες και βασιλοπούλες, όχι για τυχαίους!

Οι πιο βαρετοί είναι οι υπάλληλοι τραπεζών, από τη Σιέρα Λεόνε κυρίως, που έχουν εντοπίσει τον λογαριασμό του τάδε που πέθανε σε τροχαίο-αεροπορικό-ναυτικό ατύχημα, συγγενείς δεν υπάρχουν γιατί για κάποιο λόγο αυτοί οι πλούσιοι που ανοίγουν λογαριασμούς στη Σιέρα Λεόνε εκτός από το ότι πεθαίνουν σαν τα κοτόπουλα, είναι ΚΑΙ άκληροι ή έχουν τον ανθρωποδιώκτη τέλος πάντων και δεν θέλει κανείς τα εκατομμύρια τους, άρα ..., να πάω εγώ να τα πάρω με μία τίμια συμφωνία του τύπου 30 εσύ, 70 εγώ και πάει λέγοντας. Αυτά τα μηνύματα είναι βαρετά, δεν έχουν ούτε λίγο αιματάκι ούτε κάποια ίντριγκα.

Το γεγονός ότι το πρώτο μήνυμα τέτοιου είδους το έλαβα το 1993, πολύ πριν διαδοθούν τα e-mails και ήταν χειρόγραφο γράμμα σας πληροφορώ σημαίνει ότι μάλλον όλοι αυτοί με θεωρούν ηλίθια, αν και δεν με νοιάζει καθόλου κάτι τέτοιο, γιατί και αυτοί δεν πάνε πίσω, βλέπουν δεν τους απαντάω 17 χρόνια τώρα, τι στο καλό θέλουνε!

Βέβαια πέραν τις πλάκας, μιας και όλοι πλέον ξέρουμε τι είναι όλα αυτά, όταν έλαβα εκείνο το γράμμα το 1993 είχα χεστεί απάνω μου! Ήξερα ότι ήταν απάτη βέβαια αλλά πως να το κάνουμε αναρωτιόμουνα που στο καλό βρήκανε το όνομά μου και τη διεύθυνσή μου.

Τώρα πλέον μου αρέσουν αυτές οι ψυχοπονιάρικες απόπειρες απάτης, και αναρωτιέμαι υπάρχουν άνθρωποι που τα πιστεύουν;; που αντιδρούν; και απαντάνε;; Μάλλον υπάρχουν αλλιώς δεν θα υπήρχαν τέτοια μέιλς!

Σε άλλη ανάρτηση θα σας γράψω για το άλλο «πακετάκι» από μηνύματα που λαμβάνω που έχει επίσης πλάκα.

Αποφάσισα να σας γράψω τώρα πριν τις γιορτές συνταγούλες για τραπέζια και συναφείς πολιτιστικές εκδηλώσεις. Ναι αγαπητοί μου, ένα καλό τραπέζι είναι πολιτισμός.

Ατομικά Σουφλέ με κανταΐφι και τυριά

½ φλιτζάνι βούτυρο γάλακτος λιωμένο
300 γραμμάρια γραβιέρα (ή ρεγκάτο και αν είναι καπνιστό ακόμα καλύτερα) τριμμένο
300 γραμμάρια έμενταλ τριμμένο
1 ½ φλιτζάνι κρέμα γάλακτος
1 ½ φλιτζάνι γάλα (αν βάλετε εβαπορέ αραιώστε το με νερό)
1 πακέτο φύλο κανταϊφιού
4 αυγά

Μπορείτε είτε να τα κάνετε ατομικά σουφλεδάκια αν έχετε φόρμες κατάλληλες, ή αν έχετε ταψί για μάφινς (σε αυτή τη περίπτωση θα βγουν μικρούλικα και η δόση είναι για 2 ταψιά) ή να κάνετε ένα σουφλέ σε ένα πυρέξ.

Βάζετε το κανταϊφι, που είναι σε θερμοκρασία δωματίου, σε ένα μεγάλο μπωλ και το ξαίνετε καλά ώστε να γίνει αφράτο και να ξεχωρίσει καλά. Περιχύνετε το ξασμένο κανταϊφι με το λιωμένο βούτυρο και συνεχίζετε το ξάσιμο ώστε να βουτυρωθεί καλά το κανταϊφι. Βουτυρώνετε επίσης και τα φορμάκια ή το πυρέξ, και απλώνετε το μισό κανταΐφι σε ότι είδος σκεύους χρησιμοποιήσετε. Σε άλλο μπολ ανακατεύετε τα τυριά με την κρέμα γάλακτος, μισό φλιτζάνι γάλα και 2 αυγά και ρίχνετε και μπόλικο πιπέρι γιατί του πάει και επιβάλετε. Μοιράζετε το μίγμα πάνω στο στρωμένο κανταϊφι και σκεπάζετε με το υπόλοιπο φύλο. Χτυπάτε τα υπόλοιπα 2 αυγά με το υπόλοιπο γάλα και περιχύνετε όσο ομοιόμορφα μπορείτε τα κανταϊφια σας. Ψήνουμε σε φούρνο προθερμασμένο στους 170 βαθμούς μέχρι να φουσκώσουν να χρυσίσουν και να γίνουν.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Το όργανο

Δεν θα γίνουμε άνθρωποι! Είχε πει κάποτε ο θείος Καραμανλής, «Ανήκομεν εις τη Δύση», τη μαύρη του τη τύφλα λεω εγώ, όχι στη Δύση δεν «ανήκομεν», ούτε στην Ανατολή δεν μας θέλουνε! Είμαστε από μόνοι μας ειδική κατηγορία, έχουμε την Ανατολή, έχουμε τη Δύση, έχουμε και τους Έλληνες, ένα πράγμα.

Λοιπόν το στόρι είναι το εξής. Έτρεξα, το βλήμα να αγοράσω εισιτήρια για τους Γιου Του, ένα χρόνο νωρίτερα, μπας και εξαντληθούν και χάσω το θέαμα. Αφού πήγα στο ΟΑΚΑ, και γινόταν τις μαυροκακομοίρας με ουρά χιλιομέτρων, είπα να τα πάρω από το Ιντερνετ. Για την «εξυπηρέτηση» μας χρέωσαν και 1-2 ευρώ το εισιτήριο παραπάνω αλλά να πάει και το παλιάμπελο.

Εκεί του τα έκλεινα στο σαιτ, είχα να διαλέξω πως θα τα παραλάβω, είτε με κούριερ, άλλα 8 ευρώ δηλαδή, είτε να πάω να τα πάρω από την Πανεπιστήμιου. Θα στείλω τη Φιφή σκέφτηκα που δουλεύει δίπλα, και τίκαρα το κουτάκι της προσωπικής παραλαβής. Έκλεισα την συναλλαγή και ησύχασα, μιας και πλέον είχα τα πολυπόθητα εισιτήρια, που λεει ο λόγος.

Και ο λόγος λεει, γιατί θεωρητικά, με την εκτύπωση της κράτησης θα πήγαινε η Φιφή, ωραία ωραία να τα πάρει. Ελα όμως που τίποτα δεν γίνετε όπως πρέπει, αλλά πρέπει να το σκυλομετανιώσεις 3-4 φορές, να ρίξεις και κάμποσα γαμωσταυρίδια και τότε θα γίνει. Ετσι και σε αυτή τη περίπτωση, πριν πάμε, ήρθε μέιλ που έλεγε να μην πάω να τα πάρω γιατί γίνετε χαμός λεει και πρέπει κάθε βδομάδα λεει να μπαίνω σε ένα σάιτ να βλέπω μπας και ήρθε η ώρα μου να πάω!!! Θα καλέσουν το νούμερό μου!!! Τα λεφτουδάκια όμως – και δεν είναι καθόλου λίγα σας βεβαιώνω – τα θέλανε στην ώρα τους! Τέλος πάντων, λεω, θα έχω το νού μου.

