Τρίτη 7 Απριλίου 2009

Κανοτέισονς

Χτες που έβλεπα ειδήσεις μου ήρθε στο νου – κανοταϊσον το λέμε αυτό στο γραφείο! – μία πολύ αστεία ιστορία.

Είχα ένα φίλο κάποτε με τον οποίο κάναμε μαζί πολλά ταξίδια επαγγελματικά. Του άρεσαν αυτά γιατί και διάλειμμα από τη δουλειά του ήταν και διάλειμμα από το γάμο του ήταν. Πενηντάρης και καλοστεκούμενος ο τύπος, πολύ ευχάριστος χαρακτήρας, του άρεσαν τα πιπίνια και οι γκομενίτσες που στα μέρη που πηγαίναμε υπήρχαν σε αφθονία.

Μου έλεγε λοιπόν ιστορίες από τις γκομενοδουλειές του. Μία φορά, σε ένα ταξίδι του, μπλέχτηκε στη βαλίτσα του ένα ζευγάρι μικρά και χαριτωμένα γυναικεία καλτσάκια. Γυρνάει σπίτι, και μιας και οι άνδρες όταν έχουν σύζυγο δεν είναι ικανοί να βράσουν νερό, άφησε την βαλίτσα του έτσι γεμάτη να την αδειάσει η γυναίκα του. Μέγα σφάλμα απ΄ ότι μου παραδέχτηκε μετά, όχι ότι κατ΄ εξακολούθηση απατούσε τη σύζυγο, αλλά ότι δεν άδειασε μόνος του τη βαλίτσα!.

Βρήκε η κυρία τα καλτσάκια και μιας και δεν ήταν υστέρω, αντέδρασε ψύχραιμα. Τα άφησε πάνω στο μαξιλάρι του στο κρεβάτι. Δεν του είπε τίποτα απολύτως, ούτε τηλέφωνα στο γραφείο, ούτε τίποτα. Απλά τα άφησε πάνω στο μαξιλάρι του στο κρεβάτι και εκείνο το βράδυ αποφάσισε να μην κοιμηθεί στο σπίτι τους. Γυρνάει ο καλός μας σπίτι, βρίσκει το σημείωμα ότι η γυναίκα του θα κοιμηθεί στη μάνα της, δεν δίνει καμία σημασία, όταν όμως πάει για ύπνο βρίσκει τα καλτσάκια.

Τώρα αυτά τα ροζ μικρά βαμβακερά καλτσάκια κάτι του λέγανε αλλά δεν ήταν και σίγουρος. Το γεγονός όμως ότι τα βρήκε πάνω στο μαξιλάρι του ήταν κάτι! Σήμανε συναγερμός. Μας πιάσανε! Όλο το βράδυ σκεφτότανε πως να αντιδράσει. Αποφάσισε να την βγάλει τρελή, να επιμείνει ότι αυτά τα καλτσάκια ήταν δικά της, και να κολλήσει σε αυτή την άποψη χωρίς να παραδεχτεί τίποτα απολύτως. Έτσι λοιπόν δεν είπε τίποτα, πήρε τα καλτσάκια και τα έβαλε στα άπλυτα, προσποιούμενος ότι δεν κατάλαβε το μήνυμα που του έστειλε η άλλη αφήνοντάς τα πάνω στο μαξιλάρι αλλά νομίζοντας ότι ήταν κάλτσες της συζύγου του που μάλλον ξεχάσθηκαν ή παράπεσαν εκεί.

Καμία κουβέντα και για τίποτα, η ζωή συνεχίζετε σαν να μην συνέβη τίποτα. Αυτή "τα πήρε" στο κρανίο αλλά πάλι δεν αντέδρασε, ξαναπήρε τα καλτσάκια και τα ξαναέβαλε στο μαξιλάρι του, και αυτό συνεχίστηκε για 2-3 μέρες ακόμα, μέχρι που αυτός προσποιούμενος τον αθώο και τον αδαή, της είπε ένα βράδυ, τι στο καλό συμβαίνει και αφήνει τα βρωμόκαλτσά της πάνω στο μαξιλάρι! Είπε και άλλα κουλά, όπως «θες να μου πεις ότι δεν κάνω δουλειές» και αλλά τέτοια για αντιπερισπασμό, και αυτή φούντωσε και άρχισε να του τα χώνει για τη γκόμενα και τα καλτσάκια που βρήκε στη βαλίτσα και τέτοια. Αυτός το χαβά του, ότι κάνει λάθος, ότι έχει μπερδευτεί, ότι είναι δικά της τα καλτσάκια και είχαν ξεμείνει στη βαλίτσα, ότι τον προσβάλει, ότι είναι τρελή, κλπ, κλπ.

