Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

Παλιά

Είναι μέρες τώρα που προσπαθώ να θυμηθώ τι τρώγαμε παλιά στο σπίτι μου. Τι μας μαγείρευε η μάνα μου και κυρίως η γιαγιά μου, μιας και παιδιά εργαζόμενης μητέρας μεγαλώσαμε με τη γιαγιά. Αυτό είναι το σημερινό μου θέμα αλλά πριν σας πω τι θυμήθηκα, θέλω να σας γράψω κάτι που διάβασα σήμερα και για εμένα είναι η κορωνίδα της μαλακίας ενός βλαμμένου (κυριολεκτικά: με βλάβη!) εγκεφάλου.

Στα sites γίνετε διάλογος για τον πόλεμο στην Παλαιστίνη και φυσικά έχει τεθεί και το ερώτημα αν αποτελεί αυτοάμυνα ή παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Γράφει λοιπόν ο κάθε πικραμένος ότι του κατέβει και καλά κάνει. Ένας τύπος λοιπόν γράφει ότι είναι λογικό ο κάθε άνθρωπος να έχει τη γνώμη του, αλλά η γνώμη του «Θεού» που είναι γραμμένη στη παλαιά διαθήκη λεει ότι αυτή η γη ανήκει στους εβραίους και τους την έχει δώσει ο ύψιστος. Τώρα τι να πεις σε αυτά τα μυαλά – και στα άλλα τα βατοπαιδινά που ο θεός τους έδωσε τη βιστωνίδα – για ανθρώπινες ζωές, για πόλεμο, και για άλλα επίγεια ζητήματα. Είναι προφανές ότι αυτοί (σε όποια θρησκεία και πιστεύουν) δεν ανήκουν σε αυτή τη ζωή, δεν «ζουν ανάμεσα μας» που λεει και ο μέγας Λιακό. Το κακό είναι ότι αυτά τα μυαλά πολλαπλασιάζονται σαν τη μουχρίτσα, σε όλες τις θρησκείες, και βέβαια είναι η αιτία όλων των κακών σε αυτόν τον κόσμο. Όπως είπε και ο Λένιν η Θρησκεία είναι το όπιο των λαών, με τη διαφορά ότι αυτό το ναρκωτικό δεν διώκετε.

Τέλος με τα βαρεμένα μυαλά.

Λοιπόν η γιαγιά μου παλιά, όταν ήμασταν μικρά μας έφτιαχνε πολύ πιο δύσκολα φαγητά τελικά και είχαμε μεγαλύτερη ποικιλία από αυτή που απολαμβάνουν οι σημερινές οικογένειες.

Σαφώς τα υλικά ήταν λιγότερα. Υπήρχαν μόνο εποχικά λαχανικά και ψάρια, και η ποικιλία ήταν περιορισμένη. Ίσως δε και οι τιμές να ήταν πολύ πιο τσιμπημένες για ορισμένα προϊόντα, ή τέλος πάντων τα πορτοφόλια μας μικρότερα. Για παράδειγμα δεν υπήρχε τόσο μεγάλη ποικιλία κρεάτων. Οι χασάπηδες είχαν μοσχάρι, χοιρινό, κοτόπουλο, αρνί και κατσίκι σε κομμάτια, όχι σε σνίτσελ, κιμάδες, μαρίναρες, φιλετάκια και άλλα περίεργα που βρίσκεις σήμερα. Οι μανάβηδες είχαν κολοκύθια και ντομάτες μόνο το καλοκαίρι και το χειμώνα η σαλάτα ήταν μονότονα λάχανο ή μαρούλι. Αυτά τα λολορόσα, αντίβ, ραντίσιο (ραδίκια δηλαδή) κλπ., δεν υπήρχαν και η ρόκα που φύτρωνε άγρια στα χωράφια, σπάνια την θεωρούσαν εκλεκτό έδεσμα.

Τα ψάρια ήταν σχεδόν πάντα «λιανά», μαριδάκια, αθερίνες, γοπίτσες, άντε κανένα κολιό. Οι τσιπούρες ήταν βέβαια πελαγίσιες, και κοστίζανε όσο ένα σπίτι! Στην λαϊκή, κάθε Πέμπτη στη γειτονιά μας, έβρισκες πολλά και καλά λιανά, έτσι το μενού την Πέμπτη είχε πάντα ψαράκι, συνήθως με χόρτα.

Ακολουθώντας μία παλιά συνήθεια, η Τετάρτη είχε όσπριο. Όχι γιατί αυτό επέβαλε η θρησκεία, τουλάχιστον όχι στο δικό μου σπίτι, αλλά γιατί έπρεπε άπαξ εβδομαδιαίως να τρωνε τα παιδιά όσπριο, και η Τετάρτη μάλλον βόλευε. Μούλιαζαν τα φασόλια και οι γίγαντες από το βράδυ της Τρίτης, και την Τετάρτη το μεσημέρι άχνιζαν στο τραπέζι.

Η Παρασκευή είχε κάποιο λαχανικό μαγειρευτό συνήθως. Αγορασμένα από την Πέμπτη τα φασολάκια ή οι αγκινάρες, είχαν καθαριστεί και επεξεργαστεί ώστε να τα έχουμε την Παρασκευή έτοιμα.

Οι Κυριακές είχαν το «καλό» φαΐ. Έτρωγε μαζί όλη η οικογένεια, δηλαδή οι δύο κόρες της γιαγιάς μου με τις δικές τους οικογένειες, και αυτό ήταν μία συνήθεια που γκρόσο μόντο την τηρούμε και σήμερα. Τρωμε ακόμα οικογενειακά Κυριακές μεσημέρι, και εδώ και στην Αίγινα, χωρίς δυστυχώς τη γιαγιά. Εκεί όλο το μεγαλείο της γιαγιάς έβγαινε σε δύσκολα και περίπλοκα φαγητά. Αν της έλεγε η μάνα μου να βάλει ένα κομμάτι αρνί στο φούρνο με πατάτες ή κανένα κοτόπουλο, δεν ήταν ικανοποιημένη. Κυρίως γιατί το βάλε ένα κομμάτι κρέας στο φούρνο δεν την άφηνε να δημιουργήσει. Αυτή ήθελε να κάνει κολοκυθάκια γεμιστά αυγολέμονο, χοιρινό με σέλινο, μοσχαράκι με μελιτζάνες, κανά παστίτσιο, κανά μουσακά, αγκινάρες αυγολέμονο με αρνάκι, τέτοια πράγματα, μπελαλίδικα, με τσουκάλι.

Εμείς τα μικρά δεν τρελαινόμασταν με αυτά τα φαγιά. Κυρίως η αδελφή μου που ακόμα και τώρα δεν τα αγγίζει. Θέλαμε το κρέας στο φούρνο με τις λεμονάτες πατάτες, έτσι όποτε δεν την αφήναμε να τα φτιάξει, αυτή από μανία τα έκανε μέσα στη βδομάδα. Σήμερα έχουμε γίγαντες, αλλά έκανα και λίγους λαχανοντολμάδες για συνοδεία. Με τέτοια και με εκείνα την λάτρευαν οι γαμπροί της. Πια γυναίκα σήμερα γυρνάει από τη δουλειά και φτιάχνει αγκιναράτο που αρέσει στο στεφάνι της; Καμία ούτε εγώ!

Όταν η γιαγιά ήθελε να μας «ξεπετάξει» ένα φαγητό, έφτιαχνε συνήθως 3 πράγματα, μπριζόλες στο τηγάνι, πατάτες με αυγά, και μπιφτέκια ή κεφτέδες πάλι στο τηγάνι. Το έβρισκε πιο εύκολο να κάτσει πάνω από την κουζίνα και να τηγανίσει παρά να ανάψει τον φούρνο. Βέβαια για την γενιά της φούρνος σήμαινε, ξυλόφουρνος που ήθελε άναμμα από το πρωί και άλλα τέτοια. Και παρόλο που ζούσε στην Αθήνα από τα 18 της, δεν είχε ακόμα κόψει τον εμφάλιο λώρο με το τηγάνι. Έρωτας παιδί μου. Είχε δε ένα τεράστιο τηγάνι βαρύ σαν αμόνι, από σίδερο, κατάμαυρο από έξω γυαλιστερό από μέσα. Σε αυτό το τηγάνι έκανε της ωραιότερες πατάτες τηγανιτές που έχω φαει ποτέ μου. Από τότε που πέθανε η γιαγιά μου έχω να φαω σπίτι μας πατάτες τηγανιτές. Κανείς δεν της φτιάχνει. Και μιλάμε ότι όλοι μεγαλώσαμε με ένα πιάτο πατάτες τηγανιτές πάντα στο τραπέζι, ανεξαρτήτως φαγητού. Πάντα τηγάνιζε και πατάτες. Πάντα.

Όταν μας έκανε πατάτες με αυγά, ήταν η καλύτερή μου. Δεν τρωω τα αυγά μάτια και έτσι η γιαγιά μας έκανε παχουλές ομελέτες με πατάτες και τυρί, σε εκείνο το τεράστιο τηγάνι, φαγητό εφάμιλλο του καλύτερου πιάτου παριζιάνου 3-αστερου σεφ.

Ενα πράγμα δεν έφτιαχνε καλά η γιαγιά τα μακαρόνια. Τα έβραζε μισή ώρα, να "πολύνουν" λες και έχουμε κατοχή και επρέπει να ταϊσουμε καμιά 10-ρια νοματέους. Με τα πολλά σταμάτασε να φτιάχνει μακαρόνια, καθήκον που ανέλαβε η μάνα μου κυρίως για τα βράδυα. Γιατί για εμας το "φαγητό" ήταν το μεσημεριανό. Το βράδυ τσιμπάγαμε που λεει και ο πατέρας μου. Τώρα το γεγονός οτι εμείς "τσιμπαγαμε" μακαρονάδα, φαίνετε δεν νομίζετε;

Οι σαλάτες ήταν πάντα λιτές, ντομάτα το καλοκαίρι, λάχανο το χειμώνα, μαρούλι την άνοιξη. Τα φρούτα ερχόντουσαν στο τραπέζι αμέσως μόλις ο πατέρας μου τελείωνε την τελευταία του μπουκιά. Τα γλυκά ήταν πάντα τα ίδια, γαλατόπιτα, χαλβάς, κολοκυθόπιτα, και ρυζόγαλο.

Μερικές φορές τα απογεύματα μας έφτιαχνε λουκουμάδες. Με απίστευτη ευκολία τους έκοβε και τους τηγάνιζε σε χρόνο αστραπή, λες και ήταν το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο.

Όλα αυτά χάθηκαν, όχι γιατί έφυγε αυτή η γενιά, που έπρεπε να μαγειρεύει που έπρεπε να ασχοληθεί με την κουζίνα, μιας και δεν υπήρχαν εναλλακτικές λύσεις διατροφής τότε. Χάθηκαν γιατί δεν υπάρχουν πλέον τέτοια τηγάνια, γιατί δεν μπορείς να τρως την μπριζόλα τηγανιτή, γιατί οι αγκινάρες υπάρχουν έτοιμες και καθαρισμένες αλλά καλό αγκιναράτο δεν κάνουν, γιατί, οι κουζίνες στα σπίτια μας μικραίνουν, γιατί στο σπίτι μαζευόμαστε πλέον μετά τις 7.

Σήμερα δεν έχει συνταγή. Δεν προλαβαίνω. Αύριο όμως υπόσχομαι λαχανοντολμάδες.

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

ΤΟ ΚΟΡΥΦΑΙΟ ΔΕΝ ΕΓΡΑΨΕΣ
1ο πιατο ΨΑΡΟΣΟΥΠΑ (ΜΠΛΙΑΧ ΤΟΤΕ)
2ο πιατο ΜΟΣΧΑΡΙ ΜΕ ΜΕΛΙΤΖΑΝΕΣ (ΜΠΛΙΑΧ ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ)

ΣΥΝΟΔΕΥΤΙΚΟ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΓΙΑ ΜΕΝΑ ΠΙΑΤΟ : ΠΑΤΑΤΕΣ !!!

ΦΙΦΗ

Ανώνυμος είπε...

ΜΑΡΙΑΝΝΟΥΛΑ (ΚΑΙ ΦΙΦΗ) ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΜΕΝΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΠΑΘΑΤΕ ΕΜΦΡΑΓΜΑ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΩΣ ΜΕ ΤΟΣΗ ΤΗΓΑΝΙΤΗ ΠΑΤΑΤΑ (ΛΑΤΡΕΜΕΝΟ ΦΑΓΗΤΟ ΚΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ)
ΕΥΑ

Μιρέλλα-blogger είπε...

Αυτά ειναι τα ωραία εκείνων των εποχών. Η γιαγια σας και κάθε Λωξάντρα της εποχής με τα φαγητό έδειχνε την αγάπη της και ήθελε να ευχαριστήσει όσους έτρωγαν στο τραπέζι της.Νάναι καλά η Φώτω εκεί που είναι τώρα. Φώναζε στην Αίγινα παλιά ".. τα παιδάκια αυτά δεν έφαγαν τίποτα. Μαριάννα βάλε στα παιδιά εσυ γιατι αυτά ντρέπονται".

tilemetora είπε...

Ναι Μιρέλα μου αυτό ακριβώς ήταν το πρόβλημά σου!! Ντρέπεσε να φας!!