Εγώ βεβαίως κανένα νου δεν είχα, το είχα παντελώς ξεχάσει, αλλά πάλι καλά η Φιφή έμπαινε που και που, και έβλεπε. Μέχρι που την περασμένη βδομάδα ήρθε η ώρα μας. Πάρε τους τηλέφωνο, μου λεει, να τους πεις ότι δεν θα πας εσύ αλλά εγώ, για να μην μου κάνουν νερά. Προσπάθησα να τους πάρω δεν μπορώ να πω, αλλά δεν ήμουνα πάνω στο τηλέφωνο 24 ώρες το 24ωρο, γιατί τόσες ήθελες για να τους πιάσεις. Ήταν προφανές ότι το είχαν κατεβάσει όπως συχνά γίνετε στην Ελλάδα. Με τα ζόρια τους βρήκε η Φιφή, όπου και της είπαν ότι δεν γίνετε !!! να πάρει αυτή τα εισιτήρια - τα πληρωμένα εισιτήρια έτσι – γιατί δεν γίνετε, τέλος. Γουστάρω να μην γίνετε και δεν γίνετε! Τι ότι θα τους πάει την πιστωτική και την ταυτότητά μου, τι ότι είναι αδελφή μου, τίποτα, δεν γίνετε λέμε!

Άρα δύο είναι οι λύσεις, να κατέβω κέντρο να παραλάβω τα εισιτήρια μόνη μου, πράγμα καθόλου εύκολο λέμε, ή .... να κάνω εξουσιοδότηση με γνήσιο υπογραφής από την Αστυνομία ή το ΚΕΠ, στην αδελφή μου!!

Πολλά καντήλια έπεσαν σας το λεω, μα πολλά! Το να τρέφονται οι δημόσιοι υπάλληλοι με εξουσιοδοτήσεις το καταλαβαίνω, εδώ όμως μιλάμε για ιδιωτική εταιρία και για πιτσιρικάδες ως επί το πλείστων που ασχολούνται με τέτοιες δουλειές, αν αρχίσουν και αυτοί να ζητάνε εξουσιοδοτήσεις για το κατούρημα, βράσε όρυζα!

Αφού μου πέρασε η τσαντίλα για την ταλαιπωρία που μπήκα άνευ λόγου, γιατί αν το ήξερα θα έκανε την αγορά η Φιφή χωρίς κανένα πρόβλημα δηλαδή, ξεκίνησα χτες βράδυ να πάω σε ένα Αστυνομικό τμήμα να κάνω το γνήσιο της υπογραφής.

Είχα πολλά χρόνια να πάω στο Αστυνομικό τμήμα στην Κάτω Κηφισιά, αλλά τίποτε δεν έχει αλλάξει. Μία μικρή μονοκατοικία του ΄60 σε ένα απόμερο και σκοτεινό δρομάκι. Δεν καταλαβαίνεις ότι είναι αστυνομικό τμήμα! Πέρασα 2 φορές μπροστά και από τα σκοτάδια δεν κατάλαβα ότι είναι τμήμα.

Η εξώπορτα είναι μία λευκή αλουμινένια πόρτα, με πολλά, πολλά χρυσά στολίσματα απάνω, σαν αυτές που θα έβλεπες σε ένα κιτς διαμέρισμα του ΄80. Είναι νέο στοιχείο στη δομή του τμήματος, γιατί παλιά δεν υπήρχε καν εξώπορτα, έσπρωχνες μία απλή ξύλινη πορτούλα και έμπαινες. Τώρα υπάρχει και κουδούνι, και ταμπέλα που έλεγε «πατίστε --->ΕΔΩ» (έτσι ακριβώς!).

Πίσω από αυτή τη μυστηριώδη πόρτα υπήρχε ένα δωμάτιο με μαύρο μωσαϊκό κάτω σαν σαλοτραπεζαρία άλλης εποχής. Κουρτίνες μπεζ, άπλυτες για πάνω από μία δεκαετία, 3 μεταλλικά γραφεία (θυμάστε εκείνα τα πανάρχαια), και μια τεράστια τηλεόραση που έπαιζε διαπασών ΕΧΤΡΑ 3, ένας τύπος που δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου τα έχωνε στη κυβέρνηση.

Υπήρχαν 2 «όργανα», το ένα ήταν περίπου 657 κιλά, ντυμένο με γκρί φόρμα παντελόνι και καρό κόκκινο πουκάμισο. Το άλλο όργανο ήταν με τη στολή του, ειδικός φρουρός έγραφε πάνω, περίπου 17 χρονών τον έκανα, αλλά μπορεί και να πέφτω έξω. «Χαίρετε» λεω. «Τι θες» απαντάει ευγενέστατα το όργανο-ελέφας. «Έχω ετοιμάσει μία εξουσιοδότηση και θέλω να επικυρώσετε το γνήσιο της υπογραφής μου». «Πρωτότυπο υπογραφής θες;;;». «Τέλος πάντων αυτό», απαντάω ευγενέστατα (συνήθως δεν είμαι καθόλου ευγενής, αλλά είχα γενικά καλή διάθεση πανάθεμά με).

«Μικρέ, για δες τι έχει γράψει εκεί», λεει στον ειδικό φρουρό, ο οποίος κοίταγε εμβρόντητος, λες και του ζήταγες να σου κάνει μπαϊπας.

Άρχισε ο μικρός να διαβάζει δυνατά, ώστε να ακούει το οργανο-αφέντης-ελέφας. Ήταν προφανές ότι το παιδί με το ζόρι ήξερε ανάγνωση!!! Μπορεί να ήταν και τρακαρισμένο, αλλά σίγουρα με τα γράμματα δεν τα πήγαινε καλά. Εκεί που ψιλοψέλιζε τις λέξεις, τσαντίστηκε ο άλλος σηκώνετε και του βουτάει το χαρτί. «Δεν κάνουμε τέτοια πράγματα» μου λεει, «τι την περάσατε την αστυνομία;». Δεν κατάλαβα τον λόγο που «δεν κάνουν τέτοια πράγματα!!» και τέλος πάντων σε τι πράγματα αναφέρετε;; Τι εννοείτε; τον ρωτάω. «Τι εισιτήρια γράφετε εδώ;» και άλλα τέτοια ακατάληπτα έλεγε ο τύπος, μέχρι που τα πήρα στο κρανίο και έπαψα να είμαι ευγενική. Άρχισα και εγώ τον ενικό, και κατάλαβε το παχύδερμο, ότι μπορεί να μην του αρέσει αλλά θα βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής ακόμα και για το χέσιμο μιας και το ζητάει πολίτης.

Με άπειρα νεύρα πήρα το ρημαδόχαρτο και έφυγα και άρχισα να αναρωτιέμαι, τι εικόνα είναι αυτή για αστυνομικό τμήμα!! Ένας τύπος που με το ζόρι στεκόταν όρθιος, όχι δηλαδή να κάνει και πιο περίπλοκα «αστυνομικά πράγματα», και ένα ζαβό, αγράμματο, παιδάκι, που κάποιος πολιτικός το έκανε ειδικό φρουρό. Ένας χώρος που μπουκάρεις με κλειστά μάτια και τα κάνεις όλα λίμπα αν θέλεις, καμία μα καμία προσπάθεια προστασίας, του εαυτού τους, αλλά και του εξοπλισμού τους. Και βέβαια καμιά απολύτως δράση. Τηλεόραση βλέπανε τα γομάρια και προσπαθούσαν να το παίξουν έξυπνοι σε εμένα και κάποιους άλλους σαν εμένα προφανώς.

Κάποτε, τότε με τις φασαρίες, είπε ένας συνάδελφος ρητορικά, ότι πρέπει να αποφασίσουμε τι είδους αστυνομία θέλουμε!! Λοιπόν εγώ δεν θέλω τέτοια αστυνομία, που να μιλάει στον ενικό, να μην μπορεί να σταθεί στα πόδια της, και να κάθετε. Θέλω μία αστυνομία που μέσα σε λογικά, πολιτισμένα, και δημοκρατικά πλαίσια να κάνει τη δουλειά της, να προστατεύει τον πολίτη από τους παρανομούντες. Όλα τα άλλα είναι φύκια για μεταξωτές κορδέλες, και απλά κουβέντα να γίνετε. Αυτό το συγκεκριμένο τμήμα πρέπει να κλείσει, δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος ύπαρξης, και μόνο που υπάρχει προσβάλει τη νοημοσύνη μας.

Μυδοπίλαφο με κουσκούσι

1 1/2 κιλό μύδια, ή 750 γραμμάρια ψύχα κατεψυγμένη
1/2 φλιτζάνι ελαιόλαδο
3 σκελίδες σκόρδο, λιωμένες
1/2 φλιτζάνι ψιλοκομμένο μαϊντανό
1 φλιτζάνι ψιλοκομμένες ή τριμμένες ντομάτες
1 μεγάλο καλαμάρι, καθαρισμένο και ψιλοκομμένο
Αλάτι και πιπέρι
500 γραμμ. κουσκούσι

Καθαρίζουμε τα μύδια, κόβοντας τα «γένια» τους κ.λπ. Κατόπιν τα τοποθετούμε σε μια κατσαρόλα χωρίς καθόλου υγρό, τα σκεπάζουμε με το καπάκι και τα ζεσταίνουμε σε χαμηλή φωτιά για περίπου 5 λεπτά. Θα ανοίξουν και θα βγάλουν τα δικά τους ζουμιά έτσι. Αν χρησιμοποιήσουμε ψύχα, τότε απλά την αχνίζουμε με ελάχιστο νερό.

Ζεσταίνουμε το λάδι σε ένα τηγάνι και σοτάρουμε το σκόρδο και τα πλοκάμια του καλαμαριού. Προσθέτουμε την ντομάτα, τον μαϊντανό και το αλατοπίπερο και σιγοβράζουμε το μείγμα για περίπου 20 λεπτά. Στο μεταξύ, σε μπόλικο αλατισμένο νερό σε μια άλλη κατσαρόλα βράζουμε το κουσκούσι. Στραγγίζουμε τα μύδια και κρατάμε το ζουμί τους στην άκρη. Πετάμε όποια μύδια δεν έχουν ανοίξει. Περνάμε το ζουμί από ένα τουλουπάνι για να το στραγγίξουμε. Βγάζουμε τα μισά μύδια από τα κελύφη τους και τα προσθέτουμε με το ζουμί τους στη σάλτσα. Στραγγίζουμε το κουσκούσι, κρατώντας μία κούπα από το νερό τους στην άκρη. Ξανατοποθετούμε το κουσκούσι στην κατσαρόλα. Ρίχνουμε τα μύδια μαζί με τη σάλτσα μέσα, προσθέτοντας όσο χρειάζεται από το νερό που έχουμε κρατήσει στην άκρη, για να γίνει ένα ζουμερό πιάτο. Το κακό είναι ότι ..... θέλει αμέσως σερβίρισμα αλλιώς γίνετε λαπάς.

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2009

Τόση φασαρία

Έχετε δει την φωτογραφία του νέου Προέδρου μας και της κυρίας ΥΠΕΞ της ΕΕ; Τι σας λεω τώρα;;

Θυμάστε εκείνη τη συνθήκη της Λισσαβόνας, που εδώ και δύο χρόνια γίνετε ο κακός χαμός, με το ποια κράτη μέλη την ψήφισαν και ποια όχι, ποια πήγαν σε δημοψήφισμα και ποια απλά το πέρασαν από τη βουλή. Που είναι η βελτιωμένη, και καλά, εκδοχή του Ευρωσυντάγματος (κατά τον Ευρωμονόδρομο των κουκουέδων) που είχε φτιάξει μετά κόπου ο Ζισκάρ Ντεστέν, που apropos ήταν η αιτία να γίνει η Συγγρού, θυμάστε;;

Αυτή η συνθήκη που κανείς μα κανείς δεν ξέρει τι σκατά λεει και γιατί τέλος πάντων πρέπει να έχω είτε πολύ θετικά συναισθήματα για αυτή και να αράζω στους καναπέδες μου, είτε πολύ αρνητικά συναισθήματα και να βγαίνω στους δρόμους, μεσαία κατάσταση δεν χωράει.

Αυτή τη συνθήκη για την οποία η Ιρλανδία ψήφισε καμία 10-αριά φορές όχι, και την βάζανε να ψηφίζει μέχρι να πει ναι, θέλει δεν θέλει. Τη συνθήκη με την οποία ο Τσέχος πρόεδρος εκβίαζε όλη την Ευρώπη μέχρι να γίνει το δικό του. Τη συνθήκη που βρίζουν οι παπάδες γιατί δεν λεει ότι οι Ευρωπαίοι είναι Χριστιανοί και λήξης, αλλά το αφήνει φλού κάτι σαν μπορεί να είμαστε και βουδιστές ένα πράγμα.

Τη συνθήκη για την οποία ο Παπανδρέου διέγραψε από το κόμμα το Σημίτη και έγινε Τούρκος ο Πρετεντέρης, άλλαζε χρώματα σαν τις σαύρες και έβγαζε καπνούς από τη μύτη του.

Λοιπόν για αυτή τη συνθήκη μιλάω. Καταλάβατε τώρα;

Αφού λοιπόν έχει γίνει ο πιο πάνω χαμός, της μαυροκακομοίρας κυριολεκτικά σε όλη την Ευρώπη λέμε τώρα, μία ωραία μέρα του πρόσφατου παρελθόντος μαζεύτηκαν όλοι οι Πρωθυπουργοί της Ευρώπης στας Βρυξέλλας και αποφάσισαν να προσλάβουν αυτούς ........



Όχι πείτε μου τώρα!!

Μην γελάτε! Μιλάω σοβαρά. Τι φάτσες είναι αυτές; Σαν καρτούν μοιάζουν. Να παραβλέψω ότι δεν τους ξέρει κανένας, μα κανένας λέμε τώρα, δεν τους σουλουπώσανε λιγάκι πριν τους βγάλουν έξω; Δεν τους είπανε να μην κάνουν γκριμάτσες και τρομάξουν τα παιδάκια;

Πως να το κάνουμε έχουμε συνηθίσει σε πολιτικούς, όχι όμορφους κατ΄ ανάγκη, αλλά κάπως εμφανίσιμους. Και τέλος πάντων οι φωτογραφίες τους που δεν τους κολακεύουν δεν βγαίνουν στον τύπο. Η συγκεκριμένη όμως όχι απλά βγήκε παντού αλλά ήταν και η πρώτη φωτογραφία που είδα όταν διάβασα για το περίφημο πλέον δίδυμο. Και αναρωτιέμαι .... τόση φασαρία !!!

Το σημερινό μενού έχει μία Ιταλική σπεσιαλιτέ, που δύσκολα βρίσκεις όμως εκτός Ιταλίας και ακόμα πιο δύσκολα στα Ελληνικά Ιταλικά εστιατόρια με την πίτσα και τα πολυβρασμένα μακαρόνια.

Κοτόπουλο κρεμολάτα

¾ του φλιτζανιού καρύδια
2 κουταλιές της σούπας ξύσμα λεμονιού
½ του φλιτζανιού μαϊντανό ψιλοκομμένο
2 κουταλιές της σούπας δυόσμο ψιλοκομμένο
4 μεγάλες σκελίδες σκόρδο λιωμένες
2 κουταλιές λάδι
2 φιλέτα κοτόπουλο (στήθος χωρίς πέτσα ή σνίτσελ)

Ψήνετε στο γκρίλ τα κοτόπουλα και ετοιμάστε τη σάλτσα ως εξής. Χτυπάτε στο μούλτι τα καρύδια μέχρι να γίνουν μικρά κομμάτια αλλά να μην λιώσουν. Σε ένα μπολ ανακατεύετε όλα τα υλικά, και τα ξαναχτυπάτε λίγο στο μούλτι να γίνουν σχεδόν σαν κρέμα. Απλώνετε την κρεμολάτα πάνω στα ζεστά ψημένα σνίτσελ κοτόπουλου και σερβίρετε με πουρέ αν είναι δυνατόν αρωματισμένο με σκόρδο! Πιάτο για τους λάτρεις του σκόρδου αν καταλάβατε.