Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

Η παρέα της Αίγινας

Κατ’ αρχήν να ξεκαθαρίσω κάτι, η μία και μοναδική μου σχέση με χωριό είναι η καταγωγή της γιαγιάς μου από την Αίγινα. Πέραν τούτου ουδέν. Αυτός είναι και ο λόγος που από μικρά γραπωθήκαμε σε αυτό το νησί, περνάγαμε όλα τα καλοκαίρια μας εκεί, αλλά και όλες μα όλες τις σχολικές γιορτές και αργίες.

Λογικό είναι λοιπόν να έχουμε από τα μικράτα μας απόλυτους φίλους και παρέες εκεί, με τους οποίους βέβαια και δεθήκαμε πολύ και τις εμπειρίες παιδικής «αναλοπαρέας» αποκτήσαμε.

Όσο δούλευαν οι γονείς μου, το σπίτι της Αίγινας ήταν δικό μας και των φίλων μας. Από τότε που βγήκανε στη σύνταξη, κάνανε κατάληψη αυτοί με την δικιά τους παρέα και έτσι δεν πάμε και τόσο συχνά εμείς. Κάποτε όμως αυτό θα αλλάξει και είναι μαθηματικός βέβαιο ότι θα έρθει η ώρα που θα ξοδέψουμε εκεί τη δικιά μας σύνταξη (αν την πάρουμε ποτέ βέβαια).

Είναι πολύ όμορφο νησί η Αίγινα. Θα μου πείτε ότι το λεω γιατί είμαι από εκεί, αλλά όχι, είναι ένα καταπράσινο νησί με πολύ όμορφη πόλη, με τα σοκάκια του και τα νεοκλασικά του με ωραία μέρη για βουτιές και μπάνιο, χωρίς παραλίες ή γραφικά χωριουδάκια, αλλά με «εξωτικά» σημεία αν είσαι ντόπιος και έχεις λίγη περιέργεια. Επίσης η Αίγινα είναι τόσο κοντά στην Αθήνα που πας το πρωί για καφέ πολύ πιο εύκολα απ’ ότι πας στη Βουλιαγμένη. Σαν ένας μικρός αστικός παράδεισος. Σε 40 λεπτά από τον Πειραιά, χωρίς να χρειάζεται να προγραμματίσεις τίποτα, χωρίς να πρέπει να «αγχωθείς» που λένε, είσαι μέσα σε ένα τεράστιο δάσος πεύκων στην Αγία Μαρίνα, ή σε καταπράσινα νερά στον Τούρλο, ή σε μοναδικά ταβερνάκια μέσα στην ψαραγορά πίνοντας τσίπουρο, ή με εφημερίδες και καφεδιά στο Αιάκειο μπροστά στο λιμάνι, ή ακούς μοναδική ροκ στα φανταστικά περδικιώτικα, ή .... είναι πολλά.

Μην αρχίσετε τώρα να μου λετε γκρίνιες, και βέβαια έχει πολλά μειονεκτήματα, και ασχήμιες, αλλά εμείς επιλέγουμε να βλέπουμε τα καλά και τα άσχημα τα αφήνουμε στους άλλους.

Μαζευτήκαμε πολλοί στο νησί, η παρέα της Αίγινας είναι πολύ μεγάλη, την εποχή της ακμής της μαζευόμασταν και 50 άτομα στους τσιντρούς της παραλίας. Σήμερα είναι οι περισσότεροι παντρεμένοι, χωρισμένοι, με παιδιά, πολλά παιδιά, με άλλα εξοχικά, με κοιλίτσες και φαλάκρες, με φουσκωτά και ξεφούσκωτα, με τζιπ, ....

Τότε πηγαίναμε με τα πόδια, χιλιόμετρα μέσα στο σκοτάδι, στη Ντίσκο της περιοχής, τότε το ένα και μοναδικό «ζούνταπ» του Γιώργου πήγαινε τρικάβαλο όλες τις πιτσιρίκες της παρέας, τότε πίναμε φραπέ με 5 καλαμάκια, το ποτό που σήκωνε η τσέπη μας ήταν ούζο με κόλα, τα περισσότερα βράδια τα περνάγαμε στην παραλία και αισθανόμασταν «αποκλεισμένοι» από τον κόσμο, τότε ερωτευόμασταν μεταξύ μας, και σε ένα καλοκαίρι παιζόντουσαν πολλοί έρωτες, εκεί στο ταβερνάκι της κυρα Μαρίας, ολα τα ραντεβού μαζί!

Σε μία τέτοια παρέα, υπήρχαν απ΄ ότι καταλαβαίνετε πολλά ίδια ονόματα. Πολλοί οι Νίκοι, πολλοί οι Αντώνηδες.... έτσι είχαμε και παρατσούκλια, ο Νίκος ο Μούσιας (είχε πολλά μαλλιά και μούσια ο Νικολάκης τότε, τώρα τσακώνετε με τον κουρέα του για την τιμή χρέωσης ανά τρίχα) , ο Αντώνης ο λακόστ, ο Αντώνης ο 68, και πολλά άλλα ... που δεν θυμάμαι πλέον!

Τώρα είναι λίγοι αυτοί που πηγαίνουν στο νησί. Υπάρχουν οι φανατικοί, που τους βρίσκεις σχεδόν πάντα εκεί, όπως ο Κωστής και η Νέλη που έγιναν και μόνιμοι κάτοικοι, πάνε και οι ερωτευμένοι με το μέρος όπως ο Νίκος, ο Γιώργος και η Κάντια που περνάνε εκεί πολλά σαββατοκύριακα και πολλές από τις διακοπές τους, πάμε και εμείς οι αλεξιπτωτιστές αραιά και που και σχεδόν πάντα με παρέα.

Είναι όμως μυστήριο η οικειότητα που αισθάνεσαι τόσο με το μέρος όσο και με τους λίγους φίλους που βλέπεις όταν είσαι εκεί. Τη λατρεύω αυτή την οικειότητα. Παλιά πιανόμασταν, αγκαλιαζόμασταν, κολυμπάγαμε όλοι μαζί και κάναμε πατητές και παίζαμε, βγάζαμε τα μαγιό μας με άνεση, ..., έτσι και τώρα με τις πιζάμες μας, τις παντόφλες μας, ξάπλα στο καναπέ μπροστά στο τζάκι, τίποτα να κρύψεις. Ίδια και η οικειότητα στα σπίτια μας, σιγά μην φτιάξω καφέ στον Κωστή, μόνος του θα το κάνει, ξέρει το σπίτι μου όσο και το δικό του.

Αυτό το Σαββατοκύριακο που ήμασταν εκεί, κάναμε επισκόπηση της κατάστασης της παλιάς παρέας, τα ήπιαμε όπως παλιά, χουζουρέψαμε στο τζάκι και νόμιζα ότι δεν πέρασε μια μέρα.

Να έρθετε στην Αίγινα, όλοι οι φίλοι καλεσμένοι μας. Είναι μεγάλη η παρέα εκεί, πολλά τα σπίτια, πολλά τα εξοχικά, όλοι θα βολευτούμε.

Σήμερα δεν έχει δικιά μου συνταγή, θα σας γράψω μία που μου έστειλε ο Μιχάλης, που την έφτιαξε του άρεσε πολύ και μου την έστειλε για να την ανεβάσω.

Ψάρι με σάλτσα κάρυ

1 κιλό φιλέτο (σολομός, μπακαλιάρος, κολιός, κ.α.)
2 ½ φλιτζάνια γάλα
αλάτι, πιπέρι
½ κουταλάκι του γλυκού πιπέρι καγιέν
5 κουταλιές της σούπας γαλέτα
4 κουταλιές της σούπας βούτυρο
¼ του φλιτζανιού κάρυ
2 κουταλιές της σούπας αλεύρι
3 κουταλιές της σούπας ψιλοκομμένος φρέσκος κόλιανδρος ή μαϊντανός
2-3 κουταλιές της σούπας χυμό λεμόνι

Ανάβουμε το γκρίλ και προθερμαίνουμε το φούρνο στη μέγιστη θερμοκρασία. Σε ένα μπολ ανακατεύουμε το γάλα με το αλάτι και τα 2 πιπέρια και σε αυτό το μίγμα μαρινάρουμε για 15-20 λεπτά τα φιλέτα μας. Μετά τα στραγγίζουμε και τα πανάρουμε με την γαλέτα. Απλώνουμε σε ένα ρηχό ταψί αλουμινόχαρτο και απλώνουμε τα παναρισμένα φιλέτα. Βάζουμε στο ταψί τις 2 κουταλιές της σούπας βούτυρο και ψήνουμε τα ψάρια για 15 λεπτά στο γκριλ. Ζεσταίνουμε σε κατσαρόλα το γάλα, αλλά δεν το βράζουμε.. Σε άλλη κατσαρολίτσα λιώνουμε καλά το υπόλοιπο βούτυρο και όταν κάνει φυσαλίδες ρίχνουμε το κάρυ. Ανακατεύουμε και προσθέτουμε το αλεύρι. Το αφήνουμε 1-2 λεπτά να φουσκώσει λιγάκι και να τηγανισθεί και αφού αποσύρουμε την κατσαρόλα από τη φωτιά, ρίχνουμε το ζεστό γάλα ανακατεύοντας συνεχώς μέχρι να πήξει Το ξαναβάζουμε για λίγο πάνω σε μέτρια φωτιά να δέσει καλά η σάλτσα και να γίνει παχύρρευστη. Στο τέλος προσθέτουμε το λεμόνι και το μαϊντανό. Σερβίρουμε το ψάρι και το περιχύνουμε με την σάλτσα. Ο Μιχάλης το σέρβιρε με ρύζι και απ΄ ότι κατάλαβα του άρεσε πάρα πολύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: