Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

Ο δημόσιος υπάλληλος

Έλεγα χτες σε ένα φίλο μου, δημόσιο υπάλληλο και μάλιστα τραπεζικό, ότι μέχρι πρόσφατα είχα μία τελείως λανθασμένη εικόνα για τους υπαλλήλους του Ελληνικού δημοσίου.

Κατ΄ αρχήν μου είναι αδύνατο να πιστέψω ότι έχουμε 850 000 τέτοιους υπαλλήλους, αδύνατο. Τώρα τελευταία πείσθηκα ότι έτσι είναι τα πράγματα, όταν το ανακοίνωσε η κυβέρνηση και δεν βγήκε κανένας να πει «τι μαλακίες είναι αυτές που λετε!», άρα έτσι είναι τα πράγματα. Και απορώ, τι κάνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;;;

Επίσης πίστευα ότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι φυτοζωούν, έχουν μισθούς πείνας, κατά μέσο όρο 1000-1200 ευρώ και άρα είναι αδικημένοι, και πως να ζήσει έτσι ένας άνθρωπος κλπ, κλπ, αριστερές μαλακίες.

Πάντα μου έκανε εντύπωση γιατί τόσος κόσμος θέλει να μπει στο δημόσιο, γιατί μία μίζερη θεσούλα χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο, χωρίς μέλλον, χωρίς δυνατότητα δημιουργίας ή παραγωγής, είναι τόσο ελκυστική για νέους ανθρώπους, για μορφωμένους ανθρώπους, για ενδιαφέροντες ανθρώπους. Ποτέ, μα ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό να πάω στο δημόσιο. Και καλά όταν ήμουνα νέα, είναι και λογικό να μην με ενδιέφερε το δημόσιο και η μιζέρια του, όταν ο ιδιωτικός τομέας μου προσέφερε τόσο ενδιαφέρουσα δουλειά σαν αυτή που κάνω. Αλλά και τώρα που η «κρίση» έχει χτυπήσει βαριά τον ιδιωτικό τομέα, που δεν φοβόμαστε μόνο για τις θέσεις εργασίας, αλλά για τη βιωσιμότητα των ίδιων των επιχειρήσεων, ακόμα και τώρα δεν σκέφτομαι καθόλου το δημόσιο.

Δεν πιστεύω ότι ο λόγος που τόσοι έλληνες θέλουν να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι είναι ότι δεν βρίσκουν δουλειά στον ιδιωτικό τομέα. Είναι ένα ωραίο επιχείρημα, που έχει αληθοφανή βάση για πολλούς και διάφορους λόγους, αλλά δεν είναι αυτός ο ουσιαστικός λόγος.

Έχουμε κουλτούρα δημόσιου υπάλληλου. Έχουμε εκπαιδευτεί από τους γονείς μας να επιζητούμε τον «διορισμό». Ακόμα συγγενείς με ρωτάνε «διορίστηκες;», που; απαντάω εγώ. Το δημόσιο είναι μονιμότητα, είναι ασφάλεια, είναι σιγουριά, είναι έλλειψη ευθύνης, είναι δουλειά τυφλοσούρτη, είναι κοπάνα, είναι τεμπελιά, είναι προνόμια, είναι πρόωρη σύνταξη, είναι επιδόματα, είναι απεργία, είναι διεκδίκηση, είναι «και τι με νοιάζει εμένα», είναι εφάπαξ, είναι λούφα. Όλα αυτά για ένα γονέα είναι ότι καλύτερο υπάρχει για το παιδί του, πολύ περισσότερο αν είναι και αυτός δημόσιος υπάλληλος.

Ένας φίλος όταν έκανε τελικά την επιλογή του για τον δημόσιο τομέα, μου είπε, θέλω να έχω ζωή, δεν θέλω να τρέχω σαν εσένα, δεν θέλω να έχω άγχος, δεν θέλω να σκοτώνομαι στη δουλειά. Αυτός ο άνθρωπος εργάζεται στο δημόσιο σήμερα, κάνει 22 ώρες τη βδομάδα στη δουλειά του, παίρνει έναν πολύ αξιοπρεπή μισθό, πολύ μεγαλύτερο από την συνάδελφο στο διπλανό γραφείο μου, που μετράει πάνω από 15 χρόνια στον ιδιωτικό τομέα, δεν ξέρω αν εργάζεται ή όχι, αυτό όμως που ξέρω είναι ότι για αυτόν η δουλειά είναι αγγαρεία και υποχρέωση, όχι ευχαρίστηση και δημιουργία. Προτίμησε αυτός ο άνθρωπος να «αλεστεί» κυριολεκτικά στο μεγάλο μηχάνημα του δημοσίου, να στεγνώσει από εμπειρίες, γνώσεις και δεξιότητες, για να έχει τη σιγουριά, γιατί δεν έχει την αυτοπεποίθηση να βγει έξω και «να βγάλει» το ψωμί του.

Εκτός όμως από την δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία έχουμε και την χαμηλότερη παιδεία που έχω δει σε λαό σε θέματα επιχειρηματικότητας. Ακόμα και οι Ρουμάνοι έχουν μεγαλύτερη κουλτούρα επιχειρηματικότητας απ’ ότι εμείς. Δεν θέλω να μιλήσω για την υπόλοιπες δυτικές κοινωνίες, η όποια σύγκριση μαζί τους σε ρίχνει στα χάπια. Ακόμα και οι λίγοι από εμάς που τολμάνε να πάρουν το ρίσκο και να κάνουν δικιά τους επιχείρηση, είτε με απύθμενη βλακεία θα ανοίξουν ψησταριά στην γειτονιά τους και σε λίγους μήνες θα τρέχουν σε εκείνο το ριάλιτι που συμμαζεύει τους καταχρεωμένους, ή θα αντιγράψουν κάποια άλλη πετυχημένη επιχειρηματική ιδέα, θα κάνουν φραντσάιζ! Αυτό όμως δεν είναι επιχειρηματικότητα, αυτό είναι είμαι άνεργος και πείτε μου τι να κάνω, αν όμως μπορούσα θα ήμουν δημόσιος υπάλληλος.

Είναι ελάχιστοι οι άνθρωποι που έχω γνωρίσει και που έχουν ένα σχέδιο στη ζωή τους. Αυτοί που σπούδασαν «αυτό» γιατί το γούσταραν και μετά προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τις γνώσεις των σπουδών τους για να επαγγελθούν τίμια και αποδοτικά, προσφέροντας και δημιουργώντας. Οι περισσότεροι είναι ξένοι.

Θα μου πείτε πως μιλάω σαν τον προφήτη και κατακρίνω τους δημόσιους υπαλλήλους αφού «δεν ξέρω τι τραβάνε», από τους εκάστοτε πολιτικούς και τα λοιπά λαμόγια. Κατ’ αρχήν στα 41 μου έχω έρθει σε επαφή με χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, και έχω την τιμή της «εξυπηρέτησής τους», σε πάρα πολλούς τομείς. Μπορεί να είμαι άτυχη και να έπεσα πάνω στους πιο αγενείς ανθρώπους της ζωής μου, μπορεί να είμαι άτυχη και να έπεσα πάνω σε τρομερά λαμόγια, μπορεί να είμαι άτυχη και να έπεσα πάνω στους τεμπέληδες της εύφορης κοιλάδας, μπορεί να είμαι άτυχη και να έπεσα πάνω σε αγράμματους, ημιμαθείς και χαζούς;; μπορεί! Αλλά σε τέτοιους έπεσα τι να κάνω! Από τη προσωπική μου εμπειρία βγάζω τα συμπεράσματά μου.

Στον έξω κόσμο, τον πραγματικό, εταιρίες κλείνουν η μία πίσω από την άλλη, εργαζόμενοι απολύονται, άλλοι τρελαίνονται στη δουλειά γιατί δεν γίνονται προσλήψεις και βεβαίως όλοι μας έχουμε να δούμε αύξηση 2 χρόνια τώρα. Και ναι, οποία έκπληξη!!, ...., οι μισθοί είναι της πείνας! Εμείς όμως ασχολούμαστε με τον μεγάλο μας ασθενή τον δημόσιο και το αν θα πάρουν αυξήσεις όλοι αυτοί που μας χρεοκόπησαν, γιατί αυτοί μας χρεοκόπησαν. Αυτοί δεν ελέγχουν όσους φοροδιαφεύγουν, αυτοί λαδώνονται (κοιμάστε ύπνο βαθύ αν νομίζετε ότι λαδώνονται μόνο οι πολιτικοί), αυτοί βγαίνουν στη σύνταξη στα 45 τους με ένα εφάπαξ «να» και μετά πιάνουν δουλειά στην αγορά στερώντας θέσεις από τα παιδιά, αυτοί κολλάνε τους φακέλους στα γραφεία τους για μήνες, αυτοί παίρνουν άδεια από τη σημαία, αυτοί δεν προσπαθούν να βρουν λύσεις.

Η χώρα λεει έχει δομικά προβλήματα, «κάποιοι» φοροδιαφεύγουν. Έλα ρε μεγάλε, τι νέο και αυτό!! Και γιατί οι υπάλληλοι της εφορίας τους αφήνουν;; μήπως γιατί δεν κάνουν καλά τη δουλειά τους; Για να μην μιλήσω για τους τελωνιακούς, άκουσα το πρωί ένα τύπο να απειλεί στην κυριολεξία, ότι αν αυτό και εκείνο θα δούνε !! ποιοι θα δούνε ρε συ;; σε ποιον θα κάνεις ζημία δηλαδή;; στον πολιτικό; Ή σε εμένα;.

Άκουσα ένα διπλωμάτη, που δεν κατάλαβα γιατί ωρυότανε που έλεγε ότι δεν πλήρωνε καθόλου εφορία και τώρα θα πληρώνει λεει 24000 ευρώ, και επειδή δεν μπορεί να κάνει απεργία θα σπάσει λεει το απόρρητο και αρχίσει να λεει την αλήθεια για πράγματα που στην διπλωματία δεν λέγονται, και θα κάνει κακό στη χώρα! Άκου πράγματα δηλαδή, να τον πάνε μέσα για εσχάτη προδοσία το λαμόγιο!

Εγώ ξέρω ότι ακυρώθηκε ένα έργο που είχαμε γιατί ο Αμερικανός επενδυτής την έκανε! Την έκανε ο άνθρωπος γιατί 10 λαμόγια κατώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι υπουργείων τον έβγαλαν από τα ρούχα του! Είτε του ζήταγαν κολονοσκόπηση είτε του ζήταγαν γρηγορόσημο. Ακυρώθηκε η επένδυση καμία 100-στη θέσεις εργασίας χάθηκαν, έτσι γιατί κάποιοι ήταν ανίκανοι και αδιάφοροι. Αυτή λοιπόν είναι η μεγαλύτερη ζημιά που κάνει αυτή η στρατιά των 850 000 υπαλλήλων σε εμένα και στους υπόλοιπους έλληνες. Πέραν από την ύπαρξή τους, πέραν από την ρουσφετολογική τους νοοτροπία των διορισμών των μέσων και των πολιτικών σχέσεων, πέραν από το κόστος τους στο προϋπολογισμό, είναι αντιπαραγωγικοί για τη χώρα, είναι αντιαναπτυξιακοί, είναι εμπόδιο στους υπολοίπους!

Δεν λεω ότι δεν υπάρχει ευθύνη στους πολιτικούς, τεράστια ευθύνη. Αλλά υπάρχει και τεράστια ευθύνη και σε εμάς, και ιδίως στους δημόσιους υπάλληλους, αυτοί άλλωστε τρέχουν το μαγαζί.

Σε ορισμένους φίλους αριστερούς, που ονειρεύονται μια Ελλάδα δημοσίων υπαλλήλων, κατά τα πρότυπα της κομουνιστικής Ρωσίας ή της Γιουγκοσλαβίας, λεω όχι δεν θα πάρω. Προτιμώ την σοσιαλιστική Δανία, όπου δεν υπάρχει μονιμότητα στο δημόσιο, οι θέσεις είναι ελάχιστες, και οι μισθοί είναι ανταγωνιστικοί με τον ιδιωτικό τομέα και όλοι δουλεύουν γιατί δεν περισσεύει κανένας.

Από εμένα λοιπόν καμία υποστήρξη σε κανένα «κακόμοιρο δημόσιο υπάλληλο», γιατί στο κάτω κάτω της γραφής ούτε αυτός με υποστήριξε στην δύσκολή ώρα αντίθετα, έκανε ότι μπορούσε για να μου κάνει τη ζωή δύσκολη. Χώρια που σε όποιον δεν αρέσει ή δεν είναι ικανοποιημένος από τις αποδοχές του, .... ο δρόμος ανοιχτός και τα σκυλιά δεμένα .... ας φύγει!

Σας έπρηξα σήμερα άλλα έχω θυμό μέσα μου για όσα ακούω, και κυρίως γιατί δεν σκέφτεται κανείς εμάς τους απροστάτευτους, εμάς που δεν μπορούμε να απεργήσουμε, εμάς που δεν υπάρχουμε.

Για ανταμοιβή θα σας γράψω ένα μαμαδίστικο φαγητό σήμερα. Από αυτά που έφτιαχνε η μαμά μας στα τραπέζια, από αυτά τα πολύ λιπαρά που όμως αρέσουν σε όλο τον κόσμο και κυρίως στα μικρά.

Ταλιατέλες φούρνου

1 πακέτο ταλιατέλες
200 φέτες ζαμπόν ψιλοκομμένο
150 γραμμάρια μπέικον ψιλοκομμένο
2 φιτζάνια ρεγκάτο
1 φλιτζάνι κασέρι
3 κουταλιές βούτυρο
4 κουταλιές της σούπας αλεύρι
1 ½ ποτήρι γάλα
1 αυγό
αλάτι, πιπέρι, μοσχοκάρυδο

Βράζουμε τις ταλιατέλες αρκετά αλ ντέντε (λιγότερα λεπτά απ΄ ότι λεει το πακέτο). Σε άλλη κατσαρόλα λιώνουμε το βούτυρο. Μόλις ζεσταθεί αρκετά ρίχνουμε το αλεύρι και το σοτάρουμε μέχρι να σκουρύνει λίγο. Σβύνουμε με το γάλα ανακατεύοντας πολύ καλά μέχρι να γίνει μία ομοιογενείς κρέμα. Αποσύρουμε από τη φωτιά προσθέτουμε τα μισά τυριά, το αλάτι, το πιπέρι και το μοσχοκάρυδο. Σουρώνουμε τις ταλιατέλες και τις ανακατεύουμε με το υπόλοιπο τυρί. Βάζουμε τις μισές σε ένα μακρόστενο πυρέξ. Απλώνουμε από πάνω το ψιλοκομμένο ζαμπόν και το μπέικον να γίνει μία στρώση πάνω από τα ζυμαρικά. Στρώνουμε από πάνω τις υπόλοιπες ταλιατέλες. Περιχύνουμε με τη μπεσαμέλ και κουνάμε το πυρέξ να απλώσει παντού και να πάει προς τα κάτω. Αφήνουμε λίγο να σταθεί. Χτυπάμε το αυγό και περιχύνουμε με αυτό τα ζυμαρικά. Ψήνουμε στους 180 βαθμούς για 45 λεπτά, μέχρι να πάρει μία χρυσή κρούστα. Κόβετε σαν το παστίτσιο, και τρώγετε ζεστό όχι όμως καυτό. Πρέπει να κρυώσει λίγο η μπεσαμέλ.

1 σχόλιο:

Σοφία είπε...

Γεια στο στόμα σου! Αυτό μόνο.