Απ΄ ότι μου είπε ο καυγάς κράτησε για μερικούς μήνες, μέχρι που όντως αυτή άρχισε να έχει αμφιβολίες, ρώτησε την κόρη της αν έχει τέτοια καλτσάκια, και έτσι με την επιμονή του, αυτή έβαλε νερό στο κρασί της. Έχουν περάσει χρόνια βέβαια, αλλά απ΄ ότι ξέρω πλέον αυτή πιστεύει ότι τα καλτσάκια άνηκαν σε γκόμενα του γιου της. Και βέβαια αφού έχαψε τα καλτσάκια έχει με τον καιρό χάψει και πολλά άλλα, αυτός δε είναι άρχοντας, για όλα και για τα πάντα έχει μία δικαιολογία, έχει διαδώσει και στην οικογένεια ότι αυτή τον ζηλεύει και βγάζει από την φαντασία της πράγματα και τέλος!!

Αυτή την ιστορία σκέφτηκα χτες βλέποντας τον Παυλίδη να φωνάζει και να ωρύεται ότι είναι αθώος αλλά δυστυχώς δεν μπορεί να το αποδείξει, και άρα οι υπόλοιποι είμαστε τρελοί. Τι και να πιάστηκε με ένα σκασμό λεφτά, τι και αν δεν μπορεί να αποδείξει από που τα βρήκε, θα επιμείνει στη θέση του, μέχρι τελικής πτώσεως, απλά γιατί οτιδήποτε άλλο είναι παραδοχή. Τώρα άλλο αν μαζί του στην πτώση θα πάρει και άλλους μαζί του, αυτός εκεί, θα επιμείνει δια παντός. Έτσι κάποιοι θα πειστούν, διότι αν κάποιος επιμένει, χτυπιέται και φωνάζει, περνάει και στην αντεπίθεση, ε! Όλο αυτό το σύστριγκλο κάποιους θα κάνει να αμφιβάλουν και στο τέλος να πουν, «βρε λες να έχει δίκιο ο άνθρωπος και να τον κατηγορούμε αδίκως; δεν μπορεί τέτοια επιμονή!!»

Αυτά τα ωραία.

Σήμερα σας έχω συνταγή από την αγαπημένη μου σαλάτα, ... Σιζαρς

Caesars Salad

1 μαρούλι ή 1 μεγάλο άισμπεργκ
4 φέτες χωριάτικο ψωμί
ελαιόλαδο
1 σκελίδα σκόρδο λιωμένη
φλούδες παρμεζάνα

½ φλιτζάνι μαγιονέζα
4 φιλέτα αντσούγιας στραγγισμένα από το λάδι της κονσέρβας
1 σκελίδα σκόρδο λιωμένο
½ κουταλιά του γλυκού μουστάρδα
2 κουταλιές χυμό λεμόνι
4 κουταλιές της σούπας τριμμένη παρμεζάνα
1 κουταλιά της σούπας γουόστερ σος
2 κουταλιές της σούπας γιαούρτι

Προαιρετικά φιλέτα κοτόπουλου ψημένα και κομμένα σε κύβους

Πλένουμε και στραγγίζουμε καλά το μαρούλι ή το άισμπεργκ, και με το χέρι το κόβουμε σε μικρά κομμάτια. Κόβουμε το ψωμί σε κύβους, το βάζουμε σε μπολ με λάδι και το σκόρδο και τα ανακατεύουμε καλά. Μετά βάζουμε τους κύβους σε ένα ταψάκι και τους ψήνουμε λίγο σε δυνατό φούρνο για 10 λεπτά. Αν δεν θέλουμε να κάνουμε όλο αυτό αγοράζουμε έτοιμα κρουτόν με άρωμα σκόρδου, αλλά σας λεω ότι το φρυγανισμένο χωριάτικο ψωμί είναι μακράν καλύτερο. Ψιλοκόβουμε τις αντσούγιες. Βάζουμε στο μούλτι, τη μαγιονέζα, τη μουστάρδα, τις αντσούγιες, το σκόρδο, το λεμόνι, τη παρμεζάνα, το γουόστερ σος, και το γιαούρτι και τα χτυπάμε καλά να ομογενοποιηθούν. Σε μεγάλο μπολ, ανακατεύουμε το μαρούλι με τα ψωμάκια, αν θέλετε να βάλέτε και κοτόπουλο το προσθέτετε σε αυτό το στάδιο. Περιχύνετε με το ντρέσινγκ και τα ανακατεύετε. Σερβίρετε με φλούδες παρμεζάνας από πάνω